16 research outputs found
Παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο κρανιοσυνοστέωσης: μία μελέτη ασθενών-μαρτύρων
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η κρανιοσυνοστέωση είναι μια μορφή συγγενούς ανωμαλίας κατά την οποία επέρχεται πρόωρη σύγκλειση των ραφών του κρανίου με έναν ολοένα αυξανόμενο επιπολασμό και άγνωστα αίτια στο 80% των περιπτώσεων. Ο στόχος αυτής της μελέτης είναι να διερευνήσει μια σειρά από παράγοντες που συσχετίζονται αυξημένο κίνδυνο μη συνδρομικής κρανιοσυνοστέωσης.
ΜΕΘΟΔΟΣ Στην αναδρομική μελέτη ασθενών-μαρτύρων συμμετείχαν συνολικά 97 παιδιά εκ των οποίων τα 35 με κρανιοσυνοστέωση. Χρησιμοποιήθηκε ένα ερωτηματολόγιο με 143 ερωτήσεις. Μετά από τις μονοπαραγοντικές αναλύσεις, χρησιμοποιήθηκαν μοντέλα πολυπαραγοντικής λογιστικής παλινδρόμησης.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Στην ομάδα ασθενών, 3 στα 4 παιδιά ήταν άρρενες και 2 στα 3 γεννήθηκαν με καισαρική τομή. Το οικογενειακό ιστορικό συγγενών ανωμαλιών ΚΝΣ σε άλλα αδέρφια, το χαμηλό σωματικό βάρος κατά τη γέννηση, η εκτεταμένη χρήση κινητού τηλεφώνου από τους γονείς και η χρήση φαρμακευτικής αγωγής από την μητέρα κατά τη κύηση ήταν χαρακτηριστικά με στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων. Κατά την πολυπαραγοντική ανάλυση, μόνο η χρήση φαρμακευτικής αγωγής από τη μητέρα (aOR 6.1 [2.1-19], CI 95%) και η χρήση προγεστερόνης κατά την κύηση (aOR 4 [1.2 – 14], CI 95%) συσχετίστηκαν στατιστικώς σημαντικά με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κρανιοσυνοστέωσης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που συσχετίζει τη χρήση προγεστερόνης κατά την κύηση με έναν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κρανιοσυνοστέωσης. Ωστόσο, η έρευνα έχει πολλούς περιορισμούς και το θέμα χρήζει περαιτέρω επιστημονικής διερεύνησης.INTRODUCTION Craniosynostosis is a birth defect involving premature cranial suture fusion with an increasing prevalence and unknown underlying causes in nearly 80% of cases. The aim of this study is to investigate a series of factors associated with a high risk for non-syndromic craniosynostosis.
METHODS This is a retrospective case-control study. A total of 97 children were included in the study, 35 with craniosynostosis. A questionnaire with 143 questions was used. After univariate analyses, stepwise multivariate logistic regression analysis was used.
RESULTS In the craniosynostosis group, 3 out of 4 were males and 2 out of 3 born with caesarian section. History for CNS abnormalities in their younger siblings, low birth weight, extended use of mobile phone from the parents and medication use significantly differed between craniosynostosis and control group. After adjustment for all factors, only maternal medication use (aOR 6,1 [2.1 – 19], CI 95%) and oral progesterone intake (aOR 4 [1.2 – 14], CI 95%) were significantly associated with an increased risk for craniosynostosis occurrence.
CONCLUSION The current study is the first to suggest oral progesterone intake during pregnancy as a potential risk factor for craniosynostosis occurrence. However, the study has several limitations and further research is warranted
Η μελέτη του ρόλου προγεννητικών παραγόντων στην εμφάνιση καλοήθων και κακοήθων παθήσεων του κεντρικού νευρικού συστήματος (Κ.Ν.Σ.) στα παιδιά
ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη του ρόλου των προγεννητικών παραγόντων κινδύνου στην εμφάνιση καλοήθων και κακοήθων παθήσεων του ΚΝΣ στα παιδιά. Προγεννητικοί ή περιγεννητικοί παράγοντες κινδύνου ονομάζονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη του ανθρώπινου εμβρύου κατά τη διάρκεια της κύησης, από τη γονιμοποίηση μέχρι τη γέννηση. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται η ηλικία των γονέων, το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, οι συνθήκες ζωής, οι κοινωνικές συμπεριφορές των γονέων, η γονική επαγγελματική έκθεση, οι θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και η μητρική έκθεση κατά την κύηση σε φαρμακευτικά σκευάσματα, νοσήματα ή παθολογικές καταστάσεις που ενδεχομένως μπορεί να καθορίσουν την υγεία του εμβρύου.
ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Διεξήχθη μελέτη ασθενών-μαρτύρων (case –control study), στο Νοσοκομείο Παίδων "Η Αγία Σοφία" της Αθήνας από το 2007 – 2012. σε ασθενείς που αντιμετωπίσθηκαν χειρουργικά για κάποια καλοήθη ή κακοήθη πάθηση του ΚΝΣ. Με βάση τη συχνότητα των προγεννητικών παραγόντων στο γενικό πληθυσμό των υγιών παιδιών, [αναμενόμενος ΣΚ (σχετικός κίνδυνος) κατ’ ελάχιστο 2,2 και p≤0.05], ελήφθησαν συνεντεύξεις από τους γονείς 100 ασθενών – παιδιών που αντιμετωπίσθηκαν χειρουργικά για κάποια καλοήθη ή κακοήθη πάθηση του ΚΝΣ και από τους γονείς διπλάσιου, ανά κατηγορία παθήσεως, αριθμό μαρτύρων. Για λόγους μελέτης οι παθήσεις των ασθενών ομαδοποιήθηκαν σε όγκου, δυσραφισμούς/υδροκέφαλους, κρανιοσυνοστεώσεις και άλλες συγγενείς ανωμαλίες. Οι μέσες τιμές, οι τυπικές αποκλίσεις, οι διάμεσοι και τα ενδοτεταρτημοριακά εύρη χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποσοτικών μεταβλητών. Οι απόλυτες (Ν) και οι σχετικές (%) συχνότητες χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποιοτικών μεταβλητών. Για τη σύγκριση αναλογιών χρησιμοποιήθηκε το Pearson’s χ2 test ή το Fisher's exact test, όπου ήταν απαραίτητο. Για τη σύγκριση ποσοτικών μεταβλητών μεταξύ δυο ομάδων χρησιμοποιήθηκε το Student’s t-test. Επίσης για την εύρεση ανεξάρτητων παραγόντων που σχετίζονται με την ύπαρξη όγκου, δυσραφισμού/υδροκέφαλου, κρανιοσυνοστέωσης και άλλων συγγενών ανωμαλιών, έγινε ανάλυση λογαριθμιστικής παλινδρόμησης με τη διαδικασία διαδοχικής ένταξης/αφαίρεσης και προέκυψαν σχετικοί λόγοι (Odds ratio) με τα 95% διαστήματα εμπιστοσύνης τους (95% ΔΕ). Τα επίπεδα σημαντικότητας είναι αμφίπλευρα και η στατιστική σημαντικότητα τέθηκε στο 0,05.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Σχετικά με το είδος της σύλληψης (φυσιολογική ή υποβοηθούμενη) στην μονοπαραγοντική ανάλυση, το OR για ανάπτυξη καρκίνου του εγκεφάλου, κρανιοσυνοστέωσης και δυσραφισμού/υδροκέφαλου είναι 3,2, 3,7 και 4,8 αντίστοιχα για παιδιά που γεννήθηκαν μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση σε σχέση με τους μάρτυρες. Με την πολυπαραγοντική λογαριθμιστική παλινδρόμηση έχοντας σαν εξαρτημένη μεταβλητή την ύπαρξη όγκου, διαπιστώθηκε ότι το υψόμετρο διαμονής κατά την κύηση, η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες και η περιοχή διαμονής κατά την κύηση βρέθηκαν να σχετίζονται ανεξάρτητα με την ύπαρξη όγκου εγκεφάλου στην παιδική ηλικία. Όσον αφορά την ύπαρξη δυσραφισμού/υδροκέφαλου, διαπιστώθηκε ότι η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες, η έκθεση μητέρας σε φάρμακα κατά την κύηση και η ύπαρξη επεισοδίου ενδομήτριας ενδοεγκεφαλικής-ενδοκοιλιακής αιμορραγίας σχετίζονται ανεξάρτητα με τις εν λόγω βλάβες. Επίσης, η χρήση κινητού από τη μητέρα κατά την κύηση, η έκθεση της μητέρας σε φάρμακα κατά την κύηση, η χορήγηση προγεστερόνης (Utrogestan) στη μητέρα από το γυναικολόγο κατά τη διάρκεια της κύησης και το ιστορικό προηγούμενου τέκνου με κάποια πάθηση του ΚΝΣ βρέθηκαν να σχετίζονται ανεξάρτητα με την ύπαρξη κρανιοσυνοστέωσης. Όσον αφορά την ύπαρξη άλλων συγγενών ανωμαλιών, διαπιστώθηκε ότι μόνο η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες βρέθηκε να σχετίζεται ανεξάρτητα με την ύπαρξη άλλων συγγενών ανωμαλιών. Τέλος, τα παιδιά με δυσραφισμό/υδροκέφαλο ή κρανιοσυνοστέωση, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννηθούν με καισαρική σε σύγκριση με τους μάρτυρες, ενώ τα παιδιά με δυσραφισμό/υδροκέφαλο βρέθηκαν να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννηθούν πρόωρα ή να συμβεί κατά τη διαδικασία της γέννησης τους πρώιμη ρήξη του αμνιακού σάκου σε σύγκριση με τους μάρτυρες.OBJECTIVE: The purpose of the study is to highlight the role of perinatal risk factors in the occurrence of benign and malignant diseases of the CNS in children. Prenatal or perinatal risk factors are called the factors affecting the development of the human fetus during pregnancy, from fertilization (preconception phase/conception) to birth. These factors include parents’ age, personal and family history, parental living conditions, parental social behavior, parental occupational exposure; assisted reproduction treatments and maternal exposure to medical drugs during pregnancy, diseases or pathologies that could possibly determine the health of the fetus.
MATERIAL AND METHOD: A case - control study was conducted, at Children's Hospital "Agia Sophia" in Athens from 2007 - 2012 to patients who were treated surgically for a benign or malignant disease of CNS. Based on the frequency of prenatal factors in the general population of healthy children, 100 parents of patients who were treated surgically for a benign or malignant disease of CNS and parents twice the number of controls (by category of disease) were interviewed. For the purposes of the study, patients were divided into four groups: tumors, dysraphism / hydrocephalus, craniosynostosis and other congenital defects. Means, standard deviations, medians and interquartile ranges were used to describe the quantitative variables. Absolute (N) and relative (%) frequencies used for the description of qualitative variables. For the comparison of ratios Pearson's x2 test or Fisher's exact test, where used. For the comparison of quantitative variables between two groups Student's t-test was used. Moreover, in order to find independent factors associated with existence of such lesions, logistic regression analysis was conducted using the sequential process of integration / removal and odd ratios with their 95% confidence intervals (95% CI) emerged. Significance levels are bilaterally and statistical significance was set at 0.05.
RESULTS: Regarding the type of conception (natural or assisted) in the univariate analysis, the OR for developing brain tumors, craniosynostosis and dysraphism / hydrocephalus is 3.2, 3.7 and 4.8 respectively, for children born after IVF fertilization compared to controls. By multivariate logistic regression, having tumor existence as dependent variable, the altitude of residence during pregnancy, the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy and the region of residence during pregnancy were found to be independently associated with existence of brain tumors in childhood. As regards the existence of dysraphism / hydrocephalus, it was found that the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy, the maternal exposure to drugs during pregnancy and the intrauterine intracerebral - intraventricular hemorrhage associated independently with such lesions. Furthermore, the maternal use of mobile phone during pregnancy, the maternal exposure to drugs during pregnancy, the maternal progesterone (Utrogestan) intake during pregnancy and the positive history of previous child for CNS disorders were found to be independently associated with craniosynostosis. As regards the existence of other congenital defects, it was found that only the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy are independently associated with the presence of other congenital birth defects. Finally, children with dysraphism / hydrocephalus or craniosynostosis, are more likely to be born by caesarean section compared to controls, while children with dysraphism / hydrocephalus were found more likely to be born prematurely or to occur premature rupture of membranes (PROM) during pregnancy, compared to controls.
CONCLUSIONS: In conclusion, this study confirmed and reinforced already known risk factors for benign and malignant diseases of the CNS in children and reviewed the role of assisted reproduction treatments in the appearance of CNS defects in children. In addition, our study lays the foundations for evaluating the paternal occupational exposure (use or contact) to industrial solvents or other substances before pregnancy, the maternal progesterone (Utrogestan) intake and the maternal use of mobile phone during pregnancy as an important risk factor for the appearance of hydrocephalus and craniosynostosis in childhood, respectively. Certainly, due to the small number of patients involved in our study, further investigation is needed
Interprofessional School Team Members" Views on the School Nurse Role: A Cross-Sectional Study
Interprofessional School Team Members" Views on the School Nurse Role: A Cross-Sectional Stud
Outside the intensive care unit : experiences of family members of critically ill patients in Greece
The experiences of the relatives of patients in Intensive Care Units (ICUs) are of international concern. In Greece however, the difficult nature of their experience has not yet been recognised and a considerable number of people have not received adequate attention from the medically-orientated Greek healthcare system. Here, the experience of relatives of ICU patients in Greece is examined from a qualitative perspective using in-depth interviews with 25 relatives of leU patients, together with observations to cross-validate the data obtained. The research is underpinned by the social constructionist version of grounded theory described by Charmaz (1990, 2000). Analysis of the data consisted of line-by-line coding, selective coding, memo writing and constant comparisons to define and refine the identified categories. Codes and categories identified were cross-validated by two other independent bilingual researchers. Seven major categories were identified. The experiences of the families revolve around the two core categories 'Intense Emotions' and 'Vigilant Attendance'. The Intense Emotions category and its main component, 'anticipatory grief', affect vigilant attendance positively, as these aspects cause family members to remain close to the patient to observe proceedings. Conversely, a 'loss of intimacy' causes an additional grief to relatives; some avoided a reminder ofthis loss by not going to visit the patient. The conceptualisation of three new categories in this field, 'Vigilant Attendance', 'Religiosity' and 'Loss of Intimacy', form an original contribution to knowledge. Three further categories were identified, namely 'Caring', 'Dignity' and 'Information' and the various interrelationships between all seven categories were also examined. The findings ofthis study suggest that major changes need to be made to the management ofthe families of critically ill patients in Greece, particularly in relation to information and visiting policies. Further implications for policy, research and practice are discussed.EThOS - Electronic Theses Online ServiceGBUnited Kingdo
The study of role of perinatal factors in the appearance of benign and malignant diseases of Central Nervous System (CNS) in children
OBJECTIVE: The purpose of the study is to highlight the role of perinatal risk factors in the occurrence of benign and malignant diseases of the CNS in children. Prenatal or perinatal risk factors are called the factors affecting the development of the human fetus during pregnancy, from fertilization (preconception phase/conception) to birth. These factors include parents’ age, personal and family history, parental living conditions, parental social behavior, parental occupational exposure; assisted reproduction treatments and maternal exposure to medical drugs during pregnancy, diseases or pathologies that could possibly determine the health of the fetus.MATERIAL AND METHOD: A case - control study was conducted, at Children's Hospital "Agia Sophia" in Athens from 2007 - 2012 to patients who were treated surgically for a benign or malignant disease of CNS. Based on the frequency of prenatal factors in the general population of healthy children, 100 parents of patients who were treated surgically for a benign or malignant disease of CNS and parents twice the number of controls (by category of disease) were interviewed. For the purposes of the study, patients were divided into four groups: tumors, dysraphism / hydrocephalus, craniosynostosis and other congenital defects. Means, standard deviations, medians and interquartile ranges were used to describe the quantitative variables. Absolute (N) and relative (%) frequencies used for the description of qualitative variables. For the comparison of ratios Pearson's x2 test or Fisher's exact test, where used. For the comparison of quantitative variables between two groups Student's t-test was used. Moreover, in order to find independent factors associated with existence of such lesions, logistic regression analysis was conducted using the sequential process of integration / removal and odd ratios with their 95% confidence intervals (95% CI) emerged. Significance levels are bilaterally and statistical significance was set at 0.05.RESULTS: Regarding the type of conception (natural or assisted) in the univariate analysis, the OR for developing brain tumors, craniosynostosis and dysraphism / hydrocephalus is 3.2, 3.7 and 4.8 respectively, for children born after IVF fertilization compared to controls. By multivariate logistic regression, having tumor existence as dependent variable, the altitude of residence during pregnancy, the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy and the region of residence during pregnancy were found to be independently associated with existence of brain tumors in childhood. As regards the existence of dysraphism / hydrocephalus, it was found that the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy, the maternal exposure to drugs during pregnancy and the intrauterine intracerebral - intraventricular hemorrhage associated independently with such lesions. Furthermore, the maternal use of mobile phone during pregnancy, the maternal exposure to drugs during pregnancy, the maternal progesterone (Utrogestan) intake during pregnancy and the positive history of previous child for CNS disorders were found to be independently associated with craniosynostosis. As regards the existence of other congenital defects, it was found that only the paternal use or contact with industrial solvents or other substances before pregnancy are independently associated with the presence of other congenital birth defects. Finally, children with dysraphism / hydrocephalus or craniosynostosis, are more likely to be born by caesarean section compared to controls, while children with dysraphism / hydrocephalus were found more likely to be born prematurely or to occur premature rupture of membranes (PROM) during pregnancy, compared to controls.CONCLUSIONS: In conclusion, this study confirmed and reinforced already known risk factors for benign and malignant diseases of the CNS in children and reviewed the role of assisted reproduction treatments in the appearance of CNS defects in children. In addition, our study lays the foundations for evaluating the paternal occupational exposure (use or contact) to industrial solvents or other substances before pregnancy, the maternal progesterone (Utrogestan) intake and the maternal use of mobile phone during pregnancy as an important risk factor for the appearance of hydrocephalus and craniosynostosis in childhood, respectively. Certainly, due to the small number of patients involved in our study, further investigation is needed.ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη του ρόλου των προγεννητικών παραγόντων κινδύνου στην εμφάνιση καλοήθων και κακοήθων παθήσεων του ΚΝΣ στα παιδιά. Προγεννητικοί ή περιγεννητικοί παράγοντες κινδύνου ονομάζονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη του ανθρώπινου εμβρύου κατά τη διάρκεια της κύησης, από τη γονιμοποίηση μέχρι τη γέννηση. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται η ηλικία των γονέων, το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, οι συνθήκες ζωής, οι κοινωνικές συμπεριφορές των γονέων, η γονική επαγγελματική έκθεση, οι θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και η μητρική έκθεση κατά την κύηση σε φαρμακευτικά σκευάσματα, νοσήματα ή παθολογικές καταστάσεις που ενδεχομένως μπορεί να καθορίσουν την υγεία του εμβρύου.ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Διεξήχθη μελέτη ασθενών-μαρτύρων (case –control study), στο Νοσοκομείο Παίδων "Η Αγία Σοφία" της Αθήνας από το 2007 – 2012. σε ασθενείς που αντιμετωπίσθηκαν χειρουργικά για κάποια καλοήθη ή κακοήθη πάθηση του ΚΝΣ. Με βάση τη συχνότητα των προγεννητικών παραγόντων στο γενικό πληθυσμό των υγιών παιδιών, [αναμενόμενος ΣΚ (σχετικός κίνδυνος) κατ’ ελάχιστο 2,2 και p≤0.05], ελήφθησαν συνεντεύξεις από τους γονείς 100 ασθενών – παιδιών που αντιμετωπίσθηκαν χειρουργικά για κάποια καλοήθη ή κακοήθη πάθηση του ΚΝΣ και από τους γονείς διπλάσιου, ανά κατηγορία παθήσεως, αριθμό μαρτύρων. Για λόγους μελέτης οι παθήσεις των ασθενών ομαδοποιήθηκαν σε όγκου, δυσραφισμούς/υδροκέφαλους, κρανιοσυνοστεώσεις και άλλες συγγενείς ανωμαλίες. Οι μέσες τιμές, οι τυπικές αποκλίσεις, οι διάμεσοι και τα ενδοτεταρτημοριακά εύρη χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποσοτικών μεταβλητών. Οι απόλυτες (Ν) και οι σχετικές (%) συχνότητες χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποιοτικών μεταβλητών. Για τη σύγκριση αναλογιών χρησιμοποιήθηκε το Pearson’s χ2 test ή το Fisher's exact test, όπου ήταν απαραίτητο. Για τη σύγκριση ποσοτικών μεταβλητών μεταξύ δυο ομάδων χρησιμοποιήθηκε το Student’s t-test. Επίσης για την εύρεση ανεξάρτητων παραγόντων που σχετίζονται με την ύπαρξη όγκου, δυσραφισμού/υδροκέφαλου, κρανιοσυνοστέωσης και άλλων συγγενών ανωμαλιών, έγινε ανάλυση λογαριθμιστικής παλινδρόμησης με τη διαδικασία διαδοχικής ένταξης/αφαίρεσης και προέκυψαν σχετικοί λόγοι (Odds ratio) με τα 95% διαστήματα εμπιστοσύνης τους (95% ΔΕ). Τα επίπεδα σημαντικότητας είναι αμφίπλευρα και η στατιστική σημαντικότητα τέθηκε στο 0,05.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Σχετικά με το είδος της σύλληψης (φυσιολογική ή υποβοηθούμενη) στην μονοπαραγοντική ανάλυση, το OR για ανάπτυξη καρκίνου του εγκεφάλου, κρανιοσυνοστέωσης και δυσραφισμού/υδροκέφαλου είναι 3,2, 3,7 και 4,8 αντίστοιχα για παιδιά που γεννήθηκαν μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση σε σχέση με τους μάρτυρες. Με την πολυπαραγοντική λογαριθμιστική παλινδρόμηση έχοντας σαν εξαρτημένη μεταβλητή την ύπαρξη όγκου, διαπιστώθηκε ότι το υψόμετρο διαμονής κατά την κύηση, η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες και η περιοχή διαμονής κατά την κύηση βρέθηκαν να σχετίζονται ανεξάρτητα με την ύπαρξη όγκου εγκεφάλου στην παιδική ηλικία. Όσον αφορά την ύπαρξη δυσραφισμού/υδροκέφαλου, διαπιστώθηκε ότι η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες, η έκθεση μητέρας σε φάρμακα κατά την κύηση και η ύπαρξη επεισοδίου ενδομήτριας ενδοεγκεφαλικής-ενδοκοιλιακής αιμορραγίας σχετίζονται ανεξάρτητα με τις εν λόγω βλάβες. Επίσης, η χρήση κινητού από τη μητέρα κατά την κύηση, η έκθεση της μητέρας σε φάρμακα κατά την κύηση, η χορήγηση προγεστερόνης (Utrogestan) στη μητέρα από το γυναικολόγο κατά τη διάρκεια της κύησης και το ιστορικό προηγούμενου τέκνου με κάποια πάθηση του ΚΝΣ βρέθηκαν να σχετίζονται ανεξάρτητα με την ύπαρξη κρανιοσυνοστέωσης. Όσον αφορά την ύπαρξη άλλων συγγενών ανωμαλιών, διαπιστώθηκε ότι μόνο η χρήση ή επαφή του πατέρα πριν την κύηση με βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες βρέθηκε να σχετίζεται ανεξάρτητα με την ύπαρξη άλλων συγγενών ανωμαλιών. Τέλος, τα παιδιά με δυσραφισμό/υδροκέφαλο ή κρανιοσυνοστέωση, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννηθούν με καισαρική σε σύγκριση με τους μάρτυρες, ενώ τα παιδιά με δυσραφισμό/υδροκέφαλο βρέθηκαν να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννηθούν πρόωρα ή να συμβεί κατά τη διαδικασία της γέννησης τους πρώιμη ρήξη του αμνιακού σάκου σε σύγκριση με τους μάρτυρες.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Συμπερασματικά, επιβεβαιώνονται και ενισχύονται ήδη γνωστοί παράγοντες κινδύνου για καλοήθεις και κακοήθεις παθήσεις του ΚΝΣ στα παιδιά ενώ επανεξετάζεται ο ρόλος της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στην εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών του ΚΝΣ στα παιδιά. Επίσης, η συγκεκριμένη μελέτη, θέτει τη βάση για την αξιολόγηση της επαγγελματικής έκθεσης του πατέρα (χρήση ή επαφή) σε βιομηχανικούς διαλύτες ή άλλες ουσίες πριν από την εγκυμοσύνη, τη λήψη προγεστερόνης (Utrogestan) και τη χρήση κινητού τηλεφώνου από τη μητέρα κατά την κύηση, ως ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση υδροκεφαλίας και κρανιοσυνοστέωσης στην παιδική ηλικία, αντίστοιχα. Βέβαια, λόγω του μικρού αριθμού των ασθενών που συμμετέχουν στη μελέτη, κρίνεται αναγκαία η περαιτέρω διερεύνηση
High risk factors for craniosynostosis during pregnancy: A case-control study.
Background
Craniosynostosis is a birth defect involving premature cranial sutures' fusion with an increasing prevalence and unknown underlying causes in nearly 80% of cases. The current study investigates a series of high-risk factors associated with a non-syndromic craniosynostosis.
Methods
Ninety-seven (97) children were included in the retrospective case-control study, 62 controls and 35 with craniosynostosis. A questionnaire with 143 questions was used in face-to-face interviews. After univariate analyses, stepwise multivariate logistic regression analysis was implemented.
Results
In craniosynostosis group, 3 out of 4 were male subjects and 2 out of 3 born with caesarian section. History for central nervous system abnormalities in their younger siblings, low birth weight, extended use of mobile phone from the parents and medications' use differed significantly between craniosynostosis and control group. After adjustment for all factors, only maternal medication use (aOR 6,1 [2.1 - 19], CI 95%) and oral progesterone intake (aOR 4 [1.2 - 14], CI 95%) were significantly associated with an increased risk in craniosynostosis group.
Conclusion
The maternal medications' use and particular oral progesterone intake is associated with an increased risk for non-syndromic craniosynostosis. However, due to the study's limitations, further research is warranted
The role of religiosity as a coping resource for relatives of critically ill patients in Greece
Critical care hospitalisation is emotionally overwhelming for the relatives of patients. Research has shown that religiosity is an effective coping resource for people with health related problems and has been correlated with better health outcomes. However the processes by which religiosity is utilized and its ejfocts on relatives of critically ill patients have not been adequately explored. This article presents relatives\u27 experiences and processes of religiosity; it is part of a wider grounded theory study on the experiences of critically ill patients\u27relatives in Greece. T wenty-jive relatives of patients in the intensive care units of three public general district hospitals in Athens, Greece, participated in 19 interviews. Religiosity was found tv be the main source of hope, strength and courage for relatives and was expressed with church/monastery attendance, belief in God, praying. and performing religious rituals. Health care professionals should pay attention and understand these aspects of coping.<br /
Health-related religious rituals of the Greek Orthodox Church : their uptake and meanings
AimTo examine the uptake of religious rituals of the Greek Orthodox Church by relatives of patients in critical condition in Greece and to explore their symbolic representations and spiritual meanings.BackgroundPatients and their relatives want to be treated with respect and be supported for their beliefs, practices, customs and rituals. However nurses may not be ready to meet the spiritual needs of relatives of patients, while the health-related religious beliefs, practices and rituals of the Greek Orthodox Christian denomination have not been explored.MethodThis study was part of a large study encompassing 19 interviews with 25 informants, relatives of patients in intensive care units of three large hospitals in Athens, Greece, between 2000 and 2005. In this paper data were derived from personal accounts of religious rituals given by six participants.ResultsRelatives used a series of religious rituals, namely blessed oil and holy water, use of relics of saints, holy icons, offering names for pleas and pilgrimage.ConclusionThrough the rituals, relatives experience a sense of connectedness with the divine and use the sacred powers to promote healing of their patients.Implications for nursing managementNurse managers should recognize, respect and facilitate the expression of spirituality through the practice of religious rituals by patients and their relatives.<br /