10 research outputs found
Sappers of Fortress Europe: exploring the micropolitics of borders through the occupational culture of asylum caseworkers in Greece
This paper considers borders as ubiquitous and pervasive social relations and as sites of struggles, which are shaped through and transformed by social antagonisms and contestations. While much discussion of border struggles focuses on migrants’ resistance and various forms of activism, this paper provides insights on the micro-resistance of those who, instead of overtly opposing and contesting the biopolitical power of border regimes, are integral to their operation: asylum caseworkers who filter and select border-crossers. The paper presents data from interviews with self-identified leftist asylum caseworkers in Greece who, through their work, seek to create cracks in the so-called ‘Fortress Europe’. By exploring the somewhat unexplored occupational culture of leftist asylum caseworkers, we show how, while trying to resist bordering regimes, leftist asylum caseworkers both critique and reproduce the power relations they seek to subvert. Essentially, we provide valuable insights on the limits of resistance due to the workings of powerful technologies of government – informed by neoliberal managerialism – that are operational in day-to-day life of the asylum process. The paper thus provides a novel exploration of the complex and entangled relation between technologies of power and micro-resistances within border regimes in the significant context of Greece
Politics of the gift: social and cultural dimensions of voluntary work with refugees
Η διατριβή αποτελεί μία εθνογραφική μελέτη του ‘εθελοντισμού’ και των λόγων για τον ‘εθελοντισμό’, δηλαδή της επίσημης εθελοντικής δραστηριότητας που πραγματοποιείται στα πλαίσια οργανωμένων μορφών κοινωνικότητας. Ειδικότερα, αντιπαραβάλλονται οι περιπτώσεις εθελοντικής εργασίας με πρόσφυγες σε δύο μη κυβερνητικές οργανώσεις, τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και την Εθελοντική Εργασία Αθήνας. Η εθελοντική εργασία αποτελεί μία πρακτική που είναι προσανατολισμένη στην παραγωγή τόσο οριζόντιας – ανάμεσα στους εθελοντές -, όσο και κάθετης – μεταξύ εθελοντών και προσφύγων – κοινωνικότητας. Μέσα από τις ιδεολογίες του αμιγούς δώρου που διατυπώνονται στις δύο περιπτώσεις, αναδεικνύονται εναλλακτικοί όροι συγκρότησης της κοινωνικότητας. Στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, όπου το θεσμικό πλαίσιο παίζει καταλυτικό ρόλο κατά την συγκρότηση της κοινωνικότητας, η ‘αγάπη’ αποτελεί την κεντρική μεταφορά που συνιστά την υπέρβαση του κώδικα της ανταλλαγής. Η ‘αγάπη’ ορίζεται ως ένα συναίσθημα έμφυλο και θρησκευτικό. Στην Εθελοντική Εργασία Αθήνας από την άλλη, είναι χαρακτηριστική η επιδίωξη αδιαμεσολάβητων σχέσεων και η άρνηση κάθε θεσμοθέτησης από τους συμμετέχοντες. Εκεί, κεντρική θέση κατέχει η έννοια της ‘αλληλεγγύης’, με ευθεία αναφορά σε πολιτικές συνδηλώσεις και την διαμαρτυρία απέναντι στο κράτος και την πρόθεση της ενσωμάτωσης των προσφύγων. Παράλληλα, στις δύο περιπτώσεις ο «πρόσφυγας» ορίζεται διαφορετικά. Από την μία πλευρά, στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό ο πρόσφυγας αποτελεί μία γραφειοκρατική, νομική κατηγορία και ένα αδιαφοροποίητο υποκείμενο, τον πάσχοντα πλησίον. Στην Εθελοντική Εργασία Αθήνας, ο πρόσφυγας αποτελεί τον πολιτικά περιθωριοποιημένο, εκείνον που βρίσκεται στο περιθώριο του ελληνικού κράτους. Οι πρακτικές της «εθελοντικής εργασίας» στις δύο περιπτώσεις, αναδεικνύουν όψεις της κάθετης κοινωνικότητας και των τρόπων με τους οποίους οργανώνονται οι σχέσεις με τους πρόσφυγες, σε έναν καταυλισμό προσφύγων και σε μέρη όπου συχνάζουν (εγκαταλελειμμένα κτίσματα, πλατείες) αντίστοιχα. Στην πράξη, η εθελοντική εργασία συνιστά πρακτική παρέμβασης στον τρόπο με τον οποίο οι πρόσφυγες ζουν. Οι συμμετέχοντες και στις δύο περιπτώσεις επιχειρούν να μετατρέψουν τις συνθήκες αυτές. Ειδικότερα, οι «ακτιβιστές» της ΕΕΑ, προσπαθούν να μετατρέψουν συμβολικά τον «δρόμο», όπου κατοικούν οι πρόσφυγες που συναντούν, σε «σπίτι», ενώ οι εθελόντριες του ΕΕΣ, επιχειρούν να «νοικοκυρέψουν» ένα καταυλισμό προσφύγων μέσα από την εποπτεία του χώρου, συμβουλές και νουθεσίες. Οι πρόσφυγες προσλαμβάνονται σε άλλες περιπτώσεις ως «φιλοξενούμενοι» και άλλοτε ως «οικοδεσπότες», συμβολικές κατηγορίες μέσα από τις οποίες αναδεικνύονται οι διαφορές ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις. Ωστόσο, περιοριστική είναι μία ανάγνωση της σχέσης μονομερούς προσφοράς με τον «άλλο» αποκλειστικά με εξουσιαστικούς όρους, ενώ κάτι τέτοιο συσκοτίζει τον καταλυτικό ρόλο των προσφύγων στην έκβαση της σχέσης. Παρά την απαγόρευση του δώρου που κυριαρχεί στις σημερινές κατασκευές του ‘εθελοντισμού’, το δώρο αναδεικνύεται σε καταλυτικό παράγοντα κατά την συγκρότηση σχέσεων με τους πρόσφυγες. Το δώρο «ανοίγει τις πόρτες» και οδηγεί στην επίτευξη της επιδιωκόμενης κάθετης κοινωνικότητας