654 research outputs found

    Συμπεριφορά δινιτροανιλίνων σε διάφορους τύπους εδαφών

    Get PDF
    Πειράματα αγρού έλαβαν χώρα κατά την καλλιεργητική περίοδο 1997-98 για την εκτίμηση του ρυθμού αποδόμησης των ζιζανιοκτόνων pendimethalin και trifluralin σε εδάφη που καλλιεργήθηκαν με βαμβάκι, σε τρεις περιοχές της Θεσσαλίας. Δειγματοληψίες εδάφους για την παρακολούθηση των υπολειμμάτων, έγιναν αμέσως πριν και μετά την εφαρμογή των ζιζανιοκτόνων, στις 10, 20, 40, 60, 90, 120, 150 και 180 ημέρες από την εφαρμογή για το βάθος 0-10cm. Επίσης έγιναν ενδεικτικά και κάποιες δειγματοληψίες για το βάθος 10-20cm, ώστε να διαπιστωθεί τυχόν έκπλυση των ζιζανιοκτόνων. Ο προσδιορισμός των υπολειμμάτων των δύο ζιζανιοκτόνων στο έδαφος έγινε με χρήση αέριου χρωματογράφου με ανιχνευτή αζώτου-φωσφόρου (GC-NPD) μετά από εκχύλιση των εδαφοδειγμάτων με οξικό αιθυλεστέρα. Έγινε έλεγχος της ακρίβειας και της επαναληψιμότητας της μεθόδου. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων (0-10cm) έδειξαν ότι η απομάκρυνση των ζιζανιοκτόνων από το έδαφος ήταν πιο έντονη τις πρώτες ημέρες μετά την εφαρμογή. Μετά από 20 ημέρες οι απώλειες ήταν 20-21% και 22-40% των αρχικών συγκεντρώσεων για το trifluralin και το pendimethalin, αντίστοιχα. Η συγκέντρωση των υπολειμμάτων και των δύο ζιζανιοκτόνων μειώνονταν με το πέρασμα του χρόνου. Η μαθηματική επεξεργασία των αποτελεσμάτων έδειξε πως σε όλες τις περιπτώσεις η αποδόμηση των pendimethalin και trifluralin ακολούθησε κινητική πρώτης τάξεως. Επίσης από τις καμπύλες αποδόμησης βρέθηκε πως το trifluralin έχει διάρκεια ημιζωής 79 ημέρες στο Ριζόμυλο και 89 στην Καρδίτσα ενώ το pendimethalin 55, 58 και 51 ημέρες στο Ριζόμυλο, στην Καρδίτσα και στην Κυψέλη αντίστοιχα. Στους έξι μήνες είχε παραμείνει στο έδαφος το 20-25% της αρχικής απόθεσης του trifluralin και το 11% περίπου του pendimethalin. Σε καμία περιοχή δεν παρατηρήθηκε έκπλυση των ζιζανιοκτόνων σε βάθος μεγαλύτερο των 10cm, αφού δεν ανιχνεύτηκαν υπολείμματα στα δείγματα εδάφους των 10-20 cm

    Μεταβολή υπολειμμάτων ζιζανιοκτόνων σε εδάφη της περιοχής Μαγνησίας

    Get PDF
    Τεράστιες οικονομικές ζημιές προκαλούν κάθε χρόνο τα ζιζάνια στη γεωργία, αφού ανταγωνίζονται τα καλλιεργούμενα φυτά, στερώντας τους το διαθέσιμο νερό, αλλά και το φως και τον αέρα, όταν τα ζιζάνια μεγαλώνουν μαζί με τις καλλιέργειες. Εάν η καλλιέργεια δεν προστατευτεί αποτελεσματικά από τα ζιζάνια τότε δεν μπορεί να αναπτυχθεί κανονικά και να αποδώσει οικονομικά. Τα ζιζανιοκτόνα είναι ένα από τα αποτελεσματικότερα μέσα για το σκοπό αυτό. Ένας όμως από τους σπουδαιότερους περιοριστικούς παράγοντες στη χρήση τους είναι η υπολειμματική τους δράση στο έδαφος. Γι αυτό είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε όσο γίνεται περισσότερα για τον πραγματικό ή πιθανό κίνδυνο από τα υπολείμματα των ζιζανιοκτόνων στο έδαφος με τη μακρόχρονη και επαναλαμβανόμενη χρήση τους. Στην εργασία αυτή έγιναν μετρήσεις για την υπολειμματική δράση του ζιζανιοκτόνου Sonalan (ethalfluralin) σε καλλιέργεια βαμβακιού του Ν. Μαγνησίας την καλλιεργητική περίοδο του 1997. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι το Sonalan είναι ένα ζιζανιοκτόνο με σχετικά γρήγορη αποδόμηση, μικρή υπολειμματική δράση, μιας και τα ποσοστά της δραστικής ουσίας που ανιχνεύονταν ήταν περίπου το 16% και 6% της αρχικής δόσης στις 60 και 120 ημέρες από την εφαρμογή αντίστοιχα

    Επίπεδα υπολειμμάτων ζιζανιοκτόνων στα εδάφη και στα νερά της περιοχής δημιουργίας του νέου ταμιευτήρα της Κάρλας και πιθανότητα ρύπανσής του εξαρχής

    Get PDF
    Ρύπανση είναι η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με χημικές ουσίες και ακτινοβολία, σε βαθμό που το καθιστά ακατάλληλο και επιβλαβές για εκμετάλλευση. Στη γεωργία τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα μεταξύ των οποίων τα ζιζανιοκτόνα, που είναι τα ευρύτερα χρησιμοποιούμενα γεωργικά φάρμακα, σε πολλές περιπτώσεις επιβαρύνουν το περιβάλλον και ειδικότερα την αγροτική γη και τα υδάτινα συστήματα αφήνοντας υπολείμματα στα εδάφη, στα νερά αλλά και στα γεωργικά προϊόντα. Σε αυτό συμβάλλει και ο ίδιος ο άνθρωπος όταν χρησιμοποιεί αλόγιστα αυτά τα χημικά σκευάσματα λόγω του υπέρμετρου ζήλου να παράγει και να κερδίζει περισσότερο. ʼλλοτε πάλι ο άνθρωπος επεμβαίνει και αλλάζει τη φύση, επιβαρύνοντας το περιβάλλον του. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η λίμνη Κάρλα στη Νοτιοανατολική Θεσσαλία. Η αποξήρανση του μεγαλύτερου όγκου της λίμνης μετάβαλλε την τοπογραφία, το μικροκλίμα και τα χαρακτηριστικά της περιοχής. Σήμερα ένας νέος ταμιευτήρας θα κατασκευαστεί στην λεκάνη απορροής της τέως λίμνης με κατάκλιση πολλών καλλιεργούμενων εκτάσεων στα οποία επί δεκαετίες εφαρμόζονταν αδιάκοπα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και κυρίως ζιζανιοκτόνα. Στόχος αυτής της εργασίας ήταν η ανίχνευση τυχόν υπολειμμάτων ζιζανιοκτόνων στα εδάφη και στα νερά της θέσης κατασκευής του νέου ταμιευτήρα, ώστε να προσδιοριστούν τα επίπεδα ρύπανσης ο αυτά. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας πραγματοποιήθηκαν δύο δειγματοληψίες εδάφους τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2000 και τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 2000. Κατά την πρώτη δειγματοληψία πάρθηκαν δείγματα από πέντε αγρούς ( Δ2, Δ3, Δ4, Δ5 ) και για πέντε βάθη ( 0-10, 10-20, 20-30, 30-40, 40-50cm) καθώς επίσης δείγματα νερού από τα σημεία Δι, Δ2, Δ3 . Κατά την δεύτερη πάρθηκαν δείγματα από τα σημεία Δι, Δ3, Δ5 και για τα ίδια βάθη. Επιπλέον από δύο σκαμμένα σημεία ( αφού είχαν αρχίσει τα έργα κατασκευής) γύρω από το Δ3 πάρθηκαν δείγματα βάθους 1, 2 και 2.5πι. Στη συνέχεια μετά την επεξεργασία των εδαφοδειγμάτων και την κατάλληλη προετοιμασία τους ακολουθούσε ανάλυση τους με αέρια χρωματογραφία και ανιχνευτή NPD με στόχο την ανίχνευση και τον προσδιορισμό υπολειμμάτων ζιζανιοκτόνων. Τα ζιζανιοκτόνα στόχοι για ανίχνευση στα δείγματα του Μαρτίου ήταν τα trifluralin, atrazine, terbuthylazine, cyanazine, prometryn, alachlor και metolachlor. Από αυτά τελικά βρέθηκαν στα δείγματα τα trifluralin, atrazine, terbuthylazine και prometryn αλλά σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις, της τάξεως των pg/kg. Στα δείγματα της δεύτερης δειγματοληψίας τα ζιζανιοκτόνα στόχοι ήταν τα trifluralin, pendimethalin, ethafluralin, atrazine, terbuthylazine, alachlor και metolachlor. Υπολείμματα βρέθηκαν για τα alachlor και atrazine, επίσης σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις. Στα νερά βρέθηκε μόνο prometryn σε επιτρεπτά όρια για επιφανειακά νερά. Με βάση τα αποτελέσματα των μετρήσεων και τα επίπεδα των υπολειμμάτων που μετρήθηκαν στην εργασία αυτή συμπεραίνεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος ρύπανσης εξαρχής του νέου υπό δημιουργία ταμιευτήρα

    Συνθήκες βλάστησης και έλεγχος με clomazone και pendimethalin τεσσάρων ειδών βλήτου

    Get PDF
    Παρατηρήσεις έκδοσης: λείπει η σελίδα 4 από το φυσικό τεκμήριο.Εξετάστηκε η βλαστική ικανότητα τεσσάρων ειδών βλήτου, τραχύ, πλαγιαστό, άσπρο και στικτό σε συγκεκριμένες και ελεγχόμενες συνθήκες βλάστησης. Επίσης εξετάστηκε το ποσοστό ελέγχου με τα ζιζανιοκτόνα clomazone και pendimethalin στα είδη αυτά. Το πείραμα πραγματοποιήθηκε το έτος 2004 στο εργαστήριο ζιζανιολογίας. Η μέτρηση της βλαστικότητας έγινε σε βλαστητήρια, όπου εφαρμόστηκαν δύο θερμοκρασίες, 15 και 25°C και δύο φωτοπερίοδοι (συνεχές σκοτάδι και 8h φως, 16h σκοτάδι) με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς μεταξύ τους. Επιπλέον στο πλαγιαστό και το άσπρο βλήτο, εφαρμόστηκε γιββερελλίνη. Ε1 λήψη των παρατηρήσεων γινόταν ανά πενθήμερο. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με βάση τη βλαστικότητα καθενός είδους βλήτου σε όλες τις επεμβάσεις και δευτερευόντως με βάση τη βλαστικότητα των τεσσάρων ειδών βλήτου σε κάθε συνθήκη ξεχωριστά. Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο ανάλυσης των αποτελεσμάτων, παρατηρήθηκε ότι η βλαστικότητα του τραχύ βλήτου ήταν μεγάλη στις περισσότερες συνθήκες στις οποίες υποβλήθηκε. Οι ιδανικότερες συνθήκες για τη βλάστησή του ήταν στους 25°C, με φωτοπερίοδο 8h φως και 16h σκοτάδι, με θέρμανση των σπόρων του για 30min στους 30°C, όπου η βλαστικότητά του άγγιξε το 90%. Όσον αφορά το στικτό βλήτο, η βλαστικότητα κυμάνθηκε σε καλό επίπεδο (38-88%) στους 25°C, με βέλτιστες τις συνθήκες των 25°C, με συνεχές σκοτάδι, έπειτα από προθέρμανση των σπόρων. Το πλαγιαστό βλήτο είχε τη χαμηλότερη βλαστικότητα σε όλες σχεδόν τις συνθήκες σε σχέση με τα άλλα είδη. Ε1 θερμοκρασία των 15°C ευνόησε περισσότερο τη βλάστηση των σπόρων του. Το υψηλότερο ποσοστό βλάστησης των σπόρων του παρατηρήθηκε στους 25°C, με 8h φως, μετά από προθέρμανση των σπόρων του στους 30°C για 30min, όταν έγινε χρήση γιββερελλίνης (84%), και στους 15°C, με προθέρμανση των σπόρων του, και συνεχές σκοτάδι (16%). Τέλος το άσπρο βλήτο βλάστησε σε ποσοστό 98% όταν χρησιμοποιήθηκε γιββερελλίνη στους 25°C, με φωτοπερίοδο 8h φως και 16h σκοτάδι, ενώ στις συνθήκες όπου δεν έγινε χρήση γιββερελλίνης, η βλαστικότητά του ήταν χαμηλή, με το μεγαλύτερο ποσοστό (40%) να παρουσιάζεται στους 25°C, με 8h φως και προθέρμανση των σπόρων. Κατά τον δεύτερο τρόπο ανάλυσης των αποτελεσμάτων, όπου έγινε σύγκριση της βλαστικότητας μεταξύ των τεσσάρων ειδών βλήτου σε καθεμιά από τις συνθήκες, παρατηρήθηκε ότι το τραχύ βλήτο είχε μεγαλύτερη βλαστικότητα από τα υπόλοιπα είδη σε όλες σχεδόν τις συνθήκες. Το στικτό βλήτο παρουσίασε καλύτερη βλαστικότητα από το άσπρο και το πλαγιαστό, και πλησίαζε εκείνη του τραχύ. Το άσπρο βλήτο είχε γενικά χαμηλή βλαστικότητα, η οποία κυμάνθηκε σε ποσοστό 4-40% και μεγιστοποιήθηκε όταν χρησιμοποιήθηκε γιββερελλίνη. Το πλαγιαστό βλήτο είχε τη χαμηλότερη βλαστικότητα από όλα τα είδη σε όλες τις συνθήκες εκτός από εκείνες στους 15°C, με 8h φως, με και χωρίς προθέρμανση των σπόρων, στις οποίες η βλαστικότητά του ήταν μεν πολύ χαμηλή αλλά υψηλότερη των άλλων ειδών. Τα πειράματα ελέγχου με τα ζιζανιοκτόνα clomazone και pendimethalin έγιναν στο εργαστήριο σε φυτοδοχεία. Το πείραμα πραγματοποιήθηκε δύο φορές, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2004. Παρατηρήσεις λήφθηκαν δύο φορές σε κάθε πείραμα, η πρώτη στις 15 και η δεύτερη στις 30 μέρες μετά την εφαρμογή των ζιζανιοκτόνων. To clomazone εφαρμόστηκε σε δύο δόσεις, 80 mL/στρ. και lOOmL/στρ. και σε δύο χρόνους εφαρμογής, με ενσωμάτωση (ΡΡΙ) και με άρδευση προφυτρωτικά (PRE). To pendimethalin εφαρμόστηκε επίσης σε δύο δόσεις, 300 mL/στρ. και 400mLAyup. σε ένα χρόνο εφαρμογής, προφυτρωτικά με άρδευση (PRE). Από τα αποτελέσματα του πειράματος προέκυψε ότι το pendimethalin και στις δύο δόσεις έλεγξε αποτελεσματικά και τα τέσσερα εξεταζόμενα είδη βλήτου (97-100%). Το τραχύ βλήτο ελέγχθηκε επίσης σε μεγάλο ποσοστό και από το clomazone στη δόση 80 mL/στρ. και lOOmL/στρ. όταν εφαρμόστηκε επιφανειακά με άρδευση (98% και 100% αντίστοιχα). Το στικτό ελέγχθηκε επίσης πολύ καλά από το clomazone 80 mL/στρ. εφαρμοζόμενο επιφανειακά με άρδευση (98%). To clomazone στα lOOmL/στρ. όταν εφαρμόστηκε επιφανειακά με άρδευση αλλά και με ενσωμάτωση έλεγξε πολύ καλά το πλαγιαστό (100%). Στο άσπρο εκτός από pendimethalin επιτεύχθηκε καλός έλεγχος με το clomazone 80mLAxcp. και στους δύο χρόνους εφαρμογής του (90%)

    Βιολογία, μορφολογία και αντιμετώπιση του νέου ζιζανίου χρωζοφόρα (Chrozophora tinctoria) στο φασόλι

    Get PDF
    Μελετήθηκε η βιολογία, η μορφολογία και η χημική αντιμετώπιση του νεοεμφανιζόμενου ζιζανίου χρωζοφόρα (Chrozophora tinctoria) στον αγρό. Η βιολογία μελετήθηκε με βάση την κλίμακα B.B.C.H. σε δύο ομάδες φυτών (10 φυτά / ομάδα) με διαφορά στην ημερομηνία φυτρώματος κατά 25 ημέρες. Τα φαινοτυπικά στάδια που μελετήθηκαν ήταν η πλήρης έκπτυξη των κοτυληδόνων, η εμφάνιση των 2 πρώτων πλήρως ανεπτυγμένων φύλλων, η έναρξη έκπτυξης της ταξιανθίας, η πλήρης ωρίμανση των καρπών και η ολοκλήρωση του βιολογικού κύκλου. Η μορφολογία του ζιζανίου μελετήθηκε με μετρήσεις στα φύλλα, στους βλαστούς και στους καρπούς, καθώς και με μετρήσεις των τελικών διαστάσεων του φυτού. Η χημική αντιμετώπιση της χρωζοφόρας μελετήθηκε σε καλλιέργεια φασολιού με την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας (% έλεγχος ζιζανίων) και εκλεκτικότητας (χλωρό, ξηρό βάρος ανά φυτό στις 30 και 60 ημέρες από την εφαρμογή, και απόδοση ανά φυτό) συνολικά 9 ζιζανιοκτόνων (acetochlor, pendimethalin, clomazone, mesotrione, prometryn, ethalfluralin, trifluralin, bentazon, imazamox) με χρόνους εφαρμογής προσπαρτικά με ενσωμάτωση (ΡΡΙ), προφυτρωτικά (PRE) και μεταφυτρωτικά (POST). Χρησιμοποιήθηκε το πειραματικό σχέδιο πλήρεις τυχαιοποιημένες ομάδες με 3 επαναλήψεις, 11 επεμβάσεις και μέγεθος πειραματικού τεμαχίου 4x3 m. Στη μελέτη βιολογίας της χρωζοφόρας, με αφετηρία την τελευταία κατεργασία (φρεζάρισμα) του χωραφιού, παρατηρήθηκε πλήρης έκπτυξη των κοτυληδόνων περίπου στις 11 ημέρες, εμφάνιση των 2 πλήρως ανεπτυγμένων φύλλων στις 15 ημέρες, έναρξη έκπτυξης της ταξιανθίας στις 26 ημέρες, πλήρης ωρίμανση των καρπών στις 75 ημέρες και ολοκλήρωση του βιολογικού κύκλου περίπου στις 90 ημέρες. Στις μετρήσεις που έγιναν για τη μορφολογία της χρωζοφόρας, το τελικό μέγεθος του φυτού κυμάνθηκε από 24-45 cm ύψος και 35-84 cm πλάτος, ενώ οι διαστάσεις των φύλλων στη διακλάδωση 3 κύριων πρώτων πλάγιων βλαστών ήταν περίπου 3,5 cm πλάτος και 2,5-5 cm μήκος. Τα καλύτερα αποτελέσματα ελέγχου της χρωζοφόρας στο φασόλι έδωσαν τα ζιζανιοκτόνα ethalfluralin - ΡΡΙ (93%), bentazon - POST (93%) και trifluralin - ΡΡΙ (92%). Το ζιζανιοκτόνο με το μικρότερη αποτελεσματικότητα στη χρωζοφόρα ήταν το clomazone - PRE (54%). Από τις μετρήσεις που έγιναν για να διερευνηθεί η εκλεκτικότητα των ζιζανιοκτόνων στην καλλιέργεια του φασολιού, προέκυψε ότι το trifluralin έδωσε τη μεγαλύτερη μείωση στο ξηρό βάρος των φυτών φασολιού στις 60 ημέρες από την εφαρμογή τους. Τέλος, μειωμένες αποδόσεις στο φασόλι παρατηρήθηκαν στα πειραματικά τεμάχια όπου εφαρμόστηκε το το acetochlor (στατιστικώς σημαντική διαφορά)

    Έκπλυση, επιφανειακή απορροή και ημιζωή του ζιζανιοκτόνου trifluralin στο έδαφος

    Get PDF
    Το βαμβάκι είναι μία από τις κύριες μεγάλες καλλιέργειες στην Ελλάδα και η δυναμικότερη οικονομικά στη Θεσσαλία. Στη συμβατική γεωργική παραγωγή του βαμβακιού τα ζιζανιοκτόνα εξακολουθούν να θεωρούνται απαραίτητα. Από το 1965 έως και σήμερα το πλέον χρησιμοποιούμενο ζιζανιοκτόνο στη βαμβακοκαλλιέργεια είναι το trifluralin. Όμως, σχεδόν τίποτα δεν είναι γνωστό για την περιβαλλοντική συμπεριφορά αυτού του ζιζανιοκτόνου στις Ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες γενικά και ειδικότερα στην περιοχή της Θεσσαλίας. Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν να μελετηθεί η μεταβολή των υπολειμμάτων του ζιζανιοκτόνου trifluralin και τοπικά, δηλαδή η έκπλυσή του σε βάθος ή επιφανειακά με απορροή και χρονικά σε έναν επίπεδο και σε έναν επικλινή αγρό (κλίση 10% περίπου), οι οποίοι καλλιεργήθηκαν με βαμβάκι, στην καλλιεργητική περίοδο 1999. Πάρθηκαν δείγματα από το πάνω, το μέσο και το κάτω μέρος του επικλινούς (σε τρία διαφορετικά σημεία σε κάθε περίπτωση) και από τρεις διαφορετικές θέσεις του επίπεδου αγρού αμέσως πριν και μετά την εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου και στη συνέχεια στις 20, 40, 60, 90, 120 και 150 ημέρες. Τα βάθη δειγματοληψίας ήταν 0-10cm για όλες τις δειγματοληψίες και 0-10, 10- 20cm για τη δειγματοληψία πριν την εφαρμογή και στις 90, 120 και 150 ημέρες. Τα εδαφοδείγματα αεροξηράνθηκαν σε σκιά και θερμοκρασία δωματίου για 1-3 ημέρες ανάλογα με την υγρασιακή κατάσταση των εδαφοδειγμάτων κάθε φορά, μετά λειοτριβίθηκαν και στη συνέχεια φυλάχτηκαν στην κατάψυξη ως την εκχύλιση και τη μέτρηση. Η μέτρηση των υπολειμμάτων έγινε σε αέριο χρωματογράφο (ανιχνευτής NPD). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο χρόνος ημιζωής του trifluralin στον επίπεδο αγρό ήταν 64 ημέρες και 77, 79, 65 ημέρες στο πάνω, στο μέσο και στο κάτω μέρος του επικλινούς αγρού, αντίστοιχα. Γενικά, και στον επίπεδο και στον επικλινή αγρό τα υπολείμματα του trifluralin μειώθηκαν χρονικά από περίπου 0.65mg/kg (λαμβάνεται ως 100%) αμέσως μετά την εφαρμογή σε περίπου 0,10mg/kg εδάφους (16,5% της αρχικής δόσης) στις 180 μέρες μετά την εφαρμογή. Δε μετρήθηκε μετακίνηση του trifluralin σε βάθος10-20οιπ εκτός από το κάτω μέρος του επικλινούς αγρού όπου βρέθηκαν υπολείμματα 0,01 mg/kg ( 1,6% της αρχικής δόσης) στις 120 και 150 ημέρες από τη εφαρμογή. Η κατανομή των υπολειμμάτων του trifluralin ήταν ομοιόμορφη στον επίπεδο αγρό. Στον επικλινή αγρό υψηλότερα υπολείμματα μετρήθηκαν στο κάτω και μέσο μέρος σε όλες τις δειγματοληψίες εκτός από τις 90 ημέρες μετά την εφαρμογή. Φαίνεται ότι σε επικλινείς αγρούς παρατηρείται εναπόθεση, δηλαδή μετακίνηση του ζιζανιοκτόνου κατά την εφαρμογή του προς τα κατώτερα μέρη, κατά την κλίση

    Αποτελεσματικότητα - εκλεκτικότητα clomazone (Centium 36 CS) μόνο ή σε συνδυασμό με ethalfluralin, pendimethalin ή trifluralin στο βαμβάκι

    Get PDF
    Το βαμβάκι (Gossypium hirsutum) είναι μία από τις κύριες καλλιέργειες στην Ελλάδα, με μεγάλη οικονομική σημασία για τη χώρα. Είναι γνωστό, πως σε κάθε καλλιέργεια αναπτύσσονται και ζιζάνια, τα οποία εάν δεν ελεγχθούν θα προκαλέσουν σοβαρή μείωση στην απόδοση. Ένας από τους τρόπους αντιμετώπισης των ζιζανίων, είναι η χημική ζιζανιοκτονία. Σκοπός αυτής της διατριβής ήταν, η μελέτη της αποτελεσματικότητας, της εκλεκτικότητας και της επίδρασης στα χαρακτηριστικά απόδοσης του βαμβακιού, ενός σχετικά νέου στην Ελλάδα ζιζανιοκτόνου σκευάσματος, του CENTIUM 36 CS, με δραστική ουσία το clomazone, μόνο του και σε συνδυασμό με τις δραστικές ουσίες ethalfluraiin, pendimethalin και trifluralin. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε ως συνδυασμός αναφοράς το μείγμα ethalfluraiin με prometryn. To clomazone έχει δοκιμαστεί σε διάφορες περιοχές του κόσμου και σε ποικιλία καλλιεργειών. Το πείραμα έγινε σε αγροτεμάχιο βαμβακοκαλλιεργητή, σε κοντινή απόσταση από τη Λάρισα, την άνοιξη του 2004. Χρησιμοποιήθηκε το πειραματικό σχέδιο πλήρως τυχαιοποιημένων ομάδων (RCB) με δύο επαναλήψεις για κάθε μεταχείριση. Το πειραματικό τεμάχιο είχε διαστάσεις 8 χ 5 m και περιείχε 5 γραμμές βαμβακοφύτων, με απόσταση 96 cm μεταξύ των γραμμών. Η ποικιλία του βαμβακιού που χρησιμοποιήθηκε ήταν η "Μίδας . Έγιναν 12 μεταχειρίσεις με τη δραστική ουσία clomazone σε διάφορες δοσολογίες και συνδυασμούς με τις υπόλοιπες δραστικές ουσίες. Οι εφαρμογές έγιναν προσπαρτικά με ενσωμάτωση (ΡΡΙ) ή προφυτρωτικά στην επιφάνεια (PRE). Παρατηρήσεις ελήφθησαν για την αποτελεσματικότητα του clomazone από μόνο του και σε συνδυασμούς με τις τρεις άλλες δραστικές ουσίες σε 6 ζιζάνια, με καταμέτρηση στις 40, 48 και 54 μέρες από την εφαρμογή (Μ.Α.Ε.), για την εκλεκτικότητα με μετρήσεις ύψους και βάρους ανά φυτό στις 40 και 60 Μ.Α.Ε.. καθώς και για τα χαρακτηριστικά απόδοσης του βαμβακιού. Τα ζιζάνια που υπήρχαν στη συγκεκριμένη έκταση και μελετήθηκαν ήταν τα: Solarium nigrum, Raphanus raphanlstrum, Portulaca oleracea, Chenopcdium album, Amaranthus retroflexus και Sonchus oleraceus. Τα αποτελέσματα του πειράματος έδειξαν, ότι για πλήρη ζιζανιοκτονία δεν ήταν επαρκές μόνο του το clomazone στις δόσεις που χρησιμοποιήθηκε (270 g δ.ο./ha και 360 g δ.ο./ha 15 - 45% και 45 - 75%, αντίστοιχα). Απαιτείται ανάμειξη και με άλλη δραστική ουσία, όπως το eihalfiuralin 1332 g δ.ο./ha ή 1110 g δ.ο./ha, ή με το pendimethalin 990 g δ.ο./ha. Τα αποτελέσματα των περισσοτέρων από αυτούς τους συνδυασμούς ήταν επαρκώς ικανοποιητικά (έλεγχος ζιζανίων >82%). Αντίθετα, το μείγμα με trifiuraiin 1200 g δ.ο./ha, κρίνεται ακατάλληλο για ζιζανιοκτονία στο βαμβάκι (έλεγχος ζιζανίων 30- 70%). Στις περιπτώσεις που παρατηρήθηκε μικρού βαθμού φυτοτοξικότητα στο βαμβάκι, αυτή ήταν παροδική και πλήρως αναστρέψιμη, χωρίς να ζημιώνεται τελικά η καλλιέργεια. Οι παρατηρήσεις ύψους και βάρους των φυτών στις 40 και στις 60 Μ.Α.Ε. δεν έδειξαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των μεταχειρίσεων, εκτός από τις μεταχειρίσεις του ethaifiuralin 1110 g δ.ο./ha με clomazone 360 g δ.ο./ha και του ethaifiuralin 1332 g δ.ο./ha με prometryn 1500 g δ.ο./ha, που στις 60 Μ.Α.Ε. διαφοροποιούνταν ως προς το ύψος των φυτών, χωρίς όμως το γεγονός αυτό να σχετίζεται ουσιαστικά με τα χαρακτηριστικά της απόδοσης. Βρέθηκε πως μεταξύ των μεταχειρίσεων δεν υπήρξε σημαντική επίδραση στον αριθμό καρυδιών ανά φυτό, παρά μόνο στην εφαρμογή clomazone 270 g δ.ο./ha

    Επισκόπηση ζιζανίων σε καλλιέργειες μπανάνας Επαρχίας Πάφου

    Get PDF
    Τα ζιζάνια είναι κάθε είδος φυτού το οποίο έχει ανεπιθύμητη οικολογική ή οικονομική επίδραση σε ένα φυσικό ή διαχειριζόμενο σύστημα. Τα ζιζάνια έχουν πολλές ιδιότητες και ωφέλειες αλλά είναι περισσότερο γνωστά ως ένα μεγάλο πρόβλημα της σημερινής γεωργίας. Οι διάφορες ζημίες και προβλήματα που προκαλούν τα ζιζάνια στην γεωργία είναι, η μείωση της απόδοσης της καλλιέργειας λόγω ανταγωνισμού, η αλληλοπάθεια, η υποβάθμιση της ποιότητας, η αύξηση του κόστους παραγωγής που οφείλεται στην ανάγκη ελέγχου τους μέχρι και η ενοχλητική παρουσία τους στην καθημερινότητα μας. Η παρούσα εργασία σκοπό είχε να γίνει μια πιο ολοκληρωμένη και συστηματική καταγραφή των ζιζανίων σε καλλιέργειες μπανάνας της Επαρχίας Πάφου. Για να επιτευχθεί αυτή η καταγραφή έγινε λήψη εδαφοδειγμάτων και επιτόπια επισκόπηση και καταγραφή τους. Η επιτόπια επισκόπηση έγινε σε τρία διαφορετικά χωράφια της Επαρχίας Πάφου και σε τρεις διαφορετικές εποχές (Χειμώνα, ʼνοιξη, Καλοκαίρι) για μια όσο το δυνατό πιο αντιπροσωπευτική καταγραφή. Στο κάθε χωράφι πάρθηκαν τρία τυχαία δείγματα τα οποία είχαν αποστάσεις μεταξύ τους περίπου 30 πι. Μετά την μεταφορά τους στο εργαστήριο, τα δείγματα που παρθήκαν από κάθε χωράφι έγιναν μεικτά και τοποθετηθήκαν σε φυτοδοχεία. Ποτίστηκαν και για ένα περίπου μήνα παρακολουθούνταν για καταγραφή των ζιζανίων που φύτρωναν. Το πότισμα γινόταν όποτε χρειαζόταν, συνήθως κάθε 3 μέρες. Η διαδικασία στο εργαστήριο έγινε επίσης τρεις φορές, για λήψη ασφαλέστερων συμπερασμάτων. Μεταξύ κάθε επανάληψης τα εδαφοδείγματα αφήνονταν για ικανοποιητικό χρονικό διάστημα ώστε να ξεραθούν, περίπου μια εβδομάδα και ακολούθως αναμοχλεύονταν και άρχιζε πάλι η παρακολούθηση και καταγραφή των ζιζανίων.. Στην επιτόπια επισκόπηση που έγινε αναγνωρίστηκαν 24 διαφορετικά είδη ζιζανίων. Από αυτά τα 18 ήταν πλατύφυλλα και τα 6 αγρωστώδη. Στο εργαστήριο αναγνωρίστηκαν 10 διαφορετικά είδη ζιζανίων. Από αυτά τα 7 ήταν πλατύφυλλα και τα 3 αγρωστώδη. Τα ζιζάνια με την συχνότερη παρουσία και μεγαλύτερους πληθυσμούς ήταν στην επιτόπια επισκόπηση το τριβόλι, η κολλιτσίδα, ο ζωχός, η μολόχα, η μαργαρίτα, το καπνόχορτο, το αγριοράδικο, το ηλιοτρόπιο, η αγριοτομάτα, η κόνυζα, το αγριοσιφόναρο, η αγριοβρώμη, το αγριοκρίθαρο και η αλεπονουρά, ενώ στα εδαφοδείγματα εντονότερη παρουσία παρουσιάστηκε από το ζωχό, τα βλήτα, το σκαρόχορτο και την σετάρια
    corecore