5 research outputs found

    Το οργανικό κριτήριο στην νομολογία για την οργάνωση και την λειτουργία αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας

    Get PDF
    Στην ελληνική έννομη τάξη ισχύει σύστημα χωριστών δικαιοδοσιών και οι διαφορές που διέπονται από το διοικητικό δίκαιο υπάγονται στην οργανικά και λειτουργικά διακεκριμένη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Ενόψει δε της συνταγματικής κατοχύρωσης του συστήματος των χωριστών δικαιοδοσιών και της κατοχύρωσης της γενικής αρχής ότι η δικαιοδοσία ακολουθεί την ουσία της διαφοράς, ανακύπτουν διάφορα ερμηνευτικά ζητήματα, με κυριότερο την οριοθέτηση της πολιτικής από την διοικητική δικαιοδοσία και την κατανομή των διαφορών μεταξύ των δικαιοδοτικών κλάδων. Η δυσχέρεια αυτή συναρτάται άμεσα με την ασυμφωνία ως προς τα κριτήρια κατανομής των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου μεταξύ των δύο υποσυστημάτων της έννομης τάξης, ενώ θα πρέπει επιπλέον να ληφθεί υπόψιν πόσο έχει σχετικοποιηθεί με το πέρας των χρόνων η ίδια η θεμελιώδης διάκριση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου ενόψει και της αλλαγής των αντιλήψεων για τον ρόλο του κράτους. Σε γενικές γραμμές για τον διαχωρισμό των υποθέσεων μεταξύ των δικαιοδοτικών κλάδων και την «ανίχνευση» μιας διοικητικής διαφοράς δύο κριτήρια διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο. Το οργανικό, το οποίο αναφέρεται στην ταυτότητα των εμπλεκομένων σε μια διαφορά μερών και το λειτουργικό κριτήριο, το οποίο συντρέχει εφόσον σε μια έννομη σχέση διαγνωστεί η άσκηση δημόσιας εξουσίας ή εξυπηρέτηση ενός άμεσου δημόσιου σκοπού. Τα δύο αυτά κριτήρια είναι κατά κανόνα συμπληρωματικά, ωστόσο εν αντιθέσει με το λειτουργικό κριτήριο, το οποίο πρέπει επίσης να συντρέχει για την διάγνωση της φύσης μιας διαφοράς ως διοικητικής, αυτό που καταρχήν καθορίζει την αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων είναι το οργανικό κριτήριο, ήτοι η φύση των δρώντων υποκειμένων ως φορέων διοικητικής αρμοδιότητας. Έτσι στην δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται μόνο διαφορές που προέρχονται από την δραστηριότητα μιας διοικητικής αρχής, ενταγμένης στο νομικό πρόσωπο του Κράτους ή στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ειδικών σκοπών (ΝΠΔΔ). Εξαίρεση, αλλά και ταυτόχρονα επιβεβαίωση του ως άνω κανόνα αποτελεί η θεωρία περί διφυών προσώπων, μέσω της οποίας η νομολογία σχετικοποιεί, αλλά δεν εγκαταλείπει το οργανικό κριτήριο. Η σχετικοποίηση του οργανικού κριτηρίου, δικαιολογείται ιστορικά λόγω της «εισόδου» της δημόσιας διοίκησης σε χώρο που παραδοσιακά ήταν ιδιωτικός και της συνακόλουθης διείσδυσης του ιδιωτικού δικαίου στην οργάνωση και διαχείριση των δημοσίων υπηρεσιών. Λογική δε απόρροια είναι και η, πάντοτε στο μέτρο του απολύτως αναγκαίου, διεύρυνση της διοικητικής δικαιοδοσίας και σε ορισμένα νομικά μορφώματα του ιδιωτικού δικαίου, τα οποία υπάγονται στην "Διοίκηση", θεωρούμενη με την ευρεία του όρου έννοια. Σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, εφόσον διαπιστωθεί ότι όργανο ενός (δημόσιου) νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) λειτούργησε στο πλαίσιο της σχετιζόμενης με την διαφορά έννομης σχέσης ως φορέας δημόσιας εξουσίας και προκειμένου για την εξυπηρέτηση ενός άμεσου δημόσιου σκοπού, το τελευταίο λογίζεται ως διοικητική αρχή και κατ΄αυτόν τον τρόπο διευρύνεται η διοικητική δικαιοδοσία, ενώ παράλληλα διασώζεται το οργανικό κριτήριο, το οποίο στην ελληνική έννομη τάξη έχει συνταγματική κατοχύρωση. Η παρούσα διπλωματική εργασία με αφορμή πρόσφατη νομολογία, η οποία κατέφυγε στην θεωρία περί διφυών προσώπων όσον αφορά όχι μόνον ορισμένες από τις αρμοδιότητες των Ανεξάρτητων Διαχειριστών της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε, ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε, ΑΔΜΗΕ Α.Ε), αλλά ακόμη και την συμβατική δράση των τελευταίων, εξετάζει τα εξής ερωτήματα: α) εάν και σε ποιόν βαθμό μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση τα παγίως γενόμενα δεκτά από την νομολογία για τα διφυή νομικά πρόσωπα και το οργανικό κριτήριο, η επέκταση της διοικητικής δικαιοδοσίας και επί των διαφορών που ανακύπτουν από την δραστηριότητα (μονομερή και συμβατική) των συγκεκριμένων μορφωμάτων του ιδιωτικού δικαίου και β) εάν η κατανομή των υποθέσεων μεταξύ των δικαιοδοτικών κλάδων με βάση το οργανικό κριτήριο και την θεωρία περί διφυών προσώπων μπορεί να ανταποκριθεί στις ιδιαιτερότητες του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Η προσέγγιση των εν λόγω ερωτημάτων, καθιστά αναγκαία την ανάλυση των νομικών εξελίξεων που έχουν επισυμβεί στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της εφαρμογής τις τελευταίες δεκαετίες πολιτικών απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης σε αυτόν και την σκιαγράφηση του ρόλου των Ανεξάρτητων Διαχειριστών στην ανοικτή αλλά ρυθμιζόμενη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.The Greek Constitution provides a comprehensive system of administrative justice, within which disputes of an administrative nature shall without exception fall under the jurisdiction of the administrative courts. On the other hand, disputes of a civil nature shall fall under the jurisdiction of the civil courts. Since the Constitution distinguishes between two jurisdictions, the topic of civil and administrative courts and procedure has always raised challenging issues, the most important one being that of the dividing line between civil and administrative disputes. The general principle that the jurisdiction follows the substance of the dispute presupposes knowledge of the applicable law (civil or administrative) to determine the competent court (civil or administrative). That can sometimes be difficult since firstly there is not a sole criterion of administrative law and secondly the modern ideas regarding the role of the state can no longer support a division of public and private that has the same force as it did in the past. From the standpoint of Greek doctrine and jurisprudence two criteria serve in understanding the jurisdiction of the administrative courts: an organic criterion that concerns the public or private nature of the person involved in the dispute and a material criterion that concerns either the nature of the activity (is it a public service?) or the or the nature of the act adopted (did this involve the exercise of public powers?). These two criteria are complementary, but despite some uncertainties in case law, organic criterion remains the benchmark. More specifically, the Greek Council of State has always applied (since 1929) organic rather than material criteria in the assessment of administrative acts and administrative disputes in general. Nevertheless, uncertainties in case law exist. That can be attributed to the fact that the broader intervention of the Administration in economic and social life in Greece led to the multiplication of the purposes of administrative action, as well as the creation of a new type of entities, whose organization and operation are governed in principle by rules of private law. All these entities come under the “Administration”, considered in a broad sense and normally their actions can only result to the genesis of disputes of a civil nature. There is only one exception to this general principle based on a “legal fiction” that deems these entities “as public authorities”, when the legal framework, under which they operate, provides them with public power. In such a case, since they enact “as public authorities”, the judicial control over the legality of their actions belongs to the administrative courts. The main objective of this master dissertation is to answer the question of whether or not the disputes caused by the actions of the state entities that are governed by private law and operate in the electric power industry could fall under the jurisdiction of the administrative courts. This by default demands the analysis of the legal framework, under which they operate in order to detect in which cases they enact “as public authorities”. This is a really interesting topic, given the fact that within the last two decades Greece has made impressive strides in privatizing and introducing competition in the electric power industry

    A theory-based educational intervention to pediatricians in order to improve identification and referral of maternal depression: a quasi-experimental study

    Full text link
    Background: Maternal depression has a negative impact on both the mother and child’s physical and mental health, as well as impairs parenting skills and pediatric health care utilization. The pediatricians’ role in identification and management of maternal depression is well established. Although it can be successfully and easily treated, maternal depression remains under-recognized and under-treated. Despite the heightened emphasis, there is lack of interventions to pediatricians in order to improve detection and management of maternal depression. Methods: To address this gap, an educational intervention based on the ‘Health Belief Model’ was developed, implemented, and evaluated. The present quasi-experimental study, aimed to assess the pediatricians’ knowledge, self-efficacy, beliefs, and attitudes toward maternal depression at baseline and post-intervention measurements. A total of 43 randomly selected primary care pediatricians residing in Athens completed a 59-item survey by mail in 2011. Pediatricians in the intervention group received a toolkit about the recognition and management of maternal depression, while pediatricians in the control group received a leaflet about mental health. Descriptive statistics, t test, chi-square, Fisher’s exact test, and analysis of variance were used for the statistical analysis. Results: Post-intervention measurement revealed differences at a statistical significance level between the two groups, in the following variables: beliefs, attitudes, self-efficacy, perceived barriers, and management practices of maternal depression. Furthermore, at post-measurement, pediatricians in the intervention group demonstrated increased perceived responsibility and increased self-efficacy for detection and referral of maternal depression. Conclusions: Educational interventions to pediatricians seem to be beneficial for the improvement of the pediatricians’ knowledge, self-efficacy, and attitudes regarding maternal depression. Studies using large, representative population samples are needed to provide evidence if the training interventions to pediatricians for maternal depression are translated to changes in their clinical practice and improved the patients’ health outcomes

    Comparison of Patient Health Questionnaire-9, Edinburgh Postnatal Depression Scale and Hospital Anxiety and Depression - Depression subscale scores by administration mode: An individual participant data differential item functioning meta-analysis

    Full text link
    Administration mode of patient-reported outcome measures (PROMs) may influence responses. We assessed if Patient Health Questionnaire-9 (PHQ-9), Edinburgh Postnatal Depression Scale (EPDS) and Hospital Anxiety and Depression Scale – Depression subscale (HADS-D) item responses and scores were associated with administration mode. We compared (1) self-administration versus interview-administration; within self-administration (2) research or medical setting versus private; and (3) pen-and-paper versus electronic; and within interview-administration (4) in-person versus phone. We analysed individual participant data meta-analysis datasets with item-level data for the PHQ-9 (N = 34,529), EPDS (N = 16,813), and HADS-D (N = 16,768). We used multiple indicator multiple cause models to assess differential item functioning (DIF) by administration mode. We found statistically significant DIF for most items on all measures due to large samples, but influence on total scores was negligible. In 10 comparisons conducted across the PHQ-9, EPDS, and HADS-D, Pearson's correlations and intraclass correlation coefficients between latent depression symptom scores from models that did or did not account for DIF were between 0.995 and 1.000. Total PHQ-9, EPDS, and HADS-D scores did not differ materially across administration modes. Researcher and clinicians who evaluate depression symptoms with these questionnaires can select administration methods based on patient preferences, feasibility, or cost.</p
    corecore