Αντικείμενο της παρούσας μελέτης αποτελεί η συλλήβδην παρουσίαση της δομής της κατάσχεσης απαιτήσεων εις χείρας τρίτου, ως μορφής έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης, με αναφορές τόσο σε εθνικές όσο και ενωσιακού δικαίου ρυθμίσεις. Πρόκειται για την περίπτωση κατά την οποία ο επισπεύδων δανειστής για την ικανοποίηση της αξίωσής του, δεν στρέφεται κατά του οφειλέτη του αλλά κατά ενός τρίτου, εις χείρας του οποίου ευρίσκεται η υπό κατάσχεση απαίτηση, του οποίου η συμμετοχή καθίσταται επιβεβλημένη εν είδει μιας έτερης υποκείμενης έννομης σχέσης που τον συνδέει με τον καθ΄ ου η εκτέλεση. Οι δυνάμενες να αποτελέσουν αντικείμενο κατασχέσεως απαιτήσεις οριοθετούνται από το νομοθέτη, ο οποίος παράλληλα μεριμνά για τη διασφάλιση ενός ελαχίστου πεδίου προστασίας των οφειλετών μέσω του θεσμού των ακατασχέτων. Η διαδικασία εκκινεί με την επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου στον καθ΄ ου η εκτέλεση και τον τρίτο, αν και η υποχρεωτικότητα της διπλής επίδοσης αμφισβητείται, μέσω της οποίας επέρχονται κατά νόμο κεχωρισμένες για αυτούς έννομες συνέπειες ( 984 ΚΠολΔ). Η στέρηση της εξουσίας διαθέσεως του οφειλέτη και η απαγόρευση εξόφλησης αυτού εκ μέρους του τρίτου, συνιστούν δύο από τις σημαντικότερες εξ αυτών. Ο τρίτος μετά την επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου σε αυτόν και εντός οκτώ ημερών υποχρεούται σε υποβολή της κατ’ άρθρο 985 ΚΠολΔ δήλωσης περί της ύπαρξης ή μη της κατασχόμενης απαιτήσεως. Η δήλωση αυτή μπορεί κατά περιεχόμενο να είναι θετική ή αρνητική, εφόσον είναι ρητή, ενώ τυχόν παράλειψη υποβολής αυτής εξομοιούται, κατά πλάσμα δικαίου, με αρνητική δήλωση. Η υποβολή θετικής δήλωσης εκ μέρους του τρίτου, άγει εκ του νόμου μετά την παρέλευση των οκτώ ημερών σε αυτοδίκαιη εκχώρηση της απαιτήσεως στον δανειστή και ανυψώνεται στον κατ’ άρθρο 989 ΚΠολΔ εκτελεστό τίτλο δυνάμει του οποίου ο δανειστής μπορεί να προβεί σε ικανοποίηση της αξίωσής του. Αντίθετα, η υποβολή αρνητικής ή ανακριβούς δήλωσης δύναται να προσβληθεί με ανακοπή από το δανειστή ή και να οδηγήσει στη γέννηση αποζημιωτικής ευθύνης του τρίτου. Σαφώς, δυνατότητας άμυνας κατά της εκτέλεσης απολαύουν επιπλέον τόσο ο οφειλέτης με την άσκηση της κατ’ άρθρο 933 ανακοπής, όσο και ο τρίτος κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 987 ΚΠολΔ.
Η κατάσχεση απαιτήσεων εις χείρας τρίτου διαπλάσσεται εκ του νόμου και ως συντηρητικό ασφαλιστικό μέτρο με υψίστης σημασίας έννομες συνέπειες.
Τέλος, στην εν λόγω εργασία ενσωματώνονται αναφορές και στον Κανονισμό 655/2014 περί της ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών, ως διασυνοριακού χαρακτήρα εξασφαλιστικού μέτρου, η θέσπιση του οποίου αποτέλεσε ένα επί τα βελτίω δικονομικό βήμα στο πεδίο της προσωρινής δικαστικής προστασίας εντός του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης.The main object of this thesis is a full presentation of the seizure of claims in the hands of a third person, which mainly is the legal procedure used to enforce a private- law claim by means of public compulsion. In this study, there are references which are not only based on greek civil procedure, but also on the European law. The main characteristic of this procedure is that a creditor, who owns an enforceable title, brings an action, not against the person who is the debtor of the claim, but in the hands of a third person due to a contractual obligation which connects the debtor and the third person. As far as the greek law is concerned, the private – law claims which are able to be seized are determined by the legislator, who also aims to provide a fundamental protection to debtors by defining specific claims as non- seizable. First and foremost, in this procedure, the order for seizure is serviced both to and the third person the debtor, while the compulsion of the servicing of this order both to the debtor and the third person is under doubt. After the order for seizure is serviced, the allocation of the creditor’s claim by the debtor is strictly forbidden, while the third person is by any means not allowed to fulfill the debtor’s claim against him. The third person, after the order is serviced to him, is obliged to make (orally) a declaration if the creditor’s claim truly exists. Such declaration is characterized as positive. Nevertheless, if this claim does not exist, the third person can make a negative declaration, while there is the option of not making a declaration. The omission of making a declaration is equalized by law to a negative declaration. A positive declaration by the third person leads to the automatic allocation of the claim to the creditor, who can use this as a new enforceable title against the third person in order to fulfill his legal claim. On the opposite side, if the declaration is negative, the creditor can request a stay of the order, while the third person can be obliged to compensate him. The debtor and the third person have also the right to bring an action against the procedure, according to law. Seizure of claims in the hands of a third person is also predicted in the greek law in the form of an interim measure, with highly important consequences for the parties. Finally, on this thesis, there is additionally a reference to the Regulation No 655/2014 about “European Account Preservation Order”, as a cross-border order which lets a court in a EU country to freeze the funds of a debtor in an another EU country, the legislation of which was of paramount importance as far as the efficiency of the interim measures is concerned