12 research outputs found
Η Πολιτιστική Βιομηχανία των Video Games
H εργασία αυτή έχει ως σκοπό να χρησιμοποιήσει «φακούς» που θα μπορέσουν να αναδείξουν νέα στοιχεία και οπτικές των βιντεοπαιχνιδιών. Ένας «φακός» είναι η πολιτιστική βιομηχανία όπως ορίστηκε από τη σχολή της Φρανκφούρτης. Ένας ακόμα σημαντικός «φακός» είναι τα έργα του Φουκώ κυρίως αυτά που συσχετίζονται με τον νεοφιλελευθερισμό. Με αυτούς τους φακούς το «βλέμμα» μας μπορεί να εντοπίσει τα στοιχεία και τις δυνάμεις που σχηματίζουν και κινούν τον κόσμο και την κουλτούρα των βιντεοπαιχνιδιών. Αυτά τα στοιχεία με τη σειρά τους ανατροφοδοτούν τις κοινωνικές επιστήμες και προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες για την ανάλυση του σύγχρονου κόσμου.
Η εργασία περιέχει μία σύντομη περιγραφή της βιομηχανίας των video games, της έννοιας του νεοφιλελευθερισμού και της εξουσίας κατά Φουκώ ενώ παράλληλα παρουσιάζεται η έννοια της πολιτιστικής βιομηχανίας όπως έχει οριστεί από τη σχολή της Φρανκφούρτης. Στην συνέχεια χρησιμοποιούνται οι παραπάνω έννοιες ώστε να γίνει μία ανάλυση της πολιτιστικής βιομηχανίας των βιντεοπαιχνιδιών. Η ανάλυση αυτή επικεντρώνεται στα e-sports και στην συμμετοχική κουλτούρα που διέπει τον κόσμο των video games.
Προσπαθώντας λοιπόν στα πλαίσια αυτής της εργασίας να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε την πολιτιστική βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών καταλήγουμε τελικά να αντιληφθούμε και να εξηγήσουμε τους μηχανισμούς της σύγχρονης κοινωνίας και των υποκειμένων.This work aims to use "lenses" that will be able to highlight new elements and perspectives of video games. The first lens is the cultural industry as defined by the Frankfurt School. Another important lens is Foucault's works, especially those related to neoliberalism. With these lenses our "gaze" can identify the elements and forces that form and move the world and the culture of video games. These elements are used by social sciences and provide useful information for the analysis of the modern world.
The paper contains a brief description of the video game industry, the concept of neoliberalism and Foucault's power, while also presenting the concept of the cultural industry as defined by the Frankfurt School. The above concepts are then used to develop an analysis of the cultural industry of video games. This analysis focuses on e-sports and the participatory culture that administrates the world of video games.
By trying to understand the cultural industry of video games, through this process, we finally understand and explain the mechanisms of modern society and its subjects
Integrating TAM with EEG Frontal Asymmetry
Recent evolution in the Information Systems (IS) community has involved neuroscience tools and methods in order to develop new theories concerning Human-Computer Interaction (HCI) and further understand IS acceptance models. Thus, the field of NeuroIS has emerged. Moreover, NeuroIS researchers have proposed encephalograph (EEG) as valuable usability metric. Particularly, EEG frontal asymmetry has been related to approach/withdraw behaviour and positive/negative affect concerning users’ perceptions. Furthermore, Technology Acceptance Model (TAM) has been established as the most notable model regarding IS acceptance. This study is a first attempt to integrate EEG frontal asymmetry with TAM in order to associate brain activation with the two most important variables of TAM: Perceived Usefulness and Perceived Ease of Use. Specifically, thirty one undergraduate students were chosen to use a Computer-Based Assessment (while being connected to the EEG) in the context of an introductory informatics course. Results indicate a direct positive association of frontal asymmetry on the aforementioned variables. These findings suggest that frontal asymmetry could be useful for validating and developing Information Technology (IT) theories, as well as designing and explaining the acceptance and adoption of new IS systems or products
Measuring instant emotions based on facial expression during computer-based assessment
Abstract Emotions are very important during learning and assessment procedures. However, measuring emotions is a very demanding task. Several tools have been developed and used for this purpose. In this paper, the efficiency of the FaceReader during a computer-based assessment (CBA) was evaluated. Instant measurements of the FaceReader were compared with the researchers' estimations regarding students' emotions. The observations took place in a properly designed room in real time. Statistical analysis showed that there are some differences between FaceReader's and researchers' estimations regarding Disgusted and Angry emotions. Results showed that FaceReader is capable of measuring emotions with an efficacy of over 87% during a CBA and that it could be successfully integrated into a computer-aided learning system for the purpose of emotion recognition. Moreover, this study provides useful results for the emotional states of students during CBA and learning procedures. This is actually the first time that student's instant emotions were measured during a CBA, based on their facial expressions. Results showed that most of the time students were experiencing Neutral, Angry, and Sad emotions. Furthermore, gender analysis highlights differences between genders' instant emotions
Ενσωμάτωση προσωπικών συναισθηματικών και ψυχολογικών μετρήσεων στο μοντέλο τεχνολογικής αποδοχής: μια μελέτη αποδοχής ενός ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης
This thesis develops and evaluates a framework of methodologies, based on theories about the role of different factors of learning acceptance in order to achieve reliable recognition of user intentions to use an information system. The main contributions of this thesis are summarized in the following points: Development of the basic holistic model of acceptance of a computer based assessment system. For the first time I developed a model which explains the long-term behavior of the user using the user's expectations regarding the system before they used the system with their perceptions after the use of the system. For the first time, the effect of gender as a determinant of user's behavioural intentions to use the system. For the first time introduced the personality characteristics in an acceptance model. Incurred significant research findings, which could be valuable in the design of such future systems tailored to the personality characteristics of each user. For the first time incorporated the cultural dimensions of user in an acceptance model regarding computer based assessment (CBA) systems. The results are important for further customization of CBA system to the characteristics of each user. For the first time learning styles included in an acceptance model. These data are important because they provide the opportunity for further individualized a CBA system. For the first time investigated the facial expressions of the user as a source of emotion recognition, within a CBA system, and identified characteristics that may mislead the recognition in this process. Moreover, for the first time provided data on how the student’s instant emotions experienced during the use of the CBA system affect his/her behavioural intention to use the system. The effect of emotional feedback as a separate variable in the CBAAM. The findings are important, as it indicates that the emotional feedback is one factor that greatly influences user’s behavioural intention to use the system. For the first time, I used electroencephalograph (EEG) as a suitable and reliable tool for the measurement of user’s perceptions regarding usefulness, ease of use and playfulness of the system. Research findings have confirmed that the EEG may actually be an effective tool in order to predict and determine user’s behavioural intentions.Η παρούσα διατριβή αναπτύσσει και αξιολογεί ένα πλαίσιο μεθοδολογιών, που βασίζονται σε θεωρίες για το ρόλο διαφορετικών παραγόντων αποδοχής στη μάθηση, προκειμένου να επιτυγχάνεται η έγκυρη αναγνώριση των προθέσεων των χρηστών σε σχέση με την χρήση του συστήματος. Οι κύριες συνεισφορές της παρούσας διατριβής συνοψίζονται στα εξής σημεία: Ανάπτυξη του βασικού ολιστικού μοντέλου αποδοχής ενός συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Μέχρι τώρα δεν είχε υπάρξει μοντέλο αποδοχής για ένα σύστημα ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Για πρώτη φορά αναπτύχθηκε μοντέλο το οποίο εξηγεί σε βάθος χρόνου την συμπεριφορά του χρήστη χρησιμοποιώντας τις προσδοκίες του χρήστη πριν την επαφή του με το σύστημα και την αλληλεπίδραση που είχε με το σύστημα. Για πρώτη φορά μελετήθηκε η επίδραση του φύλου ως καθοριστικός παράγοντας στην συμπεριφορά του χρήστη και στις σχέσεις που έχουν οι σημαντικές μεταβλητές αποδοχής μεταξύ τους. Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας σε ένα μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Προέκυψαν σημαντικά ερευνητικά πορίσματα, που θα μπορούσαν να είναι πολύτιμα στο σχεδιασμό ανάλογων μελλοντικών συστημάτων προσαρμοσμένα στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του κάθε χρήστη. Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν οι πολιτιστικές διαστάσεις του χρήστη σε ένα μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Τα αποτελέσματα είναι σημαντικά για περαιτέρω παραμετροποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης στα χαρακτηριστικά του κάθε χρήστη. Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν το στυλ εκμάθησης του χρήστη σε ένα μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Τα δεδομένα είναι σπουδαία διότι δίνουν την δυνατότητα για περαιτέρω εξατομικευμιένη χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης από τον κάθε μαθητή. Για πρώτη φορά ερευνήθηκαν οι εκφράσεις του προσώπου του χρήστη ως πηγή αναγνώρισης συναισθημάτων, στα πλαίσια ενός συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης, και εντοπίστηκαν ιδιαιτερότητες που μπορεί να παραπλανήσουν την αναγνώριση, στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας. Επιπλέον, για πρώτη φορά παρέχονται δεδομένα για το πώς επηρεάζουν την συμπεριφορά και τις αποφάσεις του μαθητή τα στιγμιαία συναισθήματα που βιώνει κατά την διάρκεια της χρήσης του συστήματος αυτοαξιολόγησης. Μελετήθηκε η επίδραση συναισθηματικής ανατροφοδότησης, ως ξεχωριστή μεταβλητή στο βασικό προτεινόμενο μοντέλο αποδοχής. Τα ευρήματα που προέκυψαν έχουν μεγάλη σημασία, καθώς υποδεικνύουν ότι η συναισθηματική ανατροφοδότηση είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την συμπεριφορά και τις αποφάσεις του χρήστη. Αξιολογήθηκε για πρώτη φορά, η χρήση ηλεκτροεγκεφαλογράφου (ΕΕΓ) ως κατάλληλο και αξιόπιστο εργαλείο για την μέτρηση των αντιλήψεων και της συμπεριφοράς του χρήστη. Τα σχετικά ερευνητικά πορίσματα, επιβεβαίωσαν ότι ο ΕΕΓ μπορεί όντως να είναι αποτελεσματικός ως προς αυτήν την κατεύθυνση. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης, υποδεικνύουν ότι η διαχείριση των εγκεφαλικών ρυθμών του χρήστη, ως νέο πεδίο έρευνας για την ανάπτυξη πρωτότυπων μοντέλων αποδοχής, είναι μια περιοχή που μπορεί να ερευνηθεί εκτενώς, χρησιμοποιώντας μεθοδολογίες παρόμοιες με αυτές που προτάθηκαν σε αυτήν την διατριβή
Ενσωμάτωση προσωπικών συναισθηματικών και ψυχολογικών μετρήσεων στο μοντέλο τεχνολογικής αποδοχής: μια μελέτη αποδοχής ενός ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης.
Η βιβλιοθήκη διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή.Διατριβή (Διδακτορική)--Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2011.Περιλαμβάνει βιβλιογραφικές αναφορές (σ. 268-297).024/2012Η παρούσα διατριβή αναπτύσσει και αξιολογεί ένα πλαίσιο μεθοδολογιών, που βασίζονται σε θεωρίες για το ρόλο διαφορετικών παραγόντων αποδοχής στη μάθηση, προκειμένου να επιτυγχάνεται η έγκυρη αναγνώριση των προθέσεων των χρηστών σε σχέση με την χρήση του συστήματος. Οι κύριες συνεισφορές της παρούσας διατριβής συνοψίζονται στα εξής σημεία:
Ανάπτυξη του βασικού ολιστικού μοντέλου αποδοχής ενός συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Μέχρι τώρα δεν είχε υπάρξει μοντέλο αποδοχής για ένα σύστημα ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης.
Για πρώτη φορά αναπτύχθηκε μοντέλο το οποίο εξηγεί σε βάθος χρόνου την
συμπεριφορά του χρήστη χρησιμοποιώντας τις προσδοκίες του χρήστη πριν την επαφή του με το σύστημα και την αλληλεπίδραση που είχε με το σύστημα.
Για πρώτη φορά μελετήθηκε η επίδραση του φύλου ως καθοριστικός παράγοντας στην συμπεριφορά του χρήστη και στις σχέσεις που έχουν οι σημαντικές μεταβλητές αποδοχής μεταξύ τους.
Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας σε ένα
μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Προέκυψαν σημαντικά ερευνητικά πορίσματα, που θα μπορούσαν να είναι πολύτιμα στο σχεδιασμό ανάλογων μελλοντικών συστημάτων προσαρμοσμένα στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του κάθε χρήστη.
Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν οι πολιτιστικές διαστάσεις του χρήστη σε ένα μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Τα αποτελέσματα είναι σημαντικά για περαιτέρω παραμετροποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης στα χαρακτηριστικά του κάθε χρήστη.
Για πρώτη φορά ενσωματώθηκαν το στυλ εκμάθησης του χρήστη σε ένα μοντέλο αποδοχής συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης. Τα δεδομένα είναι σπουδαία διότι δίνουν την δυνατότητα για περαιτέρω εξατομικευμιένη χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος αυτοαξιολόγησης από τον κάθε μαθητή.
Για πρώτη φορά ερευνήθηκαν οι εκφράσεις του προσώπου του χρήστη ως πηγή αναγνώρισης συναισθημάτων, στα πλαίσια ενός συστήματος ηλεκτρονικής αυτοαξιολόγησης, και εντοπίστηκαν ιδιαιτερότητες που μπορεί να παραπλανήσουν την αναγνώριση, στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας. Επιπλέον, για πρώτη φορά παρέχονται δεδομένα για το πώς επηρεάζουν την συμπεριφορά και τις αποφάσεις του μαθητή τα στιγμιαία συναισθήματα που βιώνει κατά την διάρκεια της χρήσης του συστήματος αυτοαξιολόγησης.
Μελετήθηκε η επίδραση συναισθηματικής ανατροφοδότησης, ως ξεχωριστή μεταβλητή στο βασικό προτεινόμενο μοντέλο αποδοχής. Τα ευρήματα που προέκυψαν έχουν μεγάλη σημασία, καθώς υποδεικνύουν ότι η συναισθηματική ανατροφοδότηση είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την συμπεριφορά και τις αποφάσεις του χρήστη.
Αξιολογήθηκε για πρώτη φορά, η χρήση ηλεκτροεγκεφαλογράφου (ΕΕΓ) ως κατάλληλο και αξιόπιστο εργαλείο για την μέτρηση των αντιλήψεων και της συμπεριφοράς του χρήστη. Τα σχετικά ερευνητικά πορίσματα, επιβεβαίωσαν ότι ο ΕΕΓ μπορεί όντως να είναι αποτελεσματικός ως προς αυτήν την κατεύθυνση. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης, υποδεικνύουν ότι η διαχείριση των εγκεφαλικών ρυθμών του χρήστη, ως νέο πεδίο έρευνας για την ανάπτυξη πρωτότυπων μοντέλων αποδοχής, είναι μια περιοχή που μπορεί να ερευνηθεί εκτενώς, χρησιμοποιώντας μεθοδολογίες παρόμοιες με αυτές που προτάθηκαν σε αυτήν την διατριβή.This thesis develops and evaluates a framework of methodologies, based on theories about the role of different factors of learning acceptance in order to achieve reliable recognition of user intentions to use an information system system. The main contributions of this thesis are summarized in the following points:
Development of the basic holistic model of acceptance of a computer based
assessment system.
For the first time I developed a model which explains the long-term behavior of the
user using the user's expectations regarding the system before they used the system with their perceptions after the use of the system.
For the first time, the effect of gender as a determinant of user's behavioural
intentions to use the system.
For the first time introduced the personality characteristics in an acceptance model.
Incurred significant research findings, which could be valuable in the design of such future systems tailored to the personality characteristics of each user.
For the first time incorporated the cultural dimensions of user in an acceptance model
regarding computer based assessment (CBA) systems. The results are important for further customization of CBA system to the characteristics of each user.
For the first time learning styles included in an acceptance model. These data are important because they provide the opportunity for further individualized a CBA system.
For the first time investigated the facial expressions of the user as a source of emotion recognition, within a CBA system, and identified characteristics that may mislead the recognition in this process. Moreover, for the first time provided data on how the student’s instant emotions experienced during the use of the CBA system affect his/her behavioural intention to use the system.
The effect of emotional feedback as a separate variable in the CBAAM. The findings are important, as it indicates that the emotional feedback is one factor that greatly influences user’s behavioural intention to use the system.
For the first time, I used electroencephalograph (EEG) as a suitable and reliable tool for the measurement of user’s perceptions regarding usefulness, ease of use and playfulness of the system. Research findings have confirmed that the EEG may actually be an effective tool in order to predict and determine user’s behavioural intentions
E-certification: financial analysis and European Computer Driving Licence (ECDL) Hellas case
The difficult economic situation demands very careful investments plans in education. This paper presents a financial analysis of the e-certification branch. It uses financial ratios in order to measure the liquidity, the activity, the debt and the profitability of the enterprises in the branch. Then it applies these ratios to a case study regarding European Computer Driving Licence (ECDL) Hellas. Moreover, it performs a feasibility analysis for a new entrant in the e-certification market. Using cost-benefit analysis the paper measures the benefit-cost ratio, the payback period, the net present value (NPV), the internal rate of return (IRR) and the break-even point for a new investment in the e-certification branch. Finally, it concludes regarding the present and the future of the e-certification branch in Greece. This paper can be helpful in other business cases in education.e-learning; e-certification; computer based testing; CBT; financial analysis; European Computer Driving Licence; ECDL; Greece; electronic learning; online learning; electronic certification; cost-benefit analysis.
Vascularized Nerve Grafts and Vascularized Fascia for Upper Extremity Nerve Reconstruction
Since 1976, experimental and clinical studies have suggested the superiority of vascularized nerve grafts. In this study, a 27-year experience of the senior author is presented regarding vascularized nerve grafts and fascia for complex upper extremity nerve reconstruction. The factors influencing outcomes as well as a comparison with conventional nerve grafts is presented. Since 1981, 21 vascularized nerve grafts, other than vascularized ulnar nerve, were used for reconstruction of nerve injuries in the upper extremity. Indications were prolonged denervation time, failure of the previously used conventional nerve grafts, and excessive scar in the recipient site. Injury was in the hand/wrist area (n = 5), in the forearm (n = 4), in the elbow (n = 2), in the arm (n = 4), or in the plexus (n = 6). Vascularized sural (n = 9), saphenous (n = 8), superficial radial (n = 3), and peroneal (superficial and deep) nerves were used. The mean follow-up was 31.4 months. Vascularized nerve grafts for upper extremity injuries provided good to excellent sensory return in severely scarred upper extremities in patients in whom conventional nerve grafts had failed. They have also provided relief of causalgia after painful neuroma resection and motor function recovery in selective cases even for above the elbow injuries. Small diameter vascularized nerve grafts should be considered for bridging long nerve gaps in regions of excessive scar or for reconstructions where conventional nerve grafts have failed
Impact of Configuration Errors on DNS Robustness
During the past twenty years the Domain Name System (DNS) has sustained phenomenal growth while maintaining satisfactory performance. However, the original design focused mainly on system robustness against physical failures, and neglected the impact of operational errors such as misconfigurations. Our recent measurement effort revealed three specific types of misconfigurations in DNS today: lame delegation, diminished server redundancy, and cyclic zone dependency. Zones with configuration errors suffer from reduced availability and increased query delays up to an order of magnitude. Furthermore, while the original DNS design assumed that redundant DNS servers fail independently, our measurements show that operational choices made at individual zones can severely affect the availability of other zones. We found that, left unchecked, DNS configuration errors are widespread, with lame delegation affecting 15% of the DNS zones, diminished server redundancy being even more prevalent, and cyclic dependency appearing in 2% of the zones. We also noted that the degrees of misconfiguration vary from zone to zone, with most popular zones having the lowest percentage of errors. Our results indicate that DNS, as well as any other truly robust large-scale system, must include systematic checking mechanisms to cope with operational errors