2 research outputs found
Impact of methylmercury and other heavy metals exposure on neurocognitive function in children of 7 years old: study protocol of the follow-up
BACKGROUND: The extent to which prenatal low-level mercury (Hg) exposure through maternal fish intake and heavy metals exposure affect children neurodevelopment is controversial and may appear in long term. In 2007 a prospective cohort, the Northern Adriatic Cohort II (NAC-II), was established to investigate the association between prenatal Hg exposure from maternal fish consumption and child neurodevelopment. 900 pregnant women were enrolled. 632 and 470 children underwent neurodevelopmental evaluation, respectively, at 18 and 40 months of age. The NAC-II cohort is a part of the Mediterranean cohort in "Public health impact of long-term, low-level, mixed element exposure in susceptible population strata" project.METHODS: This protocol describes the follow-up assessment of the effects of prenatal low level Hg and other heavy metals exposure on the developing nervous system of the children born within the NAC-II and reached the age of 7 years. Child diet components are estimated through a Diet Diary. Child hair and urine are collected for determination of Hg level. In addition, levels of other potentially neurotoxic metals, namely Manganese, Cadmium, Lead, Arsenic and Selenium are also measured in the same matrices.DiscussionThis protocol extends to the first years of schooling age the evaluation of the neurotoxicant effect of Mercury and of the other heavy metals on children's neurodevelopment, adjusting for the potential confounders such as the lifestyles and the social economic status of children's families. Longitudinal analysis of neurodevelopment, assessed in different ages (18, 40 months and 7 years), are performed
The contribution of antioxidant factors to the prevention of acute kidney injury after parenteral administration of iodinated contrast media
Recent advances in medicine have led to increased use of iodinated contrast media (CM) in diagnostic and interventional procedures. Despite advances in molecular structures, all CM can cause mild to severe side effects such as contrast-induced nephropathy (CIN). CIN is associated with significant morbidity/mortality, increased hospital admissions, and increased medical care costs.The pathophysiology of CIN is not fully understood but appears to be multifactorial. Oxidative stress plays a central role. Hemodynamic changes leading to renal medulla hypoxia and direct toxic effects of contrast agents on renal tubular epithelial cells appear to be major pathophysiological factors. Contrast agents cause vasoconstriction through induction of adenosine and endothelin, reduction of blood flow from the medulla to the renal cortex, and ischemia of the medulla leading to the release of reactive oxygen species (ROS) through oxidative stress. Direct toxic effects on renal tubular epithelial cells lead to their osmotic necrosis/vacuolar degeneration leading to tubular necrosis. Free radicals directly constrict renal microcirculation and indirectly affect renal vascular tone by mediating the effects of other vasoconstrictor factors, stimulating the production of vasoconstrictors and modulating the action of vasodilators, such as nitric oxide (NO).It is generally accepted that the higher the dose of CM administered, the greater the risk of CIN, and multiple administrations within a few days are not recommended. Age is also a factor to consider as it is associated with reduced renal mass, function and perfusion. A lower glomerular filtration rate increases the risk, and pre-existing renal dysfunction is the most important risk factor. Antioxidant mechanisms in chronic kidney disease are impaired and individuals have an increased level of oxidative stress due to pre-existing inflammation/ endothelial dysfunction. Also, diabetes is a very important predisposing factor for CIN, and diabetic patients with CIN have a reduced survival compared to non-diabetics. Patients with diabetes and renal failure are at high risk due to decreased levels of endogenous vasodilators (NO and prostaglandins) leading to decreased renal blood flow and glomerular filtration. Other factors leading to renal failure, such as cardiovascular disease, hypotension, and liver cirrhosis also predispose to CIN.All individuals who are to receive CM should be assessed for risk of CIN, and high-risk individuals should be considered for preventive methods supported by clinical data since CIN is a potentially preventable clinical condition. In low-risk individuals, the incidence appears to be low (< 5%) in contrast to high-risk individuals, in whom the incidence is high (up to 20%). Management remains supportive based primarily on intravenous hydration in high-risk individuals using saline or bicarbonate. New biomarkers and agents with antioxidant and vasodilator properties are attracting attention due to their ability to reduce oxidative stress and regulate vascular tone. The potential reno-protective effects of several antioxidants have been evaluated, but none have been shown to be effective in human studies. Resveratrol (Res) and lycopene (Lyc) are powerful natural antioxidants with antimicrobial and anti-inflammatory effects found in red grapes and tomatoes, respectively. Their reno-protective effects have been evaluated in a limited number of animal studies and have been attributed to neutralization of free radicals, inhibition of cell apoptosis, and alteration of hemodynamics through promotion of NO synthesis. The aim of the present study was to evaluate the potential reno-protective actions of Res and Lyc in an animal model of CIN.Twenty-four adult male New Zealand white rabbits were equally assigned into four groups: control (normal saline), CIN (intravenous iopromide; 7.5g iodine/kg), Res+CIN (per os Res; 5mg/kg), and Lyc+CIN (per os Lyc; 4mg/kg). Serum Cr (sCr); symmetric and asymmetric dimethylarginine (SDMA and ADMA); oxidative stress biomarkers: malondialdehyde; total antioxidant capacity; catalase; reduced glutathione) were evaluated in blood samples at three time points: right after 0h; 24h; 48h after iopromide/saline administration. CD20+ and CD3+ lymphocytes were determined at 48h post CM exposure. All animals were sacrificed at 48h and both kidneys collected. Oxidative stress biomarkers were measured in renal tissue, as well. sCr, SDMA and ADMA levels increased significantly in CIN compared to all groups. Oxidative stress secondary to CIN in blood and kidneys was suppressed by Resveratrol and Lycopene. B and T lymphocytes decreased significantly in CIN compared to all groups. The present study provides emerging evidence that Resveratrol and Lycopene ameliorate CIN by modulating oxidant and antioxidant balance in blood and renal tissue and by inhibiting vasoconstriction and blood cytotoxicity.Οι πρόσφατες εξελίξεις στην ιατρική έχουν οδηγήσει σε αυξημένη χρήση ιωδιούχων σκιαγραφικών σε διαγνωστικές και επεμβατικές διαδικασίες. Παρά την πρόοδο στις μοριακές δομές, όλα τα σκιαγραφικά μπορούν να προκαλέσουν ήπιες έως σοβαρές παρενέργειες όπως οξεία νεφρική βλάβη (Contrast-induced nephropathy, CIN). Η CIN σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα/θνητότητα, αύξηση των εισαγωγών στο νοσοκομείο και αυξημένο κόστος ιατρικής περίθαλψης.Η παθοφυσιολογία της CIN δεν είναι πλήρως κατανοητή αλλά φαίνεται ότι είναι πολυπαραγοντική. Το οξειδωτικό στρες κατέχει κεντρικό ρόλο. Οι αιμοδυναμικές μεταβολές που οδηγούν σε υποξία του νεφρικού μυελού και οι άμεσες τοξικές επιδράσεις των σκιαγραφικών στα επιθηλιακά κύτταρα των νεφρικών σωληναρίων φαίνεται να αποτελούν κύριους παθοφυσιολογικούς παράγοντες. Τα σκιαγραφικά προκαλούν αγγειοσυστολή μέσω επαγωγής αδενοσίνης και ενδοθηλίνης, μείωση της αιματικής ροής από το μυελό προς τον νεφρικό φλοιό και ισχαιμία του μυελού που οδηγεί σε απελευθέρωση ελεύθερων ριζών οξυγόνου (Reactive oxygen species, ROS) μέσω οξειδωτικού στρες. Οι άμεσες τοξικές επιδράσεις στα επιθηλιακά κύτταρα των νεφρικών σωληναρίων οδηγούν σε ωσμωτική νέκρωση/κενοτοπιώδη εκφύλιση τους οδηγώντας σε νέκρωση των σωληναρίων. Οι ελεύθερες ρίζες συστέλλουν άμεσα τη νεφρική μικροκυκλοφορία και επηρεάζουν έμμεσα τον νεφρικό αγγειακό τόνο μεσολαβώντας στις επιδράσεις άλλων αγγειοσυσταλτικών παραγόντων, διεγείροντας την παραγωγή αγγειοσυσταλτικών και ρυθμίζοντας τη δράση αγγειοδιασταλτικών παραγόντων, όπως το μονοξείδιο του αζώτου (Nitric oxide, ΝΟ).Είναι γενικά αποδεκτό ότι όσο υψηλότερη η δόση του χορηγούμενου σκιαγραφικού τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εμφάνισης CIN, ενώ δεν συνιστώνται πολλαπλές χορηγήσεις μέσα σε λίγες ημέρες. Η ηλικία είναι παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, καθώς συσχετίζεται με μειωμένη νεφρική μάζα, λειτουργία και αιμάτωση. Ο χαμηλότερος ρυθμός σπειραματικής διήθησης αυξάνει τον κίνδυνο και η προϋπάρχουσα νεφρική δυσλειτουργία αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα κινδύνου. Οι αντιοξειδωτικοί μηχανισμοί σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια είναι εξασθενημένοι και τα άτομα παρουσιάζουν αυξημένο επίπεδο οξειδωτικού στρες λόγω προϋπάρχουσας φλεγμονής/ενδοθηλιακής δυσλειτουργία. Επίσης, ο διαβήτης είναι πολύ σημαντικός παράγοντας προδιάθεσης για CIN, ενώ οι διαβητικοί ασθενείς με CIN έχουν μειωμένη επιβίωση σε σύγκριση με τους μη διαβητικούς. Οι ασθενείς με διαβήτη και νεφρική ανεπάρκεια διατρέχουν υψηλό κίνδυνο λόγω μείωσης των επιπέδων ενδογενών αγγειοδιασταλτικών (ΝΟ και προσταγλανδινών) που οδηγούν σε μείωση νεφρικής ροής αίματος και σπειραματικής διήθησης. Άλλοι παράγοντες που οδηγούν σε νεφρική ανεπάρκεια, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η υπόταση και η κίρρωση του ήπατος προδιαθέτουν επίσης για εμφάνιση CIN. Όλα τα άτομα που πρόκειται να λάβουν σκιαγραφικά πρέπει να αξιολογούνται για τον κίνδυνο εμφάνισης CIN και τα άτομα υψηλού κινδύνου πρέπει να εξετάζονται για μεθόδους πρόληψης που υποστηρίζονται από κλινικά δεδομένα αφού η CIN είναι μια κλινική κατάσταση που δυνητικά μπορεί να προληφθεί. Σε άτομα χαμηλού κινδύνου, η συχνότητα εμφάνισης φαίνεται να είναι μικρή (< 5%) σε αντίθεση με άτομα υψηλού κινδύνου, στα οποία η συχνότητα εμφάνισης είναι υψηλή (έως 20%). Η διαχείριση παραμένει υποστηρικτική με βάση κυρίως την ενδοφλέβια ενυδάτωση σε άτομα υψηλού κινδύνου χρησιμοποιώντας φυσιολογικό ορό ή διττανθρακικά. Νέοι βιοδείκτες και παράγοντες με αντιοξειδωτικές και αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες προσελκύουν την προσοχή λόγω της ικανότητας να μειώνουν το οξειδωτικό στρες και να ρυθμίζουν τον αγγειακό τόνο. Οι πιθανές νεφροπροστατευτικές επιδράσεις αρκετών αντιοξειδωτικών έχουν αξιολογηθεί, αλλά κανένα δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό σε μελέτες στον άνθρωπο. Η ρεσβερατρόλη (Res) και το λυκοπένιο (Lyc) είναι ισχυρά φυσικά αντιοξειδωτικά με αντιμικροβιακή και αντιφλεγμονώδη δράση που βρίσκονται στα κόκκινα σταφύλια και στις ντομάτες, αντιστοίχως. Τα νεφροπροστατευτικά τους αποτελέσματα έχουν αξιολογηθεί σε περιορισμένο αριθμό μελετών σε ζώα και έχουν αποδοθεί στην εξουδετέρωση των ελεύθερων ριζών, στην αναστολή της κυτταρικής απόπτωσης και στην αλλαγή της αιμοδυναμικής μέσω προαγωγής της σύνθεσης ΝΟ. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογήσει τις δυνητικές νεφροπροστατευτικές δράσεις της Res και του Lyc σε ένα ζωικό μοντέλο CIN.Είκοσι τέσσερα ενήλικα αρσενικά λευκά κουνέλια τύπου Νέας Ζηλανδίας χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες: ομάδα μαρτύρων (φυσιολογικός ορός), ομάδα CIN (ενδοφλέβια χορήγηση ιοπρομίδης, 7,5 g ιώδιο/kg), ομάδα Res+CIN (από το στόμα χορήγηση Res, 5 mg/kg) και ομάδα Lyc+CIN (από το στόμα χορήγηση Lyc, 4 mg/kg). Αξιολογήθηκαν τα επίπεδα κρεατινίνης ορού (sCr), συμμετρικής και ασύμμετρης διμεθυλαργινίνης (SDMA και ADMA), δεικτών οξειδωτικού στρες (μαλονδιαλδεΰδη, συνολική αντιοξειδωτική ικανότητα, καταλάση, γλουταθειόνη) σε δείγματα αίματος σε τρία χρονικά σημεία: αμέσως μετά (0), 24 και 48 ώρες μετά τη χορήγηση ιοπρομίδης/φυσιολογικού ορού. Τα λεμφοκύτταρα CD20+/CD3+ προσδιορίστηκαν 48 ώρες μετά την έκθεση στο σκιαγραφικό. Όλα τα ζώα θυσιάστηκαν στις 48 ώρες και συλλέχθηκαν οι νεφροί. Οι δείκτες οξειδωτικού στρες μετρήθηκαν και στον νεφρικό ιστό. Τα επίπεδα sCr, SDMA και ADMA αυξήθηκαν σημαντικά στην ομάδα CIN σε σύγκριση με όλες τις υπόλοιπες. Η Res και το Lyc έδειξαν να μειώνουν το οξειδωτικό στρες στο αίμα και στους νεφρούς. Τα Β και Τ λεμφοκύτταρα μειώθηκαν σημαντικά στην ομάδα CIN σε σύγκριση με όλες τις άλλες ομάδες. Η μελέτη παρέχει πρόδρομες ενδείξεις ότι οι αντιοξειδωτικοί παράγοντες Res και Lyc συμβάλουν στην πρόληψη CIN ρυθμίζοντας την οξειδωτική/αντιοξειδωτική ισορροπία και αναστέλλοντας την αγγειοσύσπαση/κυτταροτοξικότητα