31 research outputs found

    Diet supplementation with fish‐derived extracts suppresses diabetes and modulates intestinal microbiome in a murine model of diet‐induced obesity

    Get PDF
    Metabolic syndrome-related diseases affect millions of people worldwide. It is well established that changes in nutritional habits and lifestyle can improve or prevent metabolic-related pathologies such as type-2 diabetes and obesity. Previous reports have shown that nutritional supplements have the capacity to limit glucose intolerance and suppress diabetes development. In this study, we investigated the effect of dietary supplementation with fish-derived extracts on obesity and type 2 diabetes and their impact on gut microbial composition. We showed that nutritional supplements containing Fish Complex (FC), Fish Complex combined with Cod Powder (FC + CP), or Cod Powder combined with Collagen (CP + C) improved glucose intolerance, independent of abdominal fat accumulation, in a mouse model of diet-induced obesity and type 2 diabetes. In addition, collagen-containing supplements distinctly modulate the gut microbiome in high-fat induced obesity in mice. Our results suggest that fish-derived supplements suppress diet-induced type 2 diabetes, which may be partly mediated through changes in the gut microbiome. Thus, fish-derived supplements and particularly the ones containing fish collagen have potential beneficial properties as dietary supplements in managing type 2 diabetes and metabolic syndrome via modulation of the gut microbiome.publishedVersio

    Diet supplementation with fish‐derived extracts suppresses diabetes and modulates intestinal microbiome in a murine model of diet‐induced obesity

    Get PDF
    Metabolic syndrome-related diseases affect millions of people worldwide. It is well established that changes in nutritional habits and lifestyle can improve or prevent metabolic-related pathologies such as type-2 diabetes and obesity. Previous reports have shown that nutritional supplements have the capacity to limit glucose intolerance and suppress diabetes development. In this study, we investigated the effect of dietary supplementation with fish-derived extracts on obesity and type 2 diabetes and their impact on gut microbial composition. We showed that nutritional supplements containing Fish Complex (FC), Fish Complex combined with Cod Powder (FC + CP), or Cod Powder combined with Collagen (CP + C) improved glucose intolerance, independent of abdominal fat accumulation, in a mouse model of diet-induced obesity and type 2 diabetes. In addition, collagen-containing supplements distinctly modulate the gut microbiome in high-fat induced obesity in mice. Our results suggest that fish-derived supplements suppress diet-induced type 2 diabetes, which may be partly mediated through changes in the gut microbiome. Thus, fish-derived supplements and particularly the ones containing fish collagen have potential beneficial properties as dietary supplements in managing type 2 diabetes and metabolic syndrome via modulation of the gut microbiome.publishedVersio

    Study of the effect of pollution sources on the levels of tropospheric ozone and the radiation balance of the atmosphere throughout Greece using ground observations, satellite observations and 3-dimensional numerical simulations

    No full text
    The current thesis focuses on the study of the influence of distinct pollution sources on the tropospheric ozone and the radiation balance of the atmosphere throughout Greece and the extended East Mediterranean region. Forest and arable areas fires and urban centers, where accumulative human activities generate pollution, can be characterized as distinct pollution sources. The study of tropospheric ozone (O3) is of great interest because it constitutes one of the main oxidants of the troposphere, it is a greenhouse gas and toxic for ecosystems. For better understanding of tropospheric ozone behavior and sources, O3 precursors, mainly, nitrogen dioxide (ΝΟ2), formaldehyde (HCHO) and carbon monoxide (CO) have been studied in parallel. The quantitative determination of the above chemical compounds was accomplished by the use of ground and satellite based observations and 3-dimensional numerical simulations using the 3-dimensional chemical - transport model, ΣΜ4. Satellite- derived data have been collected and the levels for the tropospheric columns of these trace gases have been determined together with meteorological data throughout Greece and the more extensive region of East Mediterranean. The data concern tropospheric columns of Ο3 from the satellite sensor TOMS during the period 2000-2005, of ΝΟ2 and HCHO from the satellite sensors GΟΜΔ and SCIAMACHY during the period 2000-2007, as well as data total column of CO from the satellite sensor MΟPITT during the period 2000-2008. Backward trajectories of air masses have been computed and used for the classification of satellite data and the determination of the levels of ΝΟ2, HCHO and CO for selected locations of the East Mediterranean and the contribution to the tropospheric column of Ο3 of pollution sources due to long range transport or local sources has been evaluated. The observations have been compared with the TM4 model results to evaluate the ability of the model to simulate the observed seasonality and interannual variability in the studied trace gases. The effect of intensive biomass burning events, which occurred throughout Greece during the summer of 2000 and 2007, on the levels of atmospheric pollution due to Ο3, ΝΟ2, HCHO and CO has been observed and simulated. 12 The radiative forcing of the atmosphere due to aerosols and ozone levels in the area based on TM4 simulations or on profile measurements by Lidar has been estimated

    Role of neuropeptides in apoptosis

    No full text
    Απόπτωση είναι η διαδικασία ενεργοποίησης µηχανισµών προγραµµατισµένου κυτταρικού θανάτου η οποία προϋπάρχει κωδικοποιηµένη σε όλα τα κύτταρα. Η απόπτωση κατέχει σηµαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και στη διατήρηση της οµοιόστασης του οργανισµού. Αντίθετα, η απορρύθµιση της απόπτωσης συνεισφέρει στη δηµιουργία ασθενειών. Για παράδειγµα τα κύτταρα που δεν καταφέρνουν να ενεργοποιήσουν τη διαδικασία της απόπτωσης, υφίσταται µεταλλάξεις που οδηγούν σε προκαρκινικά στάδια. Έτσι φαίνεται ότι η σωστή ρύθµιση του προγραµµατισµένου κυτταρικού θανάτου είναι απαραίτητη για την οµαλή λειτουργία του οργανισµού. Η προσαρµογή του επινεφριδιακού αδένα στις απαιτήσεις του οργανισµού, ρυθµίζεται από την απόπτωση. Ο επινεφριδιακός αδένας είναι ένα όργανο που υφίσταται δυναµικές κατασκευαστικές αλλαγές σε φυσιολογικές και παθολογικές συνθήκες. Αυτές οι δυναµικές αλλαγές συνοδεύονται από ενεργοποίηση του κυτταρικού πολλαπλασιασµού και του κυτταρικού θανάτου από παρακρινικά ή ενδοκυττάρια σήµατα. Είναι φανερό ότι η ρύθµιση της ισορροπίας ανάµεσα στον κυτταρικό πολλαπλασιασµό και τον κυτταρικό θάνατο, είναι απαραίτητη για την σωστή λειτουργία και τη διατήρηση της ακεραιότητας του οργάνου. Τα επινεφρίδια είναι αδένας που κατέχει κεντρική θέση στον άξονα του stress. Έτσι, δέχεται την επίδραση νευροπεπτιδίων που παράγονται από το κεντρικό νευρικό σύστηµα. Ακόµα, ο µυελός των επινεφριδίων παράγει πολλά νευροπεπτίδια περιλαµβανοµένων των CRH και οπιοειδών που είναι πιθανόν να δρουν αυτοκρινικά ή παρακρινικά στον ίδιο αδένα ή σε άλλους ιστούς. Είναι ενδιαφέρον ότι οι όγκοι που προέρχονται από το µυελό των επινεφριδίων, τα φαιοχρωµοκυττώµατα, παράγουν νευροπεπτίδια και µάλιστα σε µεγαλύτερες ποσότητες από τον φυσιολογικό ιστό. Έχει δειχθεί ότι τα νευροπεπτίδια που παράγονται στο κεντρικό νευρικό σύστηµα, ενεργοποιούν την απόπτωση σε νευρώνες σε καταστάσεις stress. Είναι πιθανό τα νευροπεπτίδια που παράγονται από τα επινεφρίδια σε φυσιολογικές ή παθολογικές καταστάσεις να ρυθµίζουν την απόπτωση στον αδένα. Πράγµατι, από τα αποτελέσµατά µας φαίνεται ότι τα νευροπεπτίδια επηρρεάζουν την απόπτωση των φαιοχρωµοκυττωµάτων. Στην παρούσα µελέτη δείξαµε επίσης, ότι τα νεοπλασµατικά χρωµιόφυλλα κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων εκφράζουν µια σειρά από αντι-αποπτωτικές και προ-αποπτωτικές πρωτεΐνες. Έτσι, η ρύθµιση της απόπτωσης από εξωγενείς ή ενδογενείς παράγοντες, µπορεί να αναχθεί στη ρύθµιση της ισορροπίας µεταξύ των αντι-αποπτωτικών και προ-αποπτωτικών πρωτεϊνών οι οποίες υπάρχουν στα φυσιολογικά και νεοπλασµατικά κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων. Από τα αποτελέσµατά µας φαίνεται ότι τα νευροπεπτίδια επηρρεάζουν την απόπτωση των φαιοχρωµοκυττωµάτων ρυθµίζοντας την αναλογία των αντι-αποπτωτικών και προ-αποπτωτικών πρωτεϊνών και τη φωσφορυλίωση πρωτεϊνικών κινασών. Στο πρώτο µέρος της διατριβής µελετήθηκε η επίδραση των ενδογενών οπιοειδών πεπτιδίων στην απόπτωση. Συγκεκριµένα, τα οπιοειδή µεταβάλλουν την στοιχειοµετρική αναλογία των πρωτεϊνών Bcl-2, µε τελικό αποτέλεσµα την ενεργοποίηση του αντι-αποπτωτικού µηχανισµού στα νεοπλασµατικά κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων. Πράγµατι, τα οπιοειδή ενεργοποιούν τον αντι-αποπτωτικό µηχανισµό µειώνοντας την πρωτεΐνη Bak. Είναι πιθανό, η δράση των οπιοειδών να είναι µέρος ενός φυσιολογικού παρακρινικού µηχανισµού µε τον οποίο ο οργανισµός αναστέλλει την ενεργοποίηση των αποπτωτικών µηχανισµών σε περιόδους διακύµανσης της κανονικής εισροής τροφικών παραγόντων. Στο δεύτερο µέρος της διατριβής µελετήθηκε η επίδραση των νευροπεπτιδίων της οικογένειας του CRH στον αποπτωτικό µηχανισµό του µυελού των επινεφριδίων. Φαίνεται ότι η παρουσία του CRH στα επινεφρίδια έχει ιδιαίτερη σηµασία στην ανάπτυξη και λειτουργία του αδένα. Η παραγωγή του CRH στα επινεφρίδια κυρίως από κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων αναπαράγει τοπικά τον υποθάλαµο-υπόφυσο-επινεφριδιακό άξονα. Το CRH δρα στα επινεφρίδια ενεργοποιώντας και τοπικά το συµπαθητικό σύστηµα σε καταστάσεις stress, είτε διεγείροντας την έκκριση κατεχολαµινών και οπιοειδών από το µυελό των επινεφριδίων, είτε ρυθµίζοντας την παραγωγή επινεφριδιακών στεροειδών από τον φλοιό των επινεφριδίων. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι το CRH ενεργοποιεί το συµπαθητικό σύστηµα και κεντρικά αυξάνοντας την παραγωγή νορεπινεφρίνης. Τα δεδοµένα µας υποδεικνύουν ότι το CRH έχει και άλλες δράσεις στα επινεφρίδια. Πράγµατι, το CRH καταστέλλει το ρυθµό πολλαπλασιασµού των νεοπλασµατικών κυττάρων του µυελού των επινεφριδίων ενεργοποιώντας τη διαδικασία της απόπτωσης. Το CRH φαίνεται ότι ενεργοποιεί τους µηχανισµούς της απόπτωσης στο νεοπλασµατικό µυελό των επινεφριδίων (φαιοχρωµοκυττώµατα). Ο µηχανισµός δράσης του CRH στην ενεργοποίηση της απόπτωσης στα νεοπλασµατικά κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων περιλαµβάνει την πρόσδεσή του στον υποδοχέα CRH-R1 και τη φωσφορυλίωση των MAP κινασών. Το CRH ενεργοποιεί την p38 MAP κινάση και τις ERK1/ERK2 MAP κινάσες. Η ενεργοποίηση της p38 MAP κινάσης είναι απαραίτητη για την αύξηση της προ- αποπτωτικής πρωτεΐνης Fas ligand και ακολούθως της απόπτωσης στα νεοπλασµατικά κύτταρα του µυελού των επινεφριδίων. Αντίθετα, η ενεργοποίηση των ERK1/ERK2 MAP κινασών από το CRH, είναι πιθανόν να συµµετέχει στη ρύθµιση άλλων µονοπατιών στα κύτταρα χρωµαφίνης, όπως τη ρύθµιση της παραγωγής ή της έκκρισης (κατεχολαµίνες, οπιοειδή πεπτίδια) είτε να λαµβάνει χώρα µε ενεργοποίηση του υποδοχέα CRH-R2. Επίσης, είναι πιθανό ότι το CRH αυξάνει την έκφραση της πρωτεΐνης Fas ligand στα κύτταρα χρωµαφίνης για να επηρεάσει την αναδιοργάνωση του φλοιού των επινεφριδίων, βοηθώντας έτσι στη ρύθµιση της αποπτωτικής διαδικασίας του αδένα. Συµπερασµατικά, φαίνεται ότι το CRH ενεργοποιεί τη διαδικασία απόπτωσης στα φαιοχρωµοκυττώµατα, ενεργοποιώντας την p38 MAP κινάση που µε τη σειρά της αυξάνει την παραγωγή της πρωτεΐνης Fas ligand η οποία ενεργοποιεί τον υποδοχέα Fas, την FADD και τελικά τον καταράκτη των κασπασών

    Ρόλος των νευροπεπτιδίων στη ρύθμιση της απόπτωσης

    No full text
    Απόπτωση είναι η διαδικασία ενεργοποίησης μηχανισμών προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου η οποία προϋπάρχει κωδικοποιημένη σε όλα τα κύτταρα. Η απόπτωση κατέχει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και στη διατήρηση της ομοιόστασης του οργανισμού. Αντίθετα, η απορρύθμιση της απόπτωσης συνεισφέρει στη δημιουργία ασθενειών. Για παράδειγμα τα κύτταρα που δεν καταφέρνουν να ενεργοποιήσουν τη διαδικασία της απόπτωσης, υφίσταται μεταλλάξεις που οδηγούν σε προκαρκινικά στάδια. Έτσι φαίνεται ότι η σωστή ρύθμιση του προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου είναι απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του οργανισμού. Η προσαρμογή του επινεφριδιακού αδένα στις απαιτήσεις του οργανισμού, ρυθμίζεται από την απόπτωση. Ο επινεφριδιακός αδένας είναι ένα όργανο που υφίσταται δυναμικές κατασκευαστικές αλλαγές σε φυσιολογικές και παθολογικές συνθήκες. Αυτές οι δυναμικές αλλαγές συνοδεύονται από ενεργοποίηση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και του κυτταρικού θανάτου από παρακρινικά ή ενδοκυττάρια σήματα. Είναι φανερό ότι η ρύθμιση της ισορροπίας ανάμεσα στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και τον κυτταρικό θάνατο, είναι απαραίτητη για την σωστή λειτουργία και τη διατήρηση της ακεραιότητας του οργάνου. Τα επινεφρίδια είναι αδένας που κατέχει κεντρική θέση στον άξονα του stress. Έτσι, δέχεται την επίδραση νευροπεπτιδίων που παράγονται από το κεντρικό νευρικό σύστημα. Ακόμα, ο μυελός των επινεφριδίων παράγει πολλά νευροπεπτίδια περιλαμβανομένων των CRH και οπιοειδών που είναι πιθανόν να δρουν αυτοκρινικά ή παρακρινικά στον ίδιο αδένα ή σε άλλους ιστούς. Είναι ενδιαφέρον ότι οι όγκοι που προέρχονται από το μυελό των επινεφριδίων, τα φαιοχρωμοκυττώματα, παράγουν νευροπεπτίδια και μάλιστα σε μεγαλύτερες ποσότητες από τον φυσιολογικό ιστό. Έχει δειχθεί ότι τα νευροπεπτίδια που παράγονται στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ενεργοποιούν την απόπτωση σε νευρώνες σε καταστάσεις stress. Είναι πιθανό τα νευροπεπτίδια που παράγονται από τα επινεφρίδια σε φυσιολογικές ή παθολογικές καταστάσεις να ρυθμίζουν την απόπτωση στον αδένα. Πράγματι, από τα αποτελέσματά μας φαίνεται ότι τα νευροπεπτίδια επηρρεάζουν την απόπτωση των φαιοχρωμοκυττωμάτων. Στην παρούσα μελέτη δείξαμε επίσης, ότι τα νεοπλασματικά χρωμιόφυλλα κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων εκφράζουν μια σειρά από αντι-αποπτωτικές και προ-αποπτωτικές πρωτεΐνες. Έτσι, η ρύθμιση της απόπτωσης απο εξωγενείς ή ενδογενείς παράγοντες, μπορεί να αναχθεί στη ρύθμιση της ισορροπίας μεταξύ των αντι-αποπτωτικών και προ-αποπτωτικών πρωτεϊνών οι οποίες υπάρχουν στα φυσιολογικά και νεοπλασματικά κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων. Από τα αποτελέσματά μας φαίνεται ότι τα νευροπεπτίδια επηρρεάζουν την απόπτωση των φαιοχρωμοκυττωμάτων ρυθμίζοντας την αναλογία των αντι-αποπτωτικών και προ-αποπτωτικών πρωτεϊνών και τη φωσφορυλίωση πρωτεϊνικών κινασών. Στο πρώτο μέρος της διατριβής μελετήθηκε η επίδραση των ενδογενών οπιοειδών πεπτιδίων στην απόπτωση. Συγκεκριμένα, τα οπιοειδή μεταβάλλουν την στοιχειομετρική αναλογία των πρωτεϊνών Bcl-2, με τελικό αποτέλεσμα την ενεργοποίηση του αντι-αποπτωτικού μηχανισμού στα νεοπλασματικά κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων. Πράγματι, τα οπιοειδή ενεργοποιούν τον αντι-αποπτωτικό μηχανισμό μειώνοντας την πρωτεΐνη Bak. Είναι πιθανό, η δράση των οπιοειδών να είναι μέρος ενός φυσιολογικού παρακρινικού μηχανισμού με τον οποίο ο οργανισμός αναστέλλει την ενεργοποίηση των αποπτωτικών μηχανισμών σε περιόδους διακύμανσης της κανονικής εισροής τροφικών παραγόντων. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής μελετήθηκε η επίδραση των νευροπεπτιδίων της οικογένειας του CRH στον αποπτωτικό μηχανισμό του μυελού των επινεφριδίων. Φαίνεται ότι η παρουσία του CRH στα επινεφρίδια έχει ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξη και λειτουργία του αδένα. Η παραγωγή του CRH στα επινεφρίδια κυρίως από κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων αναπαράγει τοπικά τον υποθάλαμο-υπόφυσο-επινεφριδιακό άξονα. Το CRH δρα στα επινεφρίδια ενεργοποιώντας και τοπικά το συμπαθητικό σύστημα σε καταστάσεις stress, είτε διεγείροντας την έκκριση κατεχολαμινών και οπιοειδών από το μυελό των επινεφριδίων, είτε ρυθμίζοντας την παραγωγή επινεφριδιακών στεροειδών από τον φλοιό των επινεφριδίων. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι το CRH ενεργοποιεί το συμπαθητικό σύστημα και κεντρικά αυξάνοντας την παραγωγή νορεπινεφρίνης. Τα δεδομένα μας υποδεικνύουν ότι το CRH έχει και άλλες δράσεις στα επινεφρίδια. Πράγματι, το CRH καταστέλλει το ρυθμό πολλαπλασιασμού των νεοπλασματικών κυττάρων του μυελού των επινεφριδίων ενεργοποιώντας τη διαδικασία της απόπτωσης. Το CRH φαίνεται ότι ενεργοποιεί τους μηχανισμούς της απόπτωσης στο νεοπλασματικό μυελό των επινεφριδίων (φαιοχρωμοκυττώματα). Ο μηχανισμός δράσης του CRH στην ενεργοποίηση της απόπτωσης στα νεοπλασματικά κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων περιλαμβάνει την πρόσδεσή του στον υποδοχέα CRH-R1 και τη φωσφορυλίωση των MAP κινασών. Το CRH ενεργοποιεί την p38 MAP κινάση και τις ERK1/ERK2 MAP κινάσες. Η ενεργοποίηση της p38 MAP κινάσης είναι απαραίτητη για την αύξηση της προ-αποπτωτικής πρωτεΐνης Fas ligand και ακολούθως της απόπτωσης στα νεοπλασματικά κύτταρα του μυελού των επινεφριδίων. Αντίθετα, η ενεργοποίηση των ERK1/ERK2 MAP κινασών από το CRH, είναι πιθανόν να συμμετέχει στη ρύθμιση άλλων μονοπατιών στα κύτταρα χρωμαφίνης, όπως τη ρύθμιση της παραγωγής ή της έκκρισης (κατεχολαμίνες, οπιοειδή πεπτίδια) είτε να λαμβάνει χώρα με ενεργοποίηση του υποδοχέα CRH-R2. Επίσης, είναι πιθανό ότι το CRH αυξάνει την έκφραση της πρωτεΐνης Fas ligand στα κύτταρα χρωμαφίνης για να επηρεάσει την αναδιοργάνωση του φλοιού των επινεφριδίων, βοηθώντας έτσι στη ρύθμιση της αποπτωτικής διαδικασίας του αδένα. Συμπερασματικά, φαίνεται ότι το CRH ενεργοποιεί τη διαδικασία απόπτωσης στα φαιοχρωμοκυττώματα, ενεργοποιώντας την p38 MAP κινάση που με τη σειρά της αυξάνει την παραγωγή της πρωτεΐνης Fas ligand η οποία ενεργοποιεί τον υποδοχέα Fas, την FADD και τελικά τον καταράκτη των κασπασών

    Evaluation of HSP70 deficiency in the inflammatory response in vivo and in vitro: The impact of HSP90 expression, glucocorticoid release, and glutamine administration

    No full text
    The present study aimed to explore the pathway through which Heat Shock Protein 70 (HSP70) is involved in inflammation and sepsis and the possible interaction with glutamine, an essential nutrient during sepsis. We also evaluated the possible interaction of HSP70 with HSP90, another HSP involved in sepsis. Therefore, we utilized mice with specific deletion of the Hsp70.1 and Hsp70.3 genes (Hsp70-/-) and their wild type littermates (Hsp70+/+) for the in vivo studies and primary macrophages collected from Hsp70+/+ and Hsp70-/- mice for the in vitro studies. We found that HSP70 deficiency was associated with lower inflammatory cytokine levels in plasma and lung tissue and increased levels of glucocorticoid secretion during inflammation in vivo. On the contrary, Hsp70-/- murine peritoneal macrophages showed increased inflammatory response compared to Hsp70+/+ macrophages, following LPS stimulation. Glutamine administration repressed the in vivo secretion of plasma cytokines from Hsp70-/- mice while enhanced the in vitro secretion of cytokines from macrophages of the same genotype (Hsp70-/-), but it did not affect the secretion of cytokines from wild type mice either in vivo or in vitro, following LPS treatment. Our data also demonstrated that HSP70 deficiency was associated with increased glucocorticoid release, in vivo. In vitro, pre-treatment of macrophages from both genotypes with HSP90 inhibitor significantly attenuated IL-6 secretion only from Hsp70-/- cells, following LPS treatment. In summary, in vivo, the lack of HSP70 leads to an anti-inflammatory phenotype, while in vitro, the lack of HSP70 in macrophages gives rise to a proinflammatory phenotype, which may be mediated by the HSP90. Both in vivo and in vitro, glutamine treatment responses in Hsp70-/- mice suggest alternative pathways bypassing HSP70

    Cardiorenal Syndrome: Challenges in Everyday Clinical Practice and Key Points towards a Better Management

    Get PDF
    Under the term cardiorenal syndrome (CRS) falls an increasing number of patients who present with combined heart and kidney dysfunction. Despite the increasing knowledge concerning CRS pathophysiology, diagnosis, and treatment, many of the aforementioned aspects remain obscure in everyday clinical practice. Some of the challenges that clinicians face when they treat CRS nowadays is the need for a patient-centered management with early diagnosis, early intervention, the distinction of true kidney injury from permissive renal function deterioration during decongestion therapy, and the development of therapeutic algorithms to guide therapy

    Corticotrophin-Releasing Factor (CRF) and the Urocortins Are Potent Regulators of the Inflammatory Phenotype of Human and Mouse White Adipocytes and the Differentiation of Mouse 3T3L1 Pre-Adipocytes

    No full text
    <div><p>Chronic activation of innate immunity takes place in obesity and initiated by the hypertrophic adipocytes which obtain a pro-inflammatory phenotype. The corticotrophin-releasing factor (CRF) family of neuropeptides and their receptors (CRF<sub>1</sub> and CRF<sub>2</sub>) affect stress response and innate immunity. Adipose tissue expresses a complete CRF system. The aim of this study was to examine the role of CRF neuropeptides in the immune phenotype of adipocytes assessed by their expression of the toll-like receptor-4 (TLR4), the production of inflammatory cytokines IL-6, TNF-α and IL-1β, chemokines IL-8, monocyte attractant protein-1 (MCP-1) and of the adipokines adiponectin, resistin and leptin. Our data are as follows: (a) CRF, UCN2 and UCN3 are expressed in human white adipocytes as well as CRFR<sub>1a</sub>, CRFR<sub>2a</sub> and CRFR<sub>2b</sub> but not CRFR<sub>2c</sub>. 3T3L1 pre-adipocytes and differentiated adipocytes expressed both CRF<sub>1</sub> and CRF<sub>2</sub> receptors and UCN3, while UCN2 was detected only in differentiated adipocytes. CRF<sub>2</sub> was up-regulated in mouse mature adipocytes. (b) CRF<sub>1</sub> agonists suppressed media- and LPS-induced pre-adipocyte differentiation while CRF<sub>2</sub> receptor agonists had no effect. (c) In mouse pre-adipocytes, CRF<sub>2</sub> agonists suppressed TLR4 expression and the production of IL-6, CXCL1 and adiponectin while CRF<sub>1</sub> agonists had no effect. (d) In mature mouse adipocytes LPS induced IL-6 and CXCL1 production and suppressed leptin. (e) In human visceral adipocytes LPS induced IL-6, TNF-α, IL-8, MCP-1 and leptin production and suppressed adiponectin and resistin. (f) In mouse mature adipocytes CRF<sub>1</sub> and CRF<sub>2</sub> agonists suppressed basal and LPS-induced production of inflammatory cytokines, TLR4 expression and adiponectin production, while in human visceral adipocytes CRF and UCN1 suppressed basal and LPS-induced IL-6, TNF-α, IL-8 and MCP-1 production. In conclusion, the effects of the activation of CRF<sub>1</sub> and CRF<sub>2</sub> may be significant in ameliorating the pro-inflammatory activity of adipocytes in obesity.</p></div
    corecore