HIV και ήπαρ

Abstract

Η διάδοση, τα τελευταία χρόνια, της αντιρετροϊκής αγωγής για τη θεραπεία ασθενών με HIV λοίμωξη, συνετέλεσε ώστε οι ασθενείς αυτοί να έχουν προσδόκιμο επιβίωσης ανάλογο του γενικού πληθυσμού και μετέτρεψε τη λοίμωξη αυτή από θανατηφόρο σε χρόνια νόσο. Η παράταση της επιβίωσης των οροθετικών ασθενών έχει ως συνέπεια την διαφοροποίηση των νοσημάτων που αυτοί εμφανίζουν, με συνέπεια να καταλήγουν συχνότερα λόγω επιπλοκών από το καρδιαγγειακό σύστημα ή το ήπαρ παρά λόγω ευκαιριακών λοιμώξεων. Ιδιαίτερα όσον αφορά το ήπαρ, νοσήματα όπως οι χρόνιες ηπατίτιδες B και C, οδηγούν ταχύτερα σε ηπατική κίρρωση σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, ενώ αυξάνει σταθερά ο επιπολασμός της μη αλκοολικής και αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος. Η καλύτερη μέθοδος για την εκτίμηση της ηπατικής βλάβης είναι η βιοψία ήπατος, η οποία όμως είναι μια επεμβατική διαδικασία, χρήζει νοσηλείας και μπορεί να συνοδεύεται από επιπλοκές. Για το λόγο αυτό έχουν αναπτυχθεί μη επεμβατικές τεχνικές εκτίμησης της ηπατικής βλάβης, με τη σημαντικότερη από αυτές να είναι η ελαστογραφία ήπατος (TE), η οποία εκτιμά έμμεσα την ηπατική ίνωση, μετρώντας τη σκληρότητα του ήπατος, εμφανίζει ικανοποιητική συσχέτιση με τη βιοψία ήπατος και θεωρείται αξιόπιστη εναλλακτική της. Σχετικά προβλήματα όμως έχει και η ΤΕ όπως είναι το υψηλό κόστος, η απουσία ευρείας διαθεσιμότητά της και η εξάρτησή της από την ικανότητα και την εμπειρία του χειριστή του μηχανήματος. Έτσι, γίνεται προσπάθεια ανάπτυξης διάφορων βιοδεικτών (scores), τα οποία χρησιμοποιούν εργαστηριακές παραμέτρους για την εκτίμηση της ηπατικής ίνωσης. Η εφαρμογή των παραπάνω βιοδεικτών σε ειδικές ομάδες ασθενών, όπως οι ασθενείς με χρονία λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV), είναι αξιόπιστη και συχνά αντικαθιστά την TE στην καθημέρα πράξη. Αν και η εφαρμογή των παραπάνω δεικτών στο γενικό πληθυσμό και σε ασθενείς με HIV/HCV συλλοίμωξη είναι ευρεία, ελάχιστες μελέτες έχουν γίνει σε ασθενείς με HIV μονολοίμωξη. Στόχος της παρούσης μελέτης ήταν η αναζήτηση των παραγόντων κινδύνου για σημαντική ηπατική ίνωση σε μια κοορτή ασθενών με HIV λοίμωξη, καθώς και των μη επεμβατικών βιοδεικτών, οι οποίοι εκτιμούν καλύτερα την ηπατική ίνωση σε ασθενείς με HIV μονολοίμωξη. Επιπλέον ήταν η εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των νέων από του στόματος φαρμάκων έναντι της HCV λοίμωξης σε ασθενείς με HIV/HCV συλλοίμωξη. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν ασθενείς που παρακολουθούνται στο εξωτερικό ηπατολογικό ιατρείο και στο ιατρείο λοιμώξεων της Κλινικής της Παθολογικής Φυσιολογίας του ΓΝΑ «Λαϊκό». Ως ιδανική (gold standard) μέθοδος εκτίμησης της ηπατικής ίνωσης χρησιμοποιήθηκε η ΤΕ.The introduction of antiretroviral treatment (ART) for HIV-infected patients has led to a change of these patients' life expectancy, making HIV infection a chronic rather than a fatal disease. This prolongation of patients' survival has resulted in a change of the diseases most commonly seen during HIV infection's natural course, with cardiovascular and liver disease presenting more often than opportunistic infections. As far as liver is concerned, diseases like chronic HBV and HCV infections lead to liver cirrhosis faster in patients with HIV infection, while the prevalence of alcoholic and non-alcoholic disease is steadily rising in these patients. The best method for assesing liver fibrosis is liver biopsy; however it is an invasive procedure that requires hospitalization and is prone to complications. For that reason, non invasive methods for assesing liver fibrosis have been developed; among them transient elastography, measuring liver stifness, seems to provide the most reliable results with high creditability. Transient elastography, however, has also limitations, like high cost, low availability, especially in low income countries, and dependence on operator experience. For that reason various scores have been developed that take into account commonly used laboratory results for determining liver fibrosis. The use of these, so called non-invasive biomarkers of liver disease, in specific groups of patients like those suffering for hepatitis C virus are trustworthy and can replace transient elastography in everyday practice. Even though the application of these non-invasive biomarkers in the general population and patients with HIV/HCV infection is widespread, few studies exist in patients with HIV infection. The aim of the present study was to search for possible risk factors for significant liver fibrosis in a cohort of HIV-infected patients, as well as which non-invasive biomarkers can better determine liver fibrosis in HIV-monoinfected patients. Furthermore we tried to evaluate the efficacy of the new, all oral, treatment against HCV infection in patients with HIV/HCV coinfection. Our study included patients followed by the outpatient liver and the outpatient infectious diseases clinics of the Pathophysiology Department of 'Laiko' General Hospital. As gold standard method for determining liver fibrosis, transient elastography was used

    Similar works