16 research outputs found

    Structure of soil biocoenosis and biodiversity in olive orchards of three eastern Mediterranean islands

    Get PDF
    Σε αυτήν την εργασία μελετήθηκε η πανίδα του εδάφους με παγίδες παρεμβολής (pitffal traps) και συγκρίνονται τα αποτελέσματα από έξι ελαιώνες σε τρία χωριά της Μεσαράς (Πέρι, Πετροκεφάλι, Κουσές), σε άλλους τρεις ελαιώνες της Κρήτης σε Βασιλιές, Σκαλάνι, και Αγρόκτημα ΤΕΙ (όλοι πέριξ της πόλης του Ηρακλείου) και σε δύο ελαιώνες άλλων νησιών, ενός από την Κω και ενός από την Κύπρο. Συνολικά συνελήφθησαν 35 taxa, από τα οποία τα 21 ανήκουν στα έντομα και τα 6 στα αραχνίδια. Στις βιοκοινότητες κυριαρχεί το ζεύγος των ομάδων Κολεόπτερα και Μυρμήγκια (οικ. Formicidae) στους οκτώ από τους ένδεκα συνολικά ελαιώνες. Στους 10 από τους ένδεκα οι δύο αυτές ομάδες καταλαμβάνουν από 61-62% έως 91- 92%. Άλλες σημαντικές ομάδες αποτελούν τα Δίπτερα, τα Υμενόπτερα, τα Κολλέμβολα, τα Φαλάγγια, οι Αράχνες, τα Ακάρεα και τα Ισόποδα. Αν προσθέσουμε τα ποσοστά αυτών των επτά ομάδων στις δύο πρώτες, συνολικά οι εννέα ομάδες αρθροπόδων καλύπτουν από 88 έως 99%. Οι τιμές βιοποικιλότητας κυμαίνονται (σύμφωνα με το δείκτη Shannon) από λίγο άνω της μονάδας (1,02) έως άνω του 2 (2,24). Χαμηλότερες βιοποικιλότητες εμφανίζουν οι δύο ελαιώνες εκτός Κρήτης, μαζί με τον ελαιώνα του Σκαλανίου. Ομαδοποιήσαμε τους ελαιώνες της Μεσαράς ως μία ομάδα, τους ελαιώνες της υπόλοιπης Κρήτης ως δεύτερη και τους ελαιώνες των άλλων νησιών ως τρίτη. Σύμφωνα με την ANOVA οι διαφορές είναι στατιστικά σημαντικές σε επίπεδο 95% και οι ελαιώνες της Μεσαράς εμφανίζουν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερη βιοποικιλότητα από τους ελαιώνες των άλλων νησιών (Κύπρου, Κω), σύμφωνα και με τους τέσσερις post hoc δείκτες που χρησιμοποιήσαμε (Tukey, Duncan, Scheffe, LSD). Σε ότι αφορά ομοιότητες βιοκοινοτήτων, ορισμένοι από τους ελαιώνες της Μεσαράς εμφανίζουν μεταξύ τους τις μεγαλύτερες (σύμφωνα με το δείκτη Jaccard). Υψηλή ομοιότητα εμφανίζει και ο ελαιώνας του Σκαλανίου με αυτόν της Κύπρου, αμφότεροι συμβατικοί. Μεταξύ των 15 υψηλοτέρων τιμών ομοιότητας (0,9 και άνω), οι 14 αφορούν ζεύγη ελαιώνων της Μεσαράς. Οι τέσσερις στις πέντε χαμηλότερες τιμές (0,48-0,56) αφορούν ζεύγη ελαιώνων από διαφορετικά νησιά. Υπάρχουν ζωικές ομάδες που εμφανίζονται σε στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερα ποσοστά σε ελαιώνες ορισμένων περιοχών, ωστόσο χρειάζεται περαιτέρω μελέτη για την επιβεβαίωση αυτής της ένδειξης. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ελαιώνες σε ότι αφορά τόσο στη δομή, όσο και στη βιοποικιλότητά τους, είναι από τα αγροοικοσυστήματα τα λιγότερο επηρεαζόμενα από τις καλλιεργητικές διεργασίες, όπως προκύπτει από την σχεδόν πλήρη ταύτιση των κύριων ομάδων και από τις τιμές του δείκτη ομοιότητας μεταξύ συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών.In this work the structure of soil arthropods’ biocoenosis was compared among 11 olive orchards from six localities of Crete (three of the localities from Messara’s valley, including two olive orchards each one, plus three localities near to Herakleion city) and other two ones each from the island of Kos and Cyprus. Pitfall traps were used and totally 35 taxa were captured. The order Coleoptera and the family Formicidae were the two main taxa at the 8 of the 11 olive orchards. Statistically significant differences in biodiversity were recorded among the orchards separating them in three groups, the first group included Messara’s olive orchards, the second the olive orchards of the rest of the Crete and the third group the olive groves of the other two islands. Messara’s group had higher biodiversity than the third group. By studying the similarities of biological communities, some pairs of Messara’s olive groves, have the highest ones. Among the 15 highest values, the 14 belonged to pairs between Messara’s olive orchards. Generally, biocoenosis in all 11 olive orchards of the three different islands follows a similar pattern, despite of differences in cultural practices and changes of climatic factors from a year to another

    Entomopathogens of Anαcridium αegyptium L. in Crete

    Get PDF
    Στα πλαίσια ενός τριετούς ερευνητικού προγράμματος για τις ακρίδες στην Κρήτη ερευνήθηκε η nύπαρξη ιθαγενων εντομοπαθογόνιον μικροοργανισμοί για την βιολογική καταπολέμηση τους. Απομονιόθηκε για πρώτη φορά ο μύκητας Beauveria bassiana (Bals) Vuill., αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα του στα ακμαία και νύμφες πρώτης ηλικίας της ακρίδας Anacridium aegyptiumL., είδος βλαβερό σε αμπέλια και λαχανικά, και συγκρίθηκε με το στέλεχος τουεντομοπαθογόνου μύκητα Metarhizium anisopliae var. acridum (IMI 330189). Τα πειράματα έδειξαν ότι το ιθαγενές στέλεχος του μύκητα Β. bassiana που ναπομονώθηκε είχε εξαιρετική αποτελεσματικότητα σε ακμαία και νύμφες πρώτης ηλικίας της ακρίδας Α. aegyptium, δεν υστερεί νσε αποτελεσματικότητα από το μύκητα M. flavoviride και ενδείκνυται για το βιολογικό έλεγχο και προγράμματα ολοκληρωμένης διαχείρισης.The entomopathogenic fungus Beauveria bassiana (Bals.) Vuil. was recorded for the first time on Anacridium aegyptium L. in Crete. The insects were fed on pieces of leaf subjected to a serial dilution of spores over three to four orders of magnitute. Comparative studies on the virulence of B. bassiana (I 91612 local isolate) and Metarhizium anisopliae var. acridum (IMI 330189 standard isolate of IIBC) showed that M. anisopliae var. acridum was more virulent than B. bassiana at a conidial concentration lower or equal to 106 per ml while they were similarly virulent on first stage nymphs at 107 conidia per ml

    Soil arthropod biodiversity in plain and hilly olive orchard agroecosystems, in Crete, Greece

    Get PDF
    Μελετήθηκε η βιοποικιλότητα της εδαφόβιας πανίδας αρθροπόδων σε 24 ελαιώνες, οι οποίοι βρίσκονται σε οκτώ διαφορετικές τοποθεσίες στην περιοχή της Μεσσαράς, Κρήτη, και καλύπτουν τις κύριες αγροοικολογικές ζώνες της ελαιοπαραγωγής, πεδινή και λοφώδη. Οι μετρήσεις της εδαφόβιας πανίδας περιλάμβαναν πέντε εβδομαδιαίες δειγματοληψίες σε κάθε εποχή του έτους, με χρήση παγίδων παρεμβολής εδάφους (pitfall traps). Επίσης, ορίστηκαν ομάδες λειτουργικής πανίδας, που αφορούν την βιολογική καταπολέμηση των εχθρών της ελιάς και την ανακύκλωση των θρεπτικών συστατικών του αγροοικοσυστήματος των ελαιώνων. Έγινε σύγκριση μεταξύ των διαφορετικών αγροοικολογικών ζωνών, όσον αφορά την αφθονία και την ποικιλότητα των εδαφόβιων αρθροπόδων και των λειτουργικών τους ομάδων. Στις ταξινομικές ομάδες με μεγάλη αφθονία απαντώνται τα Coleoptera (39.52%), η οικογένεια Formicidae (27.3%), τα Araneae (8.77%) και τα Collembola (5.32%). Η λοφώδης αγροοικολογική ζώνη παρουσίασε υψηλότερη ολική ποικιλότητα αρθροπόδων, ωστόσο χαμηλότερη αφθονία, λόγω της παρουσίας της οικογένειας Tenebrionidae. Ο πλούτος των ταξινομικών ομάδων δεν διέφερε μεταξύ των αγροοικολογικών ζωνών. Η ολική λειτουργική πανίδα αντιπροσώπευσε ένα μεγάλο ποσοστό της ολικής βιοποικιλότητας (76.7%) ενώ παρουσίασε μια τάση υψηλότερης σχετικής αφθονίας στους λοφώδεις ελαιώνες, με εποχικές στατιστικά σημαντικές διαφορές. Ο δείκτης βιοποικιλότητας Shannon υπέδειξε υψηλότερη βιοποικιλότητα στους λοφώδεις ελαιώνες, με στατιστικά σημαντικές διαφορές την άνοιξη. Γενικά, η λιγότερο εντατική ελαιοπαραγωγή των λοφωδών ελαιώνων φάνηκε να ευνοεί την βιοποικιλότητα της εδαφόβιας πανίδας αρθροπόδων.Soil arthropod biodiversity was monitored in 24 olive orchards located in eight different sites in Messara, Crete, covering the two main agroecological zones of olive oil production, hilly and plain. Monitoring was done weekly for five weeks per season, from autumn 2011 to summer 2012, using pitfall traps. Subgroups of functional taxa were defined with respect to services of biological pest control and of nutrient cycling. Comparison of the different agroecological zones in terms of abundance and diversity of soil arthropods and functional subgroups was performed. Coleoptera (39.52%), Formicidae (27.3%), Araneae (8.77%) and Collembola (5.32%) were the most abundant taxa found in the olive orchards. Hilly orchards presented higher total arthropod diversity, but lower abundance due to family Tenebrionidae. Arthropod richness did not differ between agroecological zones. Functional arthropods were a major part of total abundance (76.7%) and presented a trend of higher catches abundance in the hilly orchards arthropods with seasonally statistically significant differences. Shannon Index of Diversity showed higher arthropod diversity in the hilly orchards, being significantly higher in spring. The less intensive olive production in hilly areas appeared to favour soil arthropod diversity

    Pharmacological And Genetic Reversal Of Age-Dependent Cognitive Deficits Attributable To Decreased Presenilin Function

    Get PDF
    Alzheimer\u27s disease (AD) is the leading cause of cognitive loss and neurodegeneration in the developed world. Although its genetic and environmental causes are not generally known, familial forms of the disease (FAD) are attributable to mutations in a single copy of the Presenilin (PS) and amyloid precursor protein genes. The dominant inheritance pattern of FAD indicates that it may be attributable to gain or change of function mutations. Studies of FAD-linked forms of presenilin (psn) in model organisms, however, indicate that they are loss of function, leading to the possibility that a reduction in PS activity might contribute to FAD and that proper psn levels are important for maintaining normal cognition throughout life. To explore this issue further, we have tested the effect of reducing psn activity during aging in Drosophila melanogaster males. We have found that flies in which the dosage of psn function is reduced by 50% display age-onset impairments in learning and memory. Treatment with metabotropic glutamate receptor (mGluR) antagonists or lithium during the aging process prevented the onset of these deficits, and treatment of aged flies reversed the age-dependent deficits. Genetic reduction of Drosophila metabotropic glutamate receptor (DmGluRA), the inositol trisphosphate receptor (InsP(3)R), or inositol polyphosphate 1-phosphatase also prevented these age-onset cognitive deficits. These findings suggest that reduced psn activity may contribute to the age-onset cognitive loss observed with FAD. They also indicate that enhanced mGluR signaling and calcium release regulated by InsP(3)R as underlying causes of the age-dependent cognitive phenotypes observed when psn activity is reduced

    PDE-4 inhibition rescues aberrant synaptic plasticity in Drosophila and mouse models of fragile X syndrome.

    Get PDF
    Fragile X syndrome (FXS) is the leading cause of both intellectual disability and autism resulting from a single gene mutation. Previously, we characterized cognitive impairments and brain structural defects in a Drosophila model of FXS and demonstrated that these impairments were rescued by treatment with metabotropic glutamate receptor (mGluR) antagonists or lithium. A well-documented biochemical defect observed in fly and mouse FXS models and FXS patients is low cAMP levels. cAMP levels can be regulated by mGluR signaling. Herein, we demonstrate PDE-4 inhibition as a therapeutic strategy to ameliorate memory impairments and brain structural defects in the Drosophila model of fragile X. Furthermore, we examine the effects of PDE-4 inhibition by pharmacologic treatment in the fragile X mouse model. We demonstrate that acute inhibition of PDE-4 by pharmacologic treatment in hippocampal slices rescues the enhanced mGluR-dependent LTD phenotype observed in FXS mice. Additionally, we find that chronic treatment of FXS model mice, in adulthood, also restores the level of mGluR-dependent LTD to that observed in wild-type animals. Translating the findings of successful pharmacologic intervention from the Drosophila model into the mouse model of FXS is an important advance, in that this identifies and validates PDE-4 inhibition as potential therapeutic intervention for the treatment of individuals afflicted with FXS

    Factors that influence radiation dose in percutaneous coronary intervention

    No full text
    Aim: To explore the factors that may influence the radiation dose imparted to the patient in PCI, and investigate whether the use of the latest digital X-ray system based on FP detector technology can have an impact on dose. Materials and Method: Demographic and clinical data such as number of lesions treated, number of stents placed, grade of tortuosity, and stage of occlusion, as well as use of double wire and double balloon technique, ostial stenting or bifurcation stenting, and presence of major complications were recorded, together with radiation parameters. Results: The factors that increased patient radiation dose were (1) patient gender, as men exhibited higher doses than women; (2) complex lesion; (3) increasing number of stents; (4) position of stent; (5) grade of tortuosity; and (6) stage of occlusion. The FP digital system appeared to be settled in a lower-dose rate for fluoroscopy (a factor of 6) and higher for dose per frame in cine (a factor of 3) in comparison with the image intensifier (II) system. There was a marked reduction of DAP when the FP technology was introduced. Conclusion: More extensive studies should be performed in the future so as to further investigate the influence of the FP detector in IC. ©2006, the Authors
    corecore