17 research outputs found
A new extremely hazardous viral disease in southeast Asia which affects both swine and humans
Από το τέλος του 1998 έχουν αναφερθεί στη Μαλαισία, πρόσφατα και στη Σιγκαπούρη, κρούσματα σοβαρής ιογενούς εγκεφαλίτιδας σε ανθρώπους. Το 50% περίπου των παραπάνω περιπτώσεων είχε ως απόληξη το θάνατο. Συμφωνά με τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία, η μετάδοση της νόσου πιθανότατα, σχετίζεται με τους χοίρους. Αρχικά, ως αίτιο των κρουσμάτων αυτών θεωρήθηκε η ιαπωνική εγκεφαλίτιδα Β, για να αποδειχθεί από τις εργαστηριακές εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν, ότι στην αιτιοπαθογένεια των κρουσμάτων αυτών εμπλέκεται ένας νέος, άγνωστος μέχρι σήμερα ιός. Πρόκειται για ιό της οικογένειας Paramyxoviridae, ο οποίος έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τον ιό Hendra, χωρίς να πρόκειται για τον ίδιο. Η ονομασία που του δόθηκε αρχικά ήταν Hendra like virus, ενώ τελευταία έχει επικρατήσει το όνομα Nipah virus.Since the end of 1998, incidents of a serious viral encephalitis have been reported in Malaysia and recently in Singapore, a 50% of which led to death. According to the updated information on this new disease, its transmission is related to swine. At first, it was believed that cause of the encephalitis was the virus of the Japanese encephalitis type B. However, after the proper laboratory examinations, it was proved that a new, unknown virus was related to the etiology of the incidents. This virus belongs to the Paramyxoviridae family and has many common characteristics with the Hendra virus, without being the actual one. The first name attributed to the virus was Hendra like virus, but recently the name Nipah virus prevails
Case report of urinary tract infection in sows of a commercial pig unit
Στη μελέτη αυτή παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα περιστατικά ουρολοίμωξης σε σύες μιας βιομηχανικού τύπου εκτροφής χοίρων. Σε διάστημα ενός έτους καταγράφηκαν 21 περιστατικά ουρολοιμώξεων που εμφανίζονταν μεταξύ της 2ης και 5ης εβδομάδας μετά την οχεία και διαρκούσαν 2 έως 7 ημέρες. Τα περιστατικά αυτά αντιστοιχούσαν στο 5,8% των τοκετών που πραγματοποιήθηκαν στην εκτροφή. Χαρακτηρίζονταν από ανορεξία, πολυδιψία και αιματουρία, με απόληξη συνήθως το θάνατο, ενώ οι σύες που επιβίωναν εμφάνιζαν προοδευτική απώλεια του σωματικού τους βάρους. Παρατηρήθηκε δε σημαντική συσχέτιση του αριθμού των συών που πέθαναν τόσο με τον αριθμό των συών που εμφάνισαν ανορεξία (ρ106/ml) such as Escherichia coli and Actinomyces suis in almost all ill sows. It is concluded that porcine urinary tract infections may cause serious problems for pig enterprises as may be directly correlated with reproductive performance and viability of the sows
Chlamydial infections in swine industry and their significance
Ο ρόλος των χλαμυδιών στις λοιμώξεις των ζώων, ιδιαίτερα των μηρυκαστικών και των πτηνών, είναι γνωστό εδώ και αρκετές δεκαετίες. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τη νόσο στους χοίρους. Στην εργασία αυτή γίνεται μια ανασκόπηση των μέχρι σήμερα γνωστών στοιχείων σε ό,τι αφορά τις χλαμΰδιες στους χοίρους σε διάφορες χώρες καθώς και στην Ελλάδα με έμφαση στην αιτιοπαθογένεια, επιζωοτιολογία και διάγνωση. Ιδιαίτερα παρουσιάζονται τα νεότερα στελέχη της χλαμΰδιας καθώς και τα τελευταία πειραματικά δεδομένα και απόψεις για το ρόλο του μικροβίου ως παθογόνου αιτίου στους χοίρους. Προτείνονται, τέλος, ορισμένα μέτρα για την Ελληνική χοιροτροφία με σκοπό την προφύλαξη και τον έλεγχο των χλαμυδιών.Chlamydial infections in animals, particularly those in ruminants and poultry, have been well studied for the last decades. However, no much information exist on such infections in pigs. This paper reviews the recent knowledge in various countries as well as in Greece on the role of the microorganism on causing disease in swine with emphasis on pathogenesis, epizootiology and diagnosis. Particular attention is given on the newly-described chlamydial strains as well as the recent experimental information and views which implicate the microbe as pathogen. Finally, some measures with respect the prevention and control against Chlamydiae are suggested for the Greek pig industry
Measurements of ammonia concentration in buildings of pig enterprises in Greece.
Η συγκέντρωση αμμωνίας μετρήθηκε σε 180 θαλάμους 30 εμπορικών χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων κατά τη διάρκεια 8 μηνών χρησιμοποιώντας σωληνίσκους ειδικούς για τη χημική δέσμευση της. Η μέση συγκέντρωση αμμωνίας ήταν 24,6 ppm (διακύμανση 10-52 ppm). Σε ό,τι αφορά την ηλικία των σταβλισμένων ζώων, η μέση συγκέντρωση αμμωνίας ήταν 26,4 ppm στους θαλάμους τελικής πάχυνσης, 26,2 ppm στους θαλάμους ανάπτυξης, 22,6 ppm στους θαλάμους απογαλακτισμού και 19,8 ppm στους θαλάμους τοκετών- γαλουχίας (ρ<0,05). Σχετικά με τον τύπο του δαπέδου, η μέση συγκέντρωση αμμωνίας ήταν 28,0 ppm στους θαλάμους με συμπαγές δάπεδο και 21 ,4 ppm στους θαλάμους με σχαρωτο δάπεδο (ρ<0,05), ενώ σε ό,τι αφορά στην εποχή του χρόνου, η μέση συγκέντρωση της ήταν 27,7 ppm το χειμώνα, 24,5 ppm την άνοιξη και 21,1 ppm το καλοκαίρι (ρ<0, 05). Τα ευρήματα συζητούνται σε σχέση με τα βλαπτικά αποτελέσματα που μπορεί να έχει η αμμωνία για την υγεία των χοίρων.The concentration of ammonia was measured in the air space of 180 houses of 30 pig enterprises in Greece during an 8-month period by using tubes that chemically bind atmospheric ammonia. The mean overall ammonia concentration was 24.6 ppm (10-52 ppm). The mean ammonia concentration according to the age group of the animals was 26.4 ppm in finishing pig houses, 26.2 ppm in growers' pig houses, 22.6 ppm in flat-deck units and 19.8 ppm in farrowing houses (p<0.05). With regard to the type of the floor, the mean ammonia concentration was 28.0 ppm in concrete-floored houses and 21.4 ppm in slatted-floored ones (p<0.05), and as regards the season of the year, higher concentrations were measured at winter time (27.7 ppm) compared to those seen during spring (24.5 ppm) and summer time (21.1 ppm) (p<0.05). The findings are discussed in relation to the adverse effects that ammonia may have for pig's health and production.
A study on Pasteurellosis in a commercial rabbit unit
Η παστεριδίαση αποτελεί ένα από τα κυριότερα και πιο συχνά νοσήματα των κονίκλων. Στη μελέτη αυτή γίνεται προσπάθεια προσέγγισης του προβλήματος σε προσβληθείσα από το νόσημα σύγχρονη βιομηχανικού τύπου εμπορική εκτροφή. Η νοσηρότητα στα 2216 συνολικά ζώα της εκτροφής ήταν 8,1% και η θνητότητα 58,8%. Η επίμέρους νοσηρότητα παρουσίαζε άνοδο με την προοδευτική αύξηση της ηλικίας των ζώων χωρίς να είναι η άνοδος αυτή στατιστικά σημαντική και από 11,6% που ήταν στα απογαλακτισμένα έφτασε μέχρι 15,48% στα παχυνόμενα. Στα ζώα αναπαραγωγής η νοσηρότητα ήταν 10,5%. Η κλινική εικόνα χαρακτηριζόταν από ρινίτιδα, κερατοεπιπεφυκίτιδα, μέση ωτίτιδα, πνευμονία, εντερίτιδα, μητρίτιδα και υποδόρια αποστήματα. Η παθολογοανατομική εξέταση έγινε σε 37 νεκρά κουνέλια, όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη χαρακτηριστικών αλλοιώσεων της παστεριδίασης. Κατά τη μικροβιολογική εξέταση δειγμάτων από όργανα των νεκροτομηθέντων κονίκλων απομονώθηκε η Pasteurella multocida.This paper studies Pasteurellosis in a commercial rabbit unit, one of the most important and common diseases of rabbits. The morbidity within the 2216 animals of the unit was 8,1%, while the mortality was 58,8%. The percentage of the morbidity tended to increase along with the age of the animals, but this was not statistically significant. It was 11,6% at the age of weaning and 15,48% at the age of fattening. The morbidity of the breeding animals was 10,5%. The clinical findings of the infected rabbits included rhinitis, keratoconjunctivitis, otitis media, pneumonia, enteritis, metritis and subcutaneous abscesses. Thirty seven rabbits were subjected to postmortem examination and the characteristic lesions of Pasteurellosis were observed. Samples of the organs of infected rabbits were used for microbiological examinations by which Pasteurella multocida was isolated
Control of swine enzootic pneumonia by spraying organic acids in fatteners' buildings
Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η διερεύνηση της δυνατότητας ελέγχου της ενζωοτικής πνευμονίας σε παχυνόμενους χοίρους με τη βοήθεια μείγματος οργανικών οξέων που ψεκάζονται στους θαλάμους πάχυνσης. Σε μια εκτροφήμε έντονο πρόβλημα ενζωοτικής πνευμονίας, σχηματίσθηκαν 2 ομάδες απογαλακτισμένων χοίρων ( ~ 120ζώα/ομάδα), που στεγάστηκαν σε ένα θαλάμο η καθεμία. Ο πρώτος θάλαμος (εναέριος χώρος του κελιού και τοίχοι) ψεκαζόταν μια φορά την εβδομάδα μέχρι τη σφαγή των χοίρων με διάλυμα οργανικών οξέων, ενώ ο δεύτερος θάλαμος ψεκαζόταν με νερό (μάρτυρες placebo) κατά τις ίδιες ημέρες.Οι παρατηρήσεις έδειξαν ότι τόσο η συχνότητα εμφάνισης βήχα, όσο και η θνησιμότητα κατά το συνολικό χρόνο της ανάπτυξης-πάχυνσης ήταν χαμηλότερες στα ζώα της πρώτης ομάδας (10% και 3,25% αντίστοιχα) σε σχέση με αυτάτης δεύτερης (25% και 8,26% αντίστοιχα). Στην ηλικία των70,120 και 165 ημερών, τα ζώα της πρώτης ομάδας ήταν κατά1,9 kg, 2,85 kg και 4,75 kg βαρύτερα από τους μάρτυρες,αντίστοιχα (Ρ<0.001). Επίσης, οι χοίροι της πρώτης ομάδας είχαν καλύτερες αποδόσεις από αυτούς της δεύτερης ομάδας σε ό,τι αφορά στη μέση ημερήσια αύξηση βάρους(674 g και 640 g αντίστοιχα) και στο δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής (3,00 και 3,14 αντίστοιχα) (Ρ< 0.05). Κατά τη μακροσκοπική εξέταση των πνευμόνων στο σφαγείο βρέθηκαν αλλοιώσεις ενζωοτικής πνευμονίας στο 37,5% των χοίρων της πρώτης ομάδας και στο 57,5% των μαρτύρων, ενώμη τυπικές αλλοιώσεις της νόσου βρέθηκαν επίσης σε περισσότερους χοίρους της ομάδας των μαρτύρων παρά σεαυτούς της πρώτης ομάδας. Οι μικροβιολογικές εξετάσεις έδειξαν προσβολή των πνευμόνων από επιπλέκοντα βακτήρια σε μικρότερο ποσοστό ζώων της πρώτης παρά της δεύτερης ομάδας. Τέλος, δεν παρατηρήθηκε κλινικά καμία παρενέργεια από τη χρησιμοποίηση του μείγματος οργανικών οξέων.In this study, the possibility to control enzootic pneumonia by spraying mild organic acids in fatteners' buildings was investigated. In a farm with enzootic pneumonia, two groups, each of 120 weaned pigs, were housed in 2 separate rooms. With the pigs inside, the rooms were being sprayed once a week, for a total period of 20 weeks (up to the end of fattening period), either with a mixture of organic acids (1st room= AML-pigs), or with water (2nd room= placebo control pigs). Groups were compared with each other with respect to pigs' health status, mortality, performance parameters (average daily gain, feed conversion ratio) and the presence of specific lesions and pathogens in their lungs. It was shown that the incidence of coughing and the mortality in the AML-pigs were lower (10% and 3.25% respectively) compared to placebo controls (25% and 8.26% respectively). At the age of 70,120 and 165 days, the AML-pigs were 1.9 kg, 2.85 kg and 4.75 kg heavier, respectively, compared to controls (P< 0.001). Also, the pigs of the acid treated group have performed better than the controls with respect to average daily gain (674 g and 640 g respectively) and feed conversion ratio (3,00 and 3,14 respectively) (P<0.05). Lung lesions, characteristic for enzootic pneumonia, were detected in 37.5% of the AML-pigs and in 57.5% of placebo controls. Bacteria in the lungs, possibly complicating the disease, were isolated from more pigs of the control group compared to the acid-treated group. Finally, no clinical side effects following each application of the product were observed. The results of the present study show that, spraying of mild organic acids in a Mycoplasma hyopneumoniae-affected pig farm can be used for controlling the disease and improving performance parameters
Swine leptospirosis: the disease and the relation with public health
Η λεπτοσπείρωση του χοίρου είναι σημαντικό βακτηριακο νόσημα, γνωστό από τον προηγούμενο αιώνα. Η σημασία της για τη χοιροτροφία υποεκτιμάται ακόμη και σήμερα, παρά τις ενδείξεις για το αντίθετο. Η παρούσα ανασκόπηση καλύπτει την αιτιολογία, την παθογένεια, την επιξωοτιολογία, την κλινική εικόνα, τις παθολογοανατομικές αλλοιώσεις, τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της. Τέλος, εξετάζεται κατά τον ίδιο τρόπο η σχέση της λεπτοσπείρωσης με τη δημόσια υγεία.Swine leptospirosis is an important bacterial disease known from the past century. At present its significance is underestimated contrary to the epidemiological and other scientific evidences. This review is dealing with aetiology, pathogenesis, epidemiology, clinical signs, post mortem findings, diagnosis, treatment and control measures of swine leptospirosis. Finally the relation of leptospirosis, in general, with public health is examined
First Report in the presence of Post-Weaning Multisystemic Wasting Syndrome and Porcine Circo virus type 2 in Greece
Το Πολυσυστηματικό Σύνδρομο Απίσχνανσης των Απογαλακτισμένων Χοιριδίων (ΠΣΑΑΧ) αποτελεί μια νέα νοσολογική οντότητα, που προσβάλλει τους χοίρους κατά τα στάδια του απογαλακτισμού και της ανάπτυξης. Ένα νέο, παθογόνο στέλεχος του κυκλοϊού του χοίρου, ο κυκλοϊος τύπου 2, θεωρείται ως ο αιτιολογικός παράγοντας του συνδρόμου. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να διερευνηθεί κατά πόσον οι επιζωοτίες που εμφανίστηκαν σε διάφορες χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις της Ελλάδας, με συμπτώματα παρόμοια αυτών που χαρακτηρίζουν το ΠΣΑΑΧ, σχετίζονταν με την παρουσία του κυκλοϊού τύπου 2. Για τη διάγνωση του συνδρόμου σε δΰο εκτροφές που θεωρούνταν ύποπτες, πραγματοποιήθηκε ευθανασία σε 10 χοιρίδια. Τα συμπτώματα που παρατηρήθηκαν, όπως επίσης και τα ευρήματα της νεκροτομικής εξέτασης, ήταν ενδεικτικά της παρουσίας του ΠΣΑΑΧ. Στις ιστοπαθολογικές εξετάσεις παρατηρήθηκαν αλλοιώσεις διάμεσης πνευμονίας και διήθηση των μεσολόβιων διαστημάτων του ήπατος και των μεσεντέριων λεμφογαγγλίων από μονοπύρηνα κύτταρα, αλλοιώσεις που συμφωνά με προηγούμενες μελέτες θεωρούνται χαρακτηριστικές του συνδρόμου. Η οριστική διάγνωση βασίστηκε στην ανίχνευση αντιγόνων και πυρηνικού οξέος κυκλοϊού τύπου 2σε ιστούς με αλλοιώσεις, με τη βοήθεια ανοσοϊστοχημικής εξέτασης και in situ μοριακού υβριδισμούPost-weaning Multisystemic Wasting Syndrome (PMWS) is a new infectious disease of pigs at nursery and growing phase of production. A new strain of porcine circovirus (PCV), PCV type 2, seems to be the cause. The aim of this study was to investigate whether outbreaks of disease with clinical signs similar to those of PMWS, observed in several farms in Greece, were associated to the presence of PCV2. To establish a diagnosis in two pig farms suspected of being positive to PMWS, ten affected pigs were euthanised. The clinical and post-mortem findings in these pigs were highly suggestive of PMWS. Histopathology has revealed interstitial pneumonia and infiltration of mononuclear cells in periportal areas of the liver and in mesenteric lymph nodes. According to previous studies these are characteristic lesions of PMWS. The final diagnosis was confirmed by demonstrating antigens and nucleic acid in PCV2-affected tissues using immunohistochemistry and in situ-hybridisation methods
Freezing of rabbit semen after the addition of glycerol and dimethylsulfoxide in the extender
Κατά τη διεξαγωγή αυτής της έρευνας, καταψύχθηκε σπέρμα 10 κουνελιών μετά από την αραίωση του σε δυο διαφορετικά αραιωτικά μέσα, τα Α και Β. Το αραιωτικό Α αποτελούνταν από Tris-buffer στο οποίο προστέθηκε κρόκος αυγοΰ σε ποσοστό 20% και γλυκερόλη σε ποσοστό 3%, ενώ το αραιωτικό Β είχε την ίδια σύνθεση με το Α αλλά επιπλέον και dimethylsulfoxide (DMSO). Με το σπέρμα που παρουσίασε την υψηλότερη κινητικότητα σπερματοζωαρίων μετά την κατάψυξη / απόψυξη του και στα δυο αραιωτικά, διενεργήθηκε τεχνητή σπερματέγχυση σε δυο αντίστοιχες ομάδες (Ι και Π) των 20 κουνελών. Η μέση κινητικότητα των σπερματοζωαρίων του νωπού σπέρματος (77%) μειώθηκε σημαντικά (Ρ0.05). Επίσης, δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά (Ρ> 0.05) μεταξύ των μέσων όρων του μεγέθους των τοκετοομάδων της ομάδας Ι (6,8±1,7) και της ομάδας II(7,0±1,9). Τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας συνοψίζονται στο ότι η κατάψυξη σπέρματος κουνελιού σε αραιωτικόπου περιέχει συνδυασμό των κρυοπροστατευτικών ουσιών DMSO και γλυκερόλης σε αναλογία 3% από το καθένα, έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση της κινητικότητας του κατεψυγμένου / αποψυγμένου σπέρματος, ενώ δεν έχει σημαντική επίδραση στη γονιμότητα του οΰτε και στο μέγεθος των τοκετοομάδων.In this study, semen from 10 rabbits was frozen after it was diluted in two different extenders, A and B. Extender A consisted of Tris-buffer in which 20% of egg yolk and 3% of glycerol were added, while extender Β had the same composition, plus 3% of dimethylsulfoxide (DMSO). The semen of the buck exhibiting the best post-thaw motility in the two extenders, was used for the insemination of two corresponding groups (I and II) of 20 does each. The average sperm motility of fresh semen (77%) was significantly reduced (P0.05). Also, no significant difference (P>0.05) was observed between the average litter size of group I (6,8±1,7) and group II (7,0±1,9). Thereafter, it is concluded that freezing rabbit semen in an extender that contains a combination of the cryoprotective agents glycerol and DMSO, in the proportion of 3% and 3%, respectively, results in a significant improvement of post-thaw sperm motility, while it doesn't affect significantly its fertility value neither the size of the litters
Mycotoxicosis of swine. Metabolism and toxicokinetics of their causative mycotoxins
Οι μυκοτοξίνες είναι δευτερογενείς μεταβολίτες των μυκήτων που αναπτύσσονται σε διάφορες βασικές ζωοτροφές (συχνότερα στο καλαμπόκι, στο σιτάρι, στο κριθάρι κ.λπ.), οι οποίες χρησιμοποιούνται στα σιτηρέσια των χοίρων. Αναπτύσσονται είτε κατά την καλλιέργεια είτε κατά τη μεταφορά ή αποθήκευση των δημητριακών καρπών. Οι μυκοτοξίνες προσβάλλουν το 25% της παγκόσμιας παραγωγής δημητριακών καρπών προκαλώντας εκτεταμένες οικονομικές απώλειες. Οι κυριότερες μυκοτοξίνες πουπροκαλούν κλινικά συμπτώματα στους χοίρους είναι: από την ομάδα των αφλατοξινών η αφλατοξίνη Βΐ 5 από την ομάδα των τριχοθεσινών η δεοξυνιβαλενόλη (DON) και η ζεαραλενόνη (ZEN), από τις ωχρατοξίνες η ωχρατοξίνη Α (ΟΤΑ) και από τις φουμονισίνες η φουμονισίνη Bj. Η επίδραση των μυκοτοξινών στους χοίρους εξαρτάται από την έκταση και το ρυθμό απορρόφησης τους, από την κατανομή, τη σύνδεση ή την εντόπιση τους σε διάφορους ιστούς και από τον τρόπο αποβολή τους. Το ποσοστό συμμετοχής των παραπάνω διεργασιών, οι οποίες συμβάλλουν στην κινητική των τοξινών, εξαρτάται από τις χημικές και φυσικές τους ιδιότητες, καθώς και από την αλληλεπίδραση τους με τους ιστούς που είναι υπεύθυνοι για το μεταβολισμό και την απομάκρυνση τους. Σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι η καταγραφή των κυριότερων σταδίων του μεταβολισμού και η διερεύνηση της τοξινοκινητικής των παραπάνω μυκοτοξινών στους χοίρους. Επιπλέον,αναφέρονται τα συχνότερα κλινικά συμπτώματα που προκαλούνται στις περιπτώσεις των αντίστοιχων μυκοτοξινώσεων των χοίρων.Mycotoxins are secondary metabolites produced by fungi of various genera, when they grow on agricultural products, especially grains which are mainly used as pig ratios' raw materials, before or after harvest or during transportation or storage. Mycotoxins affect up to 25% of the world's crop production causing extensive economical losses globally. The mycotoxins, which are of high significance for swine populations and are usually found in higher concentrations in swine feed raw materials (cereals, such as corn, barley etc.), are: aflatoxins and especially aflatoxin Bl 5 trichothecenes and principally deoxynivalenol (DON), zearalenone (ZEN), ochratoxins and particularly ochratoxin A (OTA), fumonisins and mainly fumonisin Bj. The fate of a toxin after consumption via feed by pigs depends upon the extent and rate of its absorption, its distribution, its binding or localization in tissues, its biotransformation and its excretion processes, including transmission in swine-derived food products. The rate of each of these events, which contributed to both pharmacokinetics and pharmacodynamics of the toxin, is determined by the chemical and physical properties of the compounds and by interaction with tissue responsible of metabolism or elimination. The aim of this review is to emphasize on the basic stages of the metabolism and the pathways of the toxicokinetics of certain mycotoxins. Moreover, the most frequent clinical signs seen in pigs, due to the most important mycotoxins occurring in swine farms, are pointed out