12 research outputs found

    Developmental Changes in Imitation During Mother-Infant Interactions

    Get PDF
    We investigated the continuity and stability of imitative episodes (IMEs) to shed light on the nature of early infant imitative ability. We observed and analyzed interactions of 27 mother-infant pairs as they played in their homes at one and 10 months. We coded the initiator, frequency, duration, kind, structure, and affect of IMEs. At 10 months, dyads engaged in more frequent and longer IMEs that tended to be vocal, turn-takings, and positive in affect. Significant stability was observed. Mothers who initiated more IMEs and expressed more positive affect had infants who did the same. Findings suggest that dyads set stable communication patterns early on, even though all of these variables increased significantly over time. These patterns may be driven or be highly influenced by early individual differences in communicative ability. Findings also imply that building a history of positive exchanges may be critical in demonstrating stability in imitative episodes

    Life experiences of a mother with a child with Down syndrome: a case study

    Get PDF
    Οι γονείς των παιδιών με σύνδρομο Down αντιμετωπίζουν καθημερινά πολλές προκλήσεις και έχουν ποικίλες ανάγκες λόγω των δυσκολιών που εμφανίζουν τα παιδιά τους. Ο σκοπός της παρούσας ποιοτικής μελέτης είναι να ανιχνεύσει τα βιώματα και τις εμπειρίες μιας μητέρας παιδιού με σύνδρομο Down. Αναλυτικότερα, μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων, η μελέτη στοχεύει στη μελέτη των συναισθημάτων της μητέρας, της εμπλοκής της στη ζωή του παιδιού της αλλά και στην ανάδειξη των σχέσεών της με τον κοινωνικό περίγυρο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μητέρα εμπλέκεται σε σημαντικό βαθμό στη ζωή του παιδιού της και καθημερινά έρχεται αντιμέτωπη με ποικίλες δυσκολίες (π.χ. αποδοχής του παιδιού, εντατικής προσοχής και φροντίδας), τις οποίες αντιμετωπίζει με βοήθεια κυρίως από το ενδοοικογενειακό περιβάλλον. Μέσα από την κατανόηση των βιωμάτων και των εμπειριών της συγκεκριμένης μητέρας, όπως αυτά εξετάζονται στην παρούσα ποιοτική μελέτη, αναδύονται σημαντικά θέματα που σχετίζονται με τη διάγνωση και την πρώιμη παρέμβαση, τη σχολική ενσωμάτωση του παιδιού με σύνδρομο Down, τον ρόλο των μελών της οικογένειας στην εκπαίδευση και τη θεραπεία του παιδιού, καθώς και ανησυχίες αναφορικά με τη μελλοντική του πορεία.Parents of children with Down syndrome face many challenges and have various needs related to their children’s difficulties. The purpose of this qualitative study is to detect the experiences of a mother of a female child with Down syndrome. More specifically, through semi-structured interviews, the study aims to explore the feelings of the mother, her involvement in the child’s life, as well as her relationships with the familial and social context. The results showed that the mother is significantly involved in her child’s life and faces various difficulties (e.g. acceptance of the child and her intensive care) on a daily basis, which she copes with supported by the intra-family network. By understanding the experiences of the specific mother, as the latter are examined in the present qualitative study, important issues emerge, related to diagnosis and early intervention, school integration of a child with Down syndrome, the role of family members in her education and therapy, as well as concerns regarding her future

    Playful Interactions between Twins with Autism and Teachers and Peers: a Case Study

    Get PDF
    Σκοπός της παρούσας αναλυτικά δομημένης εμπειρικής μελέτης ήταν η διερεύνηση των αλληλεπιδράσεων των διδύμων στα πλαίσια του παιχνιδιού τους με δασκάλους και συνομηλίκους σε ένα τμήμα Ειδικού Νηπιαγωγείου. Οι συμμετέχοντες ήταν ένα ζεύγος δίδυμων αγοριών με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ), ηλικίας 5.5 ετών, δύο νηπιαγωγοί και επτά συνομήλικοι μη-τυπικά αναπτυσσόμενοι. Παρατηρήσαμε για τέσσερις συνεχόμενες εβδομάδες, από μία ημέρα την εβδομάδα, διαφορετική κάθε φορά, τη συχνότητα και τη διάρκεια των παιγνιωδών αλληλεπιδράσεών τους, καθώς και τις πρωτοβουλίες που έπαιρναν οι συμμετέχοντες. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις βιντεοσκοπήσεις και τα αρχεία του σχολείου, δείχνουν ότι τα δίδυμα αδέλφια με αυτισμό παίρνουν πρωτοβουλίες προκειμένου να αλληλεπιδράσουν στο δυαδικό τους παιχνίδι με τους μη-τυπικά αναπτυσσόμενους συνομηλίκους, παρόλο που δεν πρόκειται για αλληλεπιδράσεις μεγαλύτερης διάρκειας. Ωστόσο, δεν παίρνουν καμία πρωτοβουλία στις δυαδικές αλληλεπιδράσεις με τους δασκάλους τους. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα δίδυμα αδέλφια εμπλέκονται περισσότερο σε αλληλεπιδραστικό παρά σε μοναχικό παιχνίδι. Τα αποτελέσματα  αποτελούν σημείο αφετηρίας για μια νέα προσέγγιση της κατάστασης της διδυμίας και της εξαιρετικά μεγάλης ετερογένειας στην αιτιολογία της ΔΑΦ στη βάση της θεωρίας της έμφυτης διυποκειμενικότητας.The purpose of the present analytically structured empirical case study was to explore the interactions which twins display during playing with their teachers and peers in a Special Nursery Unit. Two 5.5-year-old twin brothers with Autism Spectrum Disorder (ASD)  participated in this study, along with two teachers and seven non-typically developing peers. Non participant observations were made for four full-time school days in four consecutive weeks. We observed the frequency, initiations, and duration of playful interactions in a naturalistic context. Results derived from the analysis of video-recordings and documents from the school service records indicate that twin brothers with autism take initiative in order to become interactive partners in their dyadic play with their non-typically developing peers although, when so, interactions do not last longer. In twins’ dyadic interactions with their teachers, they never take the initiative to any playful interaction. There are also indications that twin brothers are engaged in interactive rather than solitary play. Findings provide a starting point for a new approach of the twin situation and the extraordinary etiological heterogeneity of ASD in terms of Innate Intersubjectivity Theory.

    Effects of the pandemic Covid-19 on perceptions and attitudes of adults towards pets

    Get PDF
    Σκοπός της παρούσας έρευνας αποτέλεσε η ανίχνευση της ποιότητας των αλληλεπιδράσεων ενηλίκων με τα ζώα συντροφιάς κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19. Διερευνήθηκαν οι αντιλήψεις και οι στάσεις των ενηλίκων απέναντι στα ζώα συντροφιάς και οι επιπτώσεις της πανδημίας στη διαμόρφωση αντιλήψεων και στάσεων καθώς και στους προβληματισμούς των ενηλίκων σε σχέση με τη μετάδοση του COVID-19 μέσω των ζώων συντροφιάς. Επιπλέον, μελετήθηκαν οι σχέσεις των εν γένει στάσεων των ενηλίκων απέναντι στα ζώα με τις απαντήσεις τους αναφορικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στις σχέσεις τους με τα ζώα και τις διαφορές στις επιπτώσεις αυτές ανά φύλο, ηλικιακή ομάδα και κατοχή ζώου συντροφιάς. Για τη διερεύνηση των στάσεων και των αντιλήψεων των ενηλίκων έγινε προσαρμογή σχετικής κλίμακας προς γονείς μαθητών, ώστε να απευθύνεται σε ενήλικες του γενικού πληθυσμού. Στην έρευνα συμμετείχαν 787 ενήλικες από την Ελλάδα. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι οι  θετικές στάσεις των ενηλίκων απέναντι στα ζώα συντροφιάς διατηρήθηκαν και κατά την περίοδο COVID-19. Ομοίως, οι  αρνητικές στάσεις των ενηλίκων για τα ζώα συντροφιάς διατηρήθηκαν και κατά την περίοδο της πανδημίας, με τους ερωτώμενους αυτής της κατηγορίας να επιρρίπτουν ευθύνες στα ζώα για τη μετάδοση του ιού στους ανθρώπους. Μέσα από τη συγκεκριμένη εμπειρική μελέτη αναδύονται σημαντικά θέματα που σχετίζονται με τα οφέλη από την αλληλεπίδραση των ενηλίκων με τα ζώα συντροφιάς, τα οποία συζητούνται ως προς τη μελλοντική αξιοποίησή τους σε ποικίλα εκπαιδευτικά και κλινικά πλαίσια. The aim of the present study is to detect the quality of adult interactions with pets during the COVID-19 pandemic. We investigated the perceptions and attitudes of adults towards pets and the effects of the pandemic on the formation of perceptions and attitudes as well as on the concerns of adults regarding the transmission of COVID- 19 through pets. In addition, we investigated the relationships of adults'  attitudes towards animals with their responses to the effects of the pandemic on their relationships with animals and the differences in these effects by sex, age group and animal ownership and companionship. We investigated the perceptions and the attidutes of adults based on an adapted relevant scale for parents of students to address adults in the general population. 787 adults from Greece participated in the present research. Results showed that the positive attitudes of adults towards pets were maintained during the COVID-19 period. Similarly, the negative attitudes of adults towards pets were maintained during the pandemic period, with participants blaming animals for transmitting the virus to humans. Through this empirical study, important issues emerge related to the benefits of adult interaction with pets, which are discussed in view of their future use in a variety of educational and clinical contexts

    Playful Interactions between Twins with Autism and Teachers and Peers: a Case Study

    Get PDF
    Σκοπός της παρούσας αναλυτικά δομημένης εμπειρικής μελέτης ήταν η διερεύνηση των αλληλεπιδράσεων των διδύμων στα πλαίσια του παιχνιδιού τους με δασκάλους και συνομηλίκους σε ένα τμήμα Ειδικού Νηπιαγωγείου. Οι συμμετέχοντες ήταν ένα ζεύγος δίδυμων αγοριών με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ), ηλικίας 5.5 ετών, δύο νηπιαγωγοί και επτά συνομήλικοι μη-τυπικά αναπτυσσόμενοι. Παρατηρήσαμε για τέσσερις συνεχόμενες εβδομάδες, από μία ημέρα την εβδομάδα, διαφορετική κάθε φορά, τη συχνότητα και τη διάρκεια των παιγνιωδών αλληλεπιδράσεών τους, καθώς και τις πρωτοβουλίες που έπαιρναν οι συμμετέχοντες. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις βιντεοσκοπήσεις και τα αρχεία του σχολείου, δείχνουν ότι τα δίδυμα αδέλφια με αυτισμό παίρνουν πρωτοβουλίες προκειμένου να αλληλεπιδράσουν στο δυαδικό τους παιχνίδι με τους μη-τυπικά αναπτυσσόμενους συνομηλίκους, παρόλο που δεν πρόκειται για αλληλεπιδράσεις μεγαλύτερης διάρκειας. Ωστόσο, δεν παίρνουν καμία πρωτοβουλία στις δυαδικές αλληλεπιδράσεις με τους δασκάλους τους. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα δίδυμα αδέλφια εμπλέκονται περισσότερο σε αλληλεπιδραστικό παρά σε μοναχικό παιχνίδι. Τα αποτελέσματα  αποτελούν σημείο αφετηρίας για μια νέα προσέγγιση της κατάστασης της διδυμίας και της εξαιρετικά μεγάλης ετερογένειας στην αιτιολογία της ΔΑΦ στη βάση της θεωρίας της έμφυτης διυποκειμενικότητας.The purpose of the present analytically structured empirical case study was to explore the interactions which twins display during playing with their teachers and peers in a Special Nursery Unit. Two 5.5-year-old twin brothers with Autism Spectrum Disorder (ASD)  participated in this study, along with two teachers and seven non-typically developing peers. Non participant observations were made for four full-time school days in four consecutive weeks. We observed the frequency, initiations, and duration of playful interactions in a naturalistic context. Results derived from the analysis of video-recordings and documents from the school service records indicate that twin brothers with autism take initiative in order to become interactive partners in their dyadic play with their non-typically developing peers although, when so, interactions do not last longer. In twins’ dyadic interactions with their teachers, they never take the initiative to any playful interaction. There are also indications that twin brothers are engaged in interactive rather than solitary play. Findings provide a starting point for a new approach of the twin situation and the extraordinary etiological heterogeneity of ASD in terms of Innate Intersubjectivity Theory.

    Cochlear implant positioning and fixation

    No full text
    Hearing loss is one of the most common conditions worldwide. Almost half a billion people globally suffer from disabling hearing loss, and this number is expected to increase in the coming years. Hearing aids are often helpful, but in cases of severe hearing loss, a cochlear implant (CI) may be considered. The CI takes over the function of damaged nerve cells by converting sound into electrical signals. The surgery required to place the CI, known as cochlear implantation, is a safe procedure with few complications. The surgical techniques used to secure the implant under the skin and in the cochlea vary between centers and CI surgeons. Increasingly, operators are using minimally invasive surgery, although there is no consensus among CI surgeons regarding the safety of these newer techniques. Despite the many advantages of minimally invasive techniques, there seems to be insufficient scientific evidence to safely use these methods. Incorrect positioning and inadequate fixation of the CI can lead to implant displacement, also known as migration. In this thesis, we have investigated the surgical techniques used during cochlear implantation to secure the CI, with a specific focus on complications related to drilling a bony recess and implant migration under the skin. We have developed new methods to position the implant, utilizing 3-D software and 3-D printing. Finally, we have attempted to develop objective means to determine CI migration and to map the impact of wearing a CI on patients

    A tale of two measurements: protein-DNA interactions and gene expression in single cells. Protein-DNA interactions and gene expression in single cells

    No full text
    Our bodies are composed of trillions of cells which are the building blocks that cooperate with each other. A neuron has a characteristic tree-like appearance and is specialized in transmitting electrical pulses to signal. Fat cells on the other hand, are round and their primary function is fat storage. These two cell types, as well as the rest of the 200 different cell types in the human body, contain the same genetic information, yet are functionally and morphologically different. How does the same DNA code result in different outcomes? It is all about exposure. Not all DNA code is available for the cell to read and act upon at all times. Some parts of the DNA can be tightly folded, while others are more lose and are therefore easier for the cell to read. When the cell “reads” the genetic code, it copies this region, creating so-called messenger RNA (or mRNA) transcripts which are used as blueprints to produce proteins. A neuron needs different proteins than an adipocyte, which means that the accessible DNA parts and the resulting mRNA transcripts are different between the two cell types. Therefore, by measuring the mRNA transcripts of a cell, a PhD student can understand what cell type she is looking at. The DNA is stored in a spherical compartment at the center of the cell called the nucleus. Near the center of the nucleus, the DNA is more flexible and open, while at its periphery, the DNA is more densely packed. Whether the DNA is open or packed is important for cell function and morphology. Firstly, because the regions that are located at the periphery and the ones residing at the nuclear interior can differ between cell types. Secondly, because the DNA code that is needed by the cell is often located in the center of the nucleus where it is “read”. In contrast, code that is not useful for the cell’s tasks is “stored” at the periphery of the nucleus, and mostly goes unused. This thesis focuses on relating DNA folding and mRNA production. In general, DNA at the periphery of the nucleus is not read by the cell and produces almost no mRNA. However, until now, this was not confirmed because of the lack of molecular tools. To link the DNA folding with the mRNA production, one has to measure both things in the same cell. We developed the method scDam&T-seq that measures both DNA folding and mRNA in the same cell. We confirmed that most DNA regions are not read by the cell when they are at the periphery of the nucleus. We also found that some regions are more prone to be “shut off” at the nuclear periphery than other regions. We also applied scDam&T-seq to the brain of developing mice. We found that the cells which produce the neurons in the brain show differences in DNA folding even though their mRNA seems similar. In conclusion, this thesis presents mainly technical solutions to the field of DNA architecture

    A tale of two measurements: protein-DNA interactions and gene expression in single cells. Protein-DNA interactions and gene expression in single cells

    No full text
    Our bodies are composed of trillions of cells which are the building blocks that cooperate with each other. A neuron has a characteristic tree-like appearance and is specialized in transmitting electrical pulses to signal. Fat cells on the other hand, are round and their primary function is fat storage. These two cell types, as well as the rest of the 200 different cell types in the human body, contain the same genetic information, yet are functionally and morphologically different. How does the same DNA code result in different outcomes? It is all about exposure. Not all DNA code is available for the cell to read and act upon at all times. Some parts of the DNA can be tightly folded, while others are more lose and are therefore easier for the cell to read. When the cell “reads” the genetic code, it copies this region, creating so-called messenger RNA (or mRNA) transcripts which are used as blueprints to produce proteins. A neuron needs different proteins than an adipocyte, which means that the accessible DNA parts and the resulting mRNA transcripts are different between the two cell types. Therefore, by measuring the mRNA transcripts of a cell, a PhD student can understand what cell type she is looking at. The DNA is stored in a spherical compartment at the center of the cell called the nucleus. Near the center of the nucleus, the DNA is more flexible and open, while at its periphery, the DNA is more densely packed. Whether the DNA is open or packed is important for cell function and morphology. Firstly, because the regions that are located at the periphery and the ones residing at the nuclear interior can differ between cell types. Secondly, because the DNA code that is needed by the cell is often located in the center of the nucleus where it is “read”. In contrast, code that is not useful for the cell’s tasks is “stored” at the periphery of the nucleus, and mostly goes unused. This thesis focuses on relating DNA folding and mRNA production. In general, DNA at the periphery of the nucleus is not read by the cell and produces almost no mRNA. However, until now, this was not confirmed because of the lack of molecular tools. To link the DNA folding with the mRNA production, one has to measure both things in the same cell. We developed the method scDam&T-seq that measures both DNA folding and mRNA in the same cell. We confirmed that most DNA regions are not read by the cell when they are at the periphery of the nucleus. We also found that some regions are more prone to be “shut off” at the nuclear periphery than other regions. We also applied scDam&T-seq to the brain of developing mice. We found that the cells which produce the neurons in the brain show differences in DNA folding even though their mRNA seems similar. In conclusion, this thesis presents mainly technical solutions to the field of DNA architecture

    Ερωτηματολόγιο Γονεϊκότητας Alabama (ΕΓΑ) – Γονέων (Alabama Parenting Questionnaire [3-6])

    No full text
    Σκοπός: Το ερωτηματολόγιο αξιολογεί τις πεποιθήσεις των γονέων σχετικά με την γονεϊκότητα. Σύντομη Περιγραφή: Πρόκειται για ένα ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς, το οποίο αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει 17 δημογραφικές ερωτήσεις και το δεύτερο μέρος 18 ερωτήσεις που αξιολογούν πώς αντιλαμβάνονται οι γονείς παιδιών προσχολικής ηλικίας (3-6 ετών)_ τη γονεϊκότητα. Το δεύτερο μέρος αποτελείται από κλειστές ερωτήσεις κλίμακας πεντάβαθμη τύπου Likert (1=ποτέ, 5=πάντα). Τρόπος Βαθμολόγησης: Η βαθμολόγηση γίνεται με τον υπολογισμό του μέσου όρου των βαθμών που αφορούν στις επιμέρους δηλώσεις των αντικειμένων του κάθε παράγοντα. Αξιοπιστία: Σύμφωνα με την έρευνα των Kypriotaki et al. (2023), ο βαθμός αξιοπιστίας των επιμέρους παραγόντων του ερωτηματολογίου κυμαίνεται από .738 έως .888.Κύριες Βιβλιογραφικές Πηγές: Kypriotaki, M., Markodimitraki, M., Charitaki, G., & Amanaki, E. (2023). Alabama Parenting Questionnaire (parent form): Psychometric properties and validation in a population of Greek parents of young children (3-6) with and without disabilities. The Family Journal: Counseling and Therapy for Couples and Families, 1-11. doi: 10.1177/1066480722115117

    Η ψυχολογία των διδύμων: μίμηση και συναισθήματα σε ένα ζεύγος διζυγωτών διδύμων

    No full text
    Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η κάλυψη μέρους της άγνοιας που επικρατεί στον ερευνητικό χώρο της βρεφικής ανάπτυξη των διδύμων. Η ερευνητική μας προσπάθεια σκοποθέτησε τη διερεύνηση της μίμησης και των συνοδών συναισθημάτων, από τον 1ο έως το 10ο μήνα, κάθε 15 ημέρες, στο σπίτι ενός ζεύγους διζυγωτικών διδύμων, διαφορετικού φύλου. Η έρευνα επικεντρώθηκε στις δυαδικές αλληλεπιδράσεις των διδύμων μεταξύ τους και στις δυαδικές αλληλεπιδράσεις κάθε δίδυμου βρέφους με τον Πατέρα, τη Μητέρα, τον Πατρικό Παππού, την Πατρική Γιαγιά, το Μητρικό Παππού και τη Μητρική Γιαγιά. Ερευνήθηκαν, παράλληλα, οι επικοινωνιακές συμπεριφορές των συντρόφων πριν και μετά τη μίμηση, καθώς και τα συναισθήματα τους πριν, κατά και μετά τις αναπαραγωγικές τους συμπεριφορές. Η νατουραλιστική, διαχρονική και συγκριτική αυτή μελέτη έλαβε χώρα στο Ηράκλειο της Κρήτης. Τα αποτελέσματα της μελέτης συγκρίνονται με τα αποτελέσματα άλλων σχετικών μελετών, που μελέτησαν τη μίμηση σε δυαδικές αλληλεπιδράσεις μη δίδυμων βρεφών με ενήλικες και εντός των δεδομένων μας γίνονται συγκρίσεις πολλών μεταβλητών κατά ζεύγη και κατά άτομα. Ενώ τα τελευταία 30 χρόνια άνθισε κυριολεκτικά η βρεφική έρευνα και αυξήθηκε αρκετά η ψυχολογική γνώση, ειδικά στην ερευνητική περιοχή της νεογνικής και της βρεφικής μίμησης, η έρευνα πάνω στη βρεφική ανάπτυξη των δίδυμων βρεφών σπανίζει, γεγονός που ξενίζει για δυο λόγους. Αφενός, υπάρχει σε διεθνές επίπεδο σαφής αύξηση των δίδυμων και των πολύδυμων τοκετών και κάποιος θα περίμενε ανάλογη αύξηση των αναπτυξιακών μελετών. Αφετέρου, οι δίδυμοι, τώρα και 130 χρόνια, είναι στόχος πολλών ερευνητών, οι οποίοι τους θεωρούν ιδανικά δείγματα και δώρα της φύσης (κάποιοι τους αποκαλούν εργαλεία, βλ. παρακάτω) και τους μελετούν, όχι για την κατανόηση των διδύμων ως προσώπων, αλλά για την επίλυση προβλημάτων που ενδιαφέρουν τους ίδιους και τις κοινωνίες τους - όπως, για παράδειγμα, ο προσδιορισμός της κληρονομικότητας της νοημοσύνης. IV Οι μελέτες που υπάρχουν για τους αναπτυσσόμενους διδύμους, όταν δεν είναι αμιγώς κλινικές, έχουν σίγουρα την κλινική χροιά. Υπάρχει μια εξήγηση για την προτίμηση στην κλινική προοπτική - το φάσμα της διδυμίας είναι μεγάλο και στο ένα του άκρο, όπως θα δούμε, υπάρχει συχνά θάνατος, οργανικά προβλήματα, ψυχοπαθολογία και απερίγραπτος πόνος. Εκεί, συνήθως, επικεντρώνεται η κλινική έρευνα. Στο άλλο άκρο, όμως, ζει, όπως όλοι μας, το μεγαλύτερο ποσοστό των υγιών δίδυμων παιδιών και ενηλίκων, αλλά οι μελέτες γι’ αυτούς κυριολεκτικά σπανίζουν. Το ίδιο ισχύει για την ανάπτυξη των δίδυμων βρεφών. Στο βαθμό που γνωρίζουμε, δεν υπάρχει μελέτη που να έχει επικεντρωθεί στην ανάδυση και την ανάπτυξη της μίμησης στις αλληλεπιδράσεις των δίδυμων βρεφών μεταξύ τους και με τους Σημαντικούς Άλλους. Στις βρεφικές μελέτες Σημαντικοί Άλλοι (ως υποκείμενα έρευνας) είναι συνήθως οι Μητέρες, λιγότερο οι Πατέρες, σπάνια η Μητρική Γιαγιά και σχεδόν ποτέ η Πατρική Γιαγιά και οι Παππούδες. Στη μελέτη μας συμπεριλάβαμε αυτούς τους ξεχασμένους Σημαντικούς Άλλους, γιατί είχαν συστηματική επαφή, ανατροφική εμπλοκή και ζεστές, ποιοτικές σχέσεις με τα δυο βρέφη. Η Διατριβή χωρίζεται στο Θεωρητικό και στο Εμπειρικό Μέρος. Στα δυο πρώτα κεφάλαια του Θεωρητικού Μέρους περιγράφονται οι θεωρίες και οι έρευνες πάνω στην ανθρώπινη μίμηση από τα αρχαιοελληνικά χρόνια μέχρι σήμερα. Πιο ειδικά και πιο αναλυτικά περιγράφονται οι σύγχρονες πειραματικές και νατουραλιστικές μελέτες και ερμηνείες για την καταγωγή και την ανάπτυξη της μίμησης και των συνοδών συναισθημάτων κατά τη βρεφική ηλικία. Τα υπόλοιπα πέντε κεφάλαια του Θεωρητικού Μέρους είναι αφιερωμένα στους Διδύμους. Σε αυτά περιγράφονται η Μυθολογία των Διδύμων, ορισμένα κρίσιμα ανθρωπολογικά δεδομένα, οι προκαταλήψεις εναντίον των διδύμων, οι Τρεις Θλίψεις και τα Τρία Μυστήρια των Διδύμων, η Βιολογία της σύλληψης και της εγκυμοσύνης στο ευρύ φάσμα της διδυμίας, η Ψυχολογία και η Ψυχοπαθολογία των Διδύμων, με κάποια βασικά στοιχεία σχετικά με την εκπαίδευση των δίδυμων νηπίων, παιδιών και εφήβων. Τα τελευταία δυο από τα πέντε αυτά κεφάλαια αφιερώνονται στην Αναπτυξιακή Ψυχολογία των Διδύμων. V Στο τέλος κάθε κεφαλαίου γίνεται εκτεταμένη συζήτηση και κριτική ανάλυση ερευνών και θεωριών. Το Εμπειρικό Μέρος αποτελείται από τρία κεφάλαια. Στο πρώτο περιγράφεται η μεθοδολογία της έρευνας, δηλαδή, το ιστορικό, οι σκοποί, τα υποκείμενα και η μέθοδος της μελέτης, καθώς και οι μεταβλητές, η κωδικοποίησή τους, η στατιστική ανάλυση, η αξιοπιστία των βαθμολογητών και οι υποθέσεις της έρευνας. Στο επόμενο κεφάλαιο περιγράφονται τα αποτελέσματα της μικρο- ανάλυσης και της στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων ως προς τη συχνότητα, την κατεύθυνση, τα είδη, τις δομές και τις διάρκειες των μιμήσεων, καθώς και η πορεία ανάπτυξη της μίμησης, οι πριν και μετά τη μίμηση συμπεριφορές επικοινωνίας και τα συναισθήματα πριν, κατά και μετά τη μίμηση. Το κεφάλαιο αυτό τελειώνει με μια περίληψη των ευρημάτων. Στο τελευταίο κεφάλαιο περιγράφονται οι συγκρίσεις των δεδομένων μας με αντίστοιχα άλλων σχετικών μελετών, γίνεται ο έλεγχος των υποθέσεων, η ερμηνεία των ευρημάτων, μια περίληψη ευρημάτων και ερμηνείας και το κεφάλαιο τελειώνει με Προτάσεις για τη συνέχιση της έρευνας. Η Διατριβή κλείνει με το Παράρτημα και τη Βιβλιογραφία. Συνοπτικά, τα βασικά ευρήματα της παρούσας μελέτης είναι επτά. Πρώτον, βρέθηκαν πολλές ομοιότητες (στα χαρακτηριστικά και στην ανάπτυξη της μίμησης και των συνοδών συναισθημάτων) ανάμεσα στα δεδομένα μας και σε εκείνα από άλλες σχετικές μελέτες με μη δίδυμα βρέφη - αυτό ήταν το βασικό εύρημα της έρευνας. Δεύτερον, βρέθηκε, ότι, όχι μόνο οι γονείς και οι Μητρικές Γιαγιάδες (όπως έδειξε η μελέτη μας και οι άλλες σχετικές μελέτες, βλ. Βιταλάκη, 2002), αλλά και οι Παππούδες και η Πατρική Γιαγιά είναι εξίσου ικανοί σύντροφοι των βρεφών στη μιμητική επικοινωνία. Τρίτον, ανάμεσα στις μιμήσεις των διδύμων μεταξύ τους και στις μιμήσεις ενηλίκων-δίδυμων βρεφών βρέθηκαν ομοιότητες (στις δομές της μίμησης και στα συνοδά συναισθήματα) και διαφορές (στη συχνότητα, την κατεύθυνση, τα είδη, τις διάρκειες της μίμησης και τις επικοινωνιακές συμπεριφορές πριν και μετά τη μίμηση). Τέταρτον, η μίμηση VI έλαβε χώρα κυρίως (75%) στο πλαίσιο μιας ήδη ρέουσας επικοινωνίας, η οποία συνεχίστηκε στο σύνολο των περιπτώσεων (70%). Στις υπόλοιπες περιπτώσεις (περίπου 25% - 30%) η μίμηση εμφανίστηκε χωρίς προηγούμενη επικοινωνιακή δραστηριότητα, ήταν δηλαδή, περιπτώσεις που όλη η επικοινωνία εξαντλήθηκε στη μίμηση. Πέμπτον, όχι μόνο πριν και κατά τη μίμηση (όπως έδειξε η μελέτη της Kokkinaki 1998), αλλά και μετά τη μίμηση υπάρχουν θετικά συναισθήματα, με τα φωνήεντα να σηκώνουν το συναισθηματικό βάρος στην επικρατούσα μορφή μίμησης, τη φωνητική (Kugiumutzakis, 1993, 2002). Έκτον, όχι μόνο στις παιγνιώδεις αλληλεπιδράσεις (Σεμιτέκολου, 2002), αλλά και κατά τη διάρκεια της μίμησης, παρατηρείται αύξηση της ευχαρίστησης και του μικτού συναισθήματος ευχαρίστησης - ενδιαφέροντος και μείωση του αμιγούς ενδιαφέροντος και του ουδέτερου συναισθήματος. Οι σχετικές αυξομειώσεις παραμένουν πολύ σταθερές στα είδη, στις δομές και στο χρόνο. Έβδομον, βρέθηκαν σαφείς ατομικές διαφορές κατά ζεύγη και κατά άτομα στις τρεις ζώνες ανάλυσης των δεδομένων, την προ- μιμητική, τη μιμητική και τη μετα-μιμητική. Τα παραπάνω μαζί με άλλα επί μέρους ευρήματα, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα δίδυμα βρέφη του δείγματός μας δε διαφέρουν από τα συνομήλικα μη δίδυμα βρέφη, όταν επικοινωνούν μέσω μίμησης με τους Σημαντικούς Άλλους, ούτε οι τελευταίοι, όταν αλληλεπιδρούν με δίδυμα ή μη δίδυμα βρέφη
    corecore