5 research outputs found

    Primary bacterial peritonitis in a previously healthy adolescent female: A case report

    Get PDF
    AbstractIntroductionAcute pneumococcal peritonitis represents an unusual entity characterized by infection in the abdominal cavity despite the absence of an obvious causative source. Patients with portal hypertension such as cirrhotics and those with nefrotic syndrome are more frequently encountered in the every day practice.Presentation of caseA 14 years old female was referred to our department by his general practitioner with a 24h history of right lower abdominal pain and fever. Clinical examination was suggestive for peritonitis and the girl was transferred to the operation room. A diagnosis of primary pneumococcal peritonitis was made on the basis of the findings during surgery and the microbiological tests. Institution of appropriate antibiotics resulted to complete recovery.DiscussionA mini literature review was performed.ConclusionPrimary bacterial peritonitis in adolescents is extremely rare. Surgeons are required to be aware of this entity

    Impact of varicocele on biological markers of gonadal function

    No full text
    Purpose: Varicocele represents a frequent cause of male infertility. Early identification and treatment of varicocele during adolescence may reduce the risk of infertility. The relationship of varicocele and its effect on semen quality and healthy male reproduction has been investigated. However obtainement of semen samples in adolescents is a sensitive topic. Alternatively blood samples are easier to obtain compared to ejaculates. Therefore, serum biomarkers of spermatogenesis are of major interest for population studies. Inhibins are glycoproteins predominantly produced in the gonads. Inhibin B, composed of α and β subunits, is the phsiologiacally relevant form on inhibin in males. Both subunits are produced by Sertoli cells, regulated by FSH and unidentified factors related to germ cells. The aim of this study was to evaluate hormonal parameters in a group of adolescents with varicocele in order to identify prognostic factors for testicular damage.Patients and Methods: Twenty adolescents at Taner stage 4-5 with left varicocele were studied and compared with a control group of twenty healty adolescents. All patients underwent ultrasonographic testicular volumetry as well as hormonal evaluation of inhibin B, testosterone, baseline and gonadotropin-releasing hormone, follicle-stimulating hormone as well as luteinizing hormone. Statistical analysis was performed using Mann - Whitney U test with p value 2ml από τον δεξί.2. Ανταπόκριση των FSH και LH στο GnRHtest. Ηεκσεσημασμένη απάντηση εφήβων με κιρσοκήλη στο GnRHtest αποκαλύπτει ομάδα ασθενών αυξημένου κινδύνου για μελλοντική υπογονιμότητα, που πιθανώς να επωφεληθεί από την πρώιμη θεραπεία της κιρσοκήλης, καθώς έχει παρατηρηθεί θετική συσχέτιση μεταξύ ορχικής βλάβης εξαιτίας κιρσοκήλης και αυξημένης ανταπόκρισης των γοναδοτροπινών στη χορήγηση GnRH(4). Η εκσεσημασμένη απάντηση στο GnRH test αποτελεί σύμφωνα με ερευνητές έμμεση απόδειξη ορχικής βλάβης, η οποία πιθανότατα να σχετίζεται άμεσα με την παρουσία της κιρσοκήλης (5).3. Αμφοτερόπλευρες ψηλαφητές κιρσοκήλες.4. Μεγάλου βαθμού κιρσοκήλη που προκαλεί συμπτωματολογία.Οι έφηβοι με κιρσοκήλη που δεν εκπληρούν αυτά τα κριτήρια συνιστάται να παρακολουθούνται μέχρι την ολοκλήρωση της οικογένειάς τους. Η αντιμετώπιση της κιρσοκήλης συνίσταται σε απολίνωση της έσω σπερματικής φλέβας, είτε με οπισθοπεριτοναϊκή προσπέλαση και απολίνωση ολόκληρου του αγγειακού μίσχου (τεχνική Palomo) (6), είτε με διατήρηση της σπερματικής αρτηρίας. Δημοφιλής επίσης είναι η βουβωνική και υποβουβωνική μικροχειρουργική προσπέλαση, όπου με τη βοήθεια του μικροσκοπίου αναγνωρίζεται ευκολότερα η σπερματική αρτηρία, τα λεμφαγγεία και οι παράπλευροι κλάδοι από την έξω σπερματική φλέβα και τις φλέβες του οίακα, που ευθύνονται για τις περισσότερες από τις υποτροπές μετά από πλαστική κιρσοκήλης. Η επιτυχής πλαστική της κιρσοκήλης, και όχι η τεχνική η οποία εφαρμόζεται, οδηγεί σε αύξηση του όγκου του αριστερού όρχεος, «catchupgrowth» σε περισσότερους από το 80% των εφήβων μέσα στους 12 πρώτους μήνες από την επέμβαση (7). Ο ρόλος της Inhibin B στη σπερματογένεσηΗ παρουσία ενός ορχικού, ενδοκρινικού, μη στεροειδικού παράγοντα, που ελέγχει την υποφυσιακή λειτουργία, προτάθηκε για πρώτη φορά το 1932, ταυτόχρονα με την ανακάλυψη και απομόνωση των γοναδοτροπινών. Δεκαετίες ερευνών οδήγησαν στην ανακάλυψη μιας μεγάλης οικογένειας πρωτεϊνών, της ινχιβίνης, και στο μερικό καθορισμό της λειτουργίας των μελών της (8).Η σημασία της Inhibin Β στην κιρσοκήληΗ κιρσοκήλη αποτελεί έναν από τους συνηθέστερους παράγοντες ανδρικής υπογονιμότητας και διαταραχής της σπερματογένεσης. Μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που έχουν ενοχοποιηθεί για την παθοφυσιολογία της κιρσοκήλης, η μερική διαταραχή στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-όρχεος, πιθανόν σε επίπεδο κυττάρου Leydig, φαίνεται να εμπλέκεται επίσης στον παθοφυσιολογικό μηχανισμό της κιρσοκήλης. Η αναγνώριση της ινχιβίνης Β ως τον ακριβέστερο και πιο ευαίσθητο δείκτη σπερματογένεσης επιτρέπει τη χρήση της πρωτεΐνης αυτής στην εκτίμηση της συμμετοχής των κυττάρων του Sertoliστην παθοφυσιολογία της κιρσοκήλης, καθώς ακόμα δεν έχει αποσαφηνιστεί αν η κιρσοκήλη επηρεάζει πρώτα το κύτταρο Sertoliή τα γεννητικά κύτταρα (9). Η παραγωγή της ινχιβίνης Β φαίνεται να καθορίζεται από την αλληλεπίδραση μεταξύ των κυττάρων Sertoli και διαφόρων τύπων γεννητικών κυττάρων. Οι σπερματίδες φαίνεται κυρίως να επηρεάζουν την παραγωγή της ινχιβίνης Β, γεγονός που είναι σημαντικό, καθώς η κιρσοκήλη επιδρά κυρίως στα τελευταία στάδια της σπερματογένεσης (10). Οι σπερματίδες επίσης αποτελούν τον τύπο των γεννητικών κυττάρων που είναι περισσότερο ευαίσθητος στην υπερθερμία, η οποία αποτελεί τον κυριότερο ενοχοποιητικό μηχανισμό διαταραχής της σπερματογένεσης σε ασθενείς με κιρσοκήλη (11). Η μέτρηση λοιπόν της ινχιβίνης Β μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράγοντας εκτίμησης της σπερματογένεσης σε ασθενείς με κιρσοκήλη, καθώς η αύξηση των επιπέδων της ινχιβίνης Β που έχει παρατηρηθεί μετά από αποκατάσταση της κιρσοκήλης σε ενηλίκους, πιθανώς να σημαίνει βελτίωση της ορχικής λειτουργίας. Παράλληλα, η χρήση της ινχιβίνης Β μπορεί να βοηθήσει στην εκτίμηση της πιθανής συμμετοχής των κυττάρων Sertoliστην παθοφυσιολογία της κιρσοκήλης (12). Σπουδαιότητα της έρευνας Η αντιμετώπιση της κιρσοκήλης της παιδικής και εφηβικής ηλικίας αποτελεί σπουδαίο κλινικό πρόβλημα, καθώς κανένας έφηβος με κιρσοκήλη δεν προσέρχεται για εκτίμηση της πιθανής μελλοντικής υπογονιμότητας, αλλά ούτε και είναι αυτό εφικτό με τα παρόντα δεδομένα. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι μόνο το 15% των ενηλίκων με κιρσοκήλη είναι υπογόνιμοι, η χειρουργική αποκατάσταση της βλάβης αυτής έχει αξία μόνο για τους εφήβους εκείνους που θεωρούνται υψηλού κινδύνου για μελλοντική υπογονιμότητα. Η ελάττωση του όγκου του αριστερού όρχεος περισσότερο από 2ml θεωρείται ως δείκτης ορχικής βλάβης εξαιτίας της κιρσοκήλης, αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράγοντας που μπορεί να διακρίνει ποια από τα αγόρια με κιρσοκήλη έχουν αυξημένο κίνδυνο μελλοντικής υπογονιμότητας. Είναι λοιπόν προφανές ότι άλλοι παράγοντες πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουν την από την κιρσοκήλη προκαλούμενη ορχική βλάβη και την πιθανή μελλοντική υπογονιμότητα σε αυτήν την ευαίσθητη πληθυσμιακή ομάδα ασθενών (13, 14). Η αναγνώριση της ινχιβίνης Β ως τον πιο ευαίσθητο ενδοκρινολογικό δείκτη της σπερματογένεσης και λειτουργίας των κυττάρων Sertoli, η αποκλειστική παραγωγή της από τον όρχι και η παραγωγή ειδικών ανοσοπροσδιοριστικών ουσιών τα τελευταία χρόνια που ανιχνεύουν τη βιολογικά δραστική μορφή της ινχιβίνης Β στον ορό, ενθαρρύνουν τη χρήση της ινχιβίνης Β στην αξιολόγηση της ορχικής βλάβης των εφήβων με κιρσοκήλη και αφήνουν ελπιδοφόρα μηνύματα για τη σημασία της πρωτεΐνης αυτής ως δείκτη μελλοντικής υπογονιμότητας σε αυτήν την κατηγορία ασθενών.Συλλογή υλικούΓια την μελέτη αυτή εξετάστηκαν έφηβοι ηλικίας 12-17 με σκοπό την ανεύρεση 20 εφήβων με κιρσοκήλη που αποτέλεσαν την ομάδα μελέτης. Την ομάδα ελέγχου αποτέλεσαν 20 έφηβοι χωρίς κιρσοκήλη. Τα αγόρια εξετάσθηκαν κλινικά σε όρθια θέση χρησιμοποιώντας τη δοκιμασία Valsalva. Ο βαθμός της κιρσοκήλης καθορίστηκε σύμφωνα με την κατάταξη των Dubinκαι Amelar(15). Στα αγόρια στα οποία ανακαλύφθηκε κλινικά κιρσοκήλη πραγματοποιήθηκε υπερηχογράφημα οσχέου για την εκτίμηση του όγκου του όρχεος και την απεικονιστική επιβεβαίωση της κιρσοκήλης. Υπερηχογραφικά η κιρσοκήλη ορίστηκε ως η αύξηση της διαμέτρου τουλάχιστον μίας φλέβας του ορχικού πλέγματος περισσότερο από 2mm (16).Συμπληρωματική εκτέλεση GnRH stimulation testΕκτελέσθηκεGnRH stimulation test (100μgI.V. bolus) πριν την πλαστική της κιρσοκήλης στην ομάδα μελέτης και στην ομάδα ελέγχου με μέτρηση βασικών τιμών της ωχρινοτρόπου (LH) και της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH). Αμφότερες οι γοναδοτροπίνες μετρήθηκαν σε 0, 30 και 60 λεπτά μετά τη χορήγηση της GnRH. Το GnRH stimulation test εκτελέστηκε με τον ίδιο τρόπο μετεγχειρητικά σε όλους τους ασθενείς της ομάδα μελέτης που υποβλήθηκαν σε αποκατάσταση της κιρσοκήλης. Έγινε σύγκριση της απάντησης στο GnRH stimulation test μεταξύ της ομάδας μελέτης και της ομάδας ελέγχου προεγχειρητικά καθώς και μεταξύ των ατόμων της ομάδα μελέτης προεγχειρητικά και μετεγχειρητικά.Μέτρηση επιπέδων inhibin Β.Η μέτρηση και σύγκριση των επιπέδων της ινχιβίνης Β έγινε στις ίδιες ομάδες ατόμων που έγινε και το GnRH stimulation test Χειρουργική αποκατάσταση κιρσοκήλης.Οι ενδείξεις για τη χειρουργική αποκατάσταση της κιρσοκήλης περιλαμβάνουν τη διαφορά στον όγκο του φυσιολογικού από τον παθολογικό όρχι περισσότερο από 2ml και τη μεγάλου βαθμού κιρσοκήλη που προκαλεί συμπτώματα. Για την αντιμετώπιση της κιρσοκήλης, σε όλους τους ασθενείς, χρησιμοποιήθηκε η πλαστική κατά Palomoμε διατήρηση της έσω σπερματικής αρτηρίας (6).Στατιστική ανάλυσηΌλα τα δεδομένα εκφράστηκαν ως μέση τιμή ±SD.Τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη βοήθεια του στατιστικού πακέτου SPSS, έκδοση 20.0. Ειδικότερα, η στατιστική ανάλυση των τιμών της ομάδας μελέτης προ χειρουργείου και της ομάδας ελέγχου πραγματοποιήθηκε με τη χρήση της στατιστικής δοκιμασίας Mann – Whitney U test ενώ της ομάδας μελέτης προ και μετά χειρουργείου με την χρήση της στατιστικής δοκιμασίας Wilcoxon signed rank test με βάση την μη παραμετρική κατανομή των δεδομένων.Η συσχέτιση των μεταβλητών προσδιορίστηκε με τη στατιστική δοκιμασία Spearman correlation coefficient. Ως μέτρο στατιστικής σημαντικότητας θεωρήθηκε τιμή p 2 ml κατά την υπερηχογραφική εξέταση ή > 2 SD σε σύγκριση με τις συνήθεις καμπύλες ανάπτυξης) και τα συμπτώματα άλγους ή αίσθημα δυσφορίας (27). Η ορχική βλάβη στον όρχι που πάσχει από κιρσοκήλη δεν είναι στατική αλλά προοδευτική. Αυτή η βλάβη οδηγεί όχι μόνο σε πρωτοπαθή αλλά και σε δευτεροπαθή στειρότητα λόγω της προοδευτικής βλάβης στην ηχοδομή των όρχεων (28). Έρευνες ανέδειξανδυσλειτουργίας των όρχεων με κιρσοκήλη σε ανθρώπους και σε ζώα (29). Είναι γνωστή μια συσχέτιση μεταξύ κιρσοκήλης και υπογονιμότητας σε περίπου

    Meckel′s diverticulum in paediatric practice on Crete (Greece): A 10-year review

    No full text
    Background: Although Meckel′s diverticulum (MD) is the most prevalent congenital abnormality of the gastrointestinal tract, it has varied presentations and often becomes a diagnostic challenge. The purpose of this study was to review the diverse presentations of MD, record the epidemiologic features for Crete and review the detection techniques and the treatment options. Patients and Methods: This was a review of the records of all children who underwent surgery for MD in the department of Paediatric Surgery of the University Hospital of Crete (Greece) between January 1999 and January 2009. Result: A total of 45 patients (32 male and 13 female) aged 1 to 13 years (median 10 years) with a diagnosis of MD were retrospectively reviewed. The collected data were analysed, looking at age, gender, clinical features, investigations, histopathological findings and surgical interventions. In 25 patients, MD was an incidental finding at laparotomy because of appendicitis. The remaining 20 patients were symptomatic and presented with various clinical features. Nine patients (19.9%) had clinical features of peritonitis; of these, three had perforated MD and six had Meckel′s diverticulitis at laparotomy. Four patients were diagnosed with intestinal obstruction. Seven patients (15.5%) presented with lower gastrointestinal bleeding. Ultrasound scans revealed intussusception in three patients, requiring open reduction. The remaining four patients with bleeding per rectum underwent a Meckel′s Tc99 scan that showed a positive tracer. Conclusion: All patients with MD underwent Meckel′s diverticulectomy with appendicectomy. MD has an incidence of approximately 1 to 2% in our population. It is necessary to maintain a high index of suspicion in the in the diagnosis of MD paediatric age group because it can be easily misdiagnosed

    Fournier's Gangrene Associated with Local Cutaneous HPV Lesions in a Previously Healthy Girl

    Get PDF
    A case of an 11-year-old prepubertal girl with Fournier's gangrene is presented. The diagnosis was posed after the disease had progressed to the typical clinical picture of frank gangrene. A benign viral infection, common warts, possibly represents the initiating event of the development of this necrotizing soft tissue infection. The development of childhood Fournier's gangrene in association with viral infections has been reported in the past. An optimal outcome was achieved by aggressive antibiotic and surgical treatment despite the late diagnosis. In children, Fournier's gangrene develops in previously healthy individuals with benign diseases often representing the initiating events; thus, high index of suspicion is necessary for an early diagnosis that will lead to the optimal outcome

    Mesenteric Lymphadenitis Presenting as Acute Abdomen in a Child with Multisystem Inflammatory Syndrome

    No full text
    Multisystem inflammatory syndrome in children (MIS-C) may develop as a rare complication following COVID-19. MIS-C presentation varies substantially, but fever and gastrointestinal symptoms are the most prominent. Indeed, gastrointestinal involvement may be severe enough to present as acute abdomen, posing challenges to clinicians. We present herein the case of a healthy five-year-old male who presented with fever, vomiting, and abdominal pain, resembling acute abdomen. The patient had no history of SARS-CoV-2 infection or exposure, and MIS-C diagnosis was initially surpassed unnoticed. The patient underwent exploratory laparotomy that only revealed mesenteric lymphadenitis. Postoperatively, the patient met the clinical and laboratory diagnostic criteria of MIS-C. SARS-CoV-2 exposure was serologically confirmed and MIS-C treatment was commenced, resulting in defervescence and a satisfactory outcome. In young patients presenting with acute abdomen, surgeons should be aware of MIS-C, so that earlier diagnosis and appropriate treatment are made prior to surgical interventions
    corecore