6 research outputs found

    Antithrombotics in Complex Percutaneous Coronary Interventions: Type and Duration of Treatment

    Get PDF
    Patients undergoing complex percutaneous coronary intervention (PCI) are at an increased risk of atherothrombotic complications. Although dual antiplatelet therapy is the mainstay of treatment for patients undergoing PCI with stent implantation, deciding its type and duration in complex PCI patients has long been considered a challenge for clinicians. This is because the beneficial effects of prolonged treatment and/or more potent antiplatelet agents’ use in preventing ischemic events are hindered by a concomitant increase in bleeding complications. The aim of this review is to highlight current evidence regarding the optimal antithrombotic therapy regimens used in complex PCI patients, focusing on the evaluation of both safety and efficacy outcomes as well as addressing future perspectives

    Phospolamban gene’s mutations in patients with dilated cardiomyopathy

    No full text
    Aim: Dilated cardiomyopathy is considered as a genetic disease and a number of mutations have been found to be involved in the disease pathogenesis. Phospholamban is a myocardial protein that regulates myocardial calcium handling and cardiac contractility. The aim of the study was to investigate the association of Phospholamban gene mutations with dilated cardiomyopathy. Methods and Results: Sequencing mutation screening of phospholamban gene was performed in 112 (83 males, average age: 49±13, LVEF: 29±8%) independent dilated cardiomyopathy patients. Two phospolamban gene’s mutations were indentified the L39 stop and R14del. The L39 stop mutation resulted in the loss of phospholamban function while the R14del was identified in 2 patients (1 heterozygous and 1 homozygous) and the R14del mutation resulted in increased protein function. The L39 stop mutation was identified in 1 other patient (heterozygous). The Pedigree's members of these 3 patients were evaluated including clinical examination, echo study, 24 h-Holter ECG recording and phospholamban mutation screening. Two of the 19 evaluated members of the L39 stop heterozygous patient's pedigree presented the disease. Both diseased members were also found heterozygous for the L39 stop mutation. One of the 30 evaluated members of the L39 stop homozygous patient's pedigree presented the disease. The patient member was also found homozygous for the L39 stop mutation. Pedigree analysis of the R14del heterozygous patient revealed that 5 of the 27 evaluated members presented the disease. All diseased members were also found heterozygous for the R14del mutation. Two R14del heterozygous patients had fitted an AICD, after sustained ventricular tachycardia episodes and one other R14del heterozygous patient presented non sustain ventricular tachycardia episodes during 24-h Holter ECG recording. Interestingly R14del heterozygous patients presented mild left ventricular dilatation (LVEDD: 55±2 mm) and mild left ventricular systolic dysfunction (LVEF: 42±10%). On the contrary, L39 stop mutation patients presented severe left ventricular dilatation (LVEDD: 65±2 mm p:0,01) as also as severe left ventricular systolic dysfunction (LVEF: 28±5% p:0,05), while none of them presented ventricular tachycardia episodes during 24-h Holter ECG recording. Conclusions: The phospholamban gene mutations L39 stop and R14del are associated with dilated cardiomyopathy. Phospolamban L39 stop dilated cardiomyopathy is characterized by severe left ventricular dilatation and systolic dysfunction without ventricular tachycardia episodes, while R14del dilated cardiomyopathy is characterized mainly by ventricular tachycardia episodes.Σκοπός: Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια εμφανίζει σε σημαντικό βαθμό οικογενή χαρακτήρα. Μια σειρά μεταλλάξεων σε γονίδια πρωτεϊνών που εμφανίζουν σημαντικό ρόλο στην δομή και στην λειτουργία του μυοκαρδιακού κυττάρου έχει βρεθεί ότι μπορούν να οδηγήσουν στην εκδήλωση της νόσου. Η φωσφολαμβάνη αποτελεί μια πρωτεΐνη που ρυθμίζει την διακίνηση του ασβεστίου του μυοκαρδιακού κυττάρου και έχει ιδιαίτερη σημασία για την φυσιολογική λειτουργία του. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί συσχέτιση μεταλλάξεων του γονιδίου της φωσφολαμβάνης με την εκδήλωση διατατικής μυοκαρδιοπάθειας, και να μελετηθεί η ακριβής φαινοτυπική έκφραση τους. Μέθοδος-Αποτελέσματα: Σε 112 ασθενείς με διατατική μυοκαρδιοπάθεια (29 γυναίκες και 83 άνδρες, ηλικία: 49±13 έτη, κλάσμα εξωθήσεως αριστερής κοιλίας: 29±8%) έγινε χαρτογράφηση του γονιδίου της φωσφολαμβάνης Εντοπίστηκαν 2 μεταλλάξεις η L39stop και η R14del του γονιδίου της φωσφολαμβάνης. Η μετάλλαξη L39stop οδηγεί στο σχηματισμό ενός μικρότερου μή λειτουργικού πεπτιδίου, ενώ η μετάλλαξη R14del (deletion) οδηγεί σε εξάλειψη του αμινοξέος αργινίνη στη θέση 14 της φωσφολαμβάνης, με αποτέλεσμα η παραγόμενη πρωτείνη να έχει αυξημένη δραστικότητα. Η μετάλλαξη L39stop εντοπίσθηκε σε 2 ασθενείς (1 ετεροζυγώτης και 1 ομοζυγώτης) και η μετάλλαξη R14del σε 1 ασθενή (ετεροζυγώτης). Σε όσους ασθενείς εντοπίσθηκε μετάλλαξη, μελετήθηκαν τα μέλη των αντίστοιχων οικογενειακών δέντρων με διερεύνηση της μετάλλαξης, ηχωκαρδιογραφική μελέτη και 24ωρη καταγραφή ΗΚΓφήματος. Από τη μελέτη 19 μελών του οικογενειακού δέντρου του L39stop ετεροζυγώτου ασθενούς διαπιστώθηκαν 2 ακόμη ασθενείς με διατατική μυοκαρδιοπάθεια που βρέθηκαν επίσης ετεροζυγώτες για την μετάλλαξη L39stop του γονιδίου της φωσφολαμβάνης. Από τη μελέτη 30 μελών του οικογενειακού δέντρου της L39stop ομοζυγώτου ασθενούς διαπιστώθηκε 1 ακόμη ασθενής με διατατική μυοκαρδιοπάθεια που βρέθηκε επίσης ομοζυγώτης για την μετάλλαξη L39stop του γονιδίου της φωσφολαμβάνης. Από τη μελέτη 27 μελών του οικογενειακού δέντρου του R14del ετεροζυγώτου ασθενούς διαπιστώθηκαν 5 ακόμη ασθενείς με διατατική μυοκαρδιοπάθεια που βρέθηκαν επίσης ετεροζυγώτες για την μετάλλαξη R14del του γονιδίου της φωσφολαμβάνης Η μέση τιμή της τελοδιαστολικής διαμέτρου και του κλάσματος εξωθήσως της αριστερής κοιλίας των ασθενών όπου υπεύθυνη ήταν η μετάλλαξη L39stop βρέθηκαν 65±2 mm και 28±5% αντίστοιχα. Στους ασθενείς με τη μετάλλαξη R14del η μέση τιμή της τελοδιαστολικής διαμέτρου βρέθηκε 55±2mm (μικρότερη σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο από τους ασθενείς με L39stop μετάλλαξη p<0.01) και η μέση τιμή του κλάσματος εξωθήσως της αριστερής κοιλίας βρέθηκε 42±10% (μεγαλύτερο σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο από τους ασθενείς με L39stop μετάλλαξη p<0.05). Δύο από τους ασθενείς με R14del μετάλλαξη είχαν εμφανίσει επεισόδια εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας και είχε εμφυτευθεί απινιδωτής, ενώ σε 1 ακόμη ασθενή με R14del μετάλλαξη είχαν καταγραφεί επεισόδια μη εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας, συγκριτικά με την απουσία καταγραφής επεισοδίων κοιλιακής ταχυκαρδίας στους ασθενείς με την μετάλλαξη L39stop του γονιδίου της φωσφολαμβάνης. Συμπεράσματα: Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης τεκμηριώθηκε για πρώτη φορά η συσχέτιση μεταλλάξεων του γονιδίου της φωσφολαμβάνης με την εκδήλωση διατατικής μυοκαρδιοπάθειας. Διαπιστώθηκε ότι η μετάλλαξη L39stop εκδηλώνεται με σοβαρού βαθμού διάταση και σοβαρού βαθμού ελάττωση του κλάσματος εξωθήσεως της αριστερής κοιλίας χωρίς επεισόδια κοιλιακής ταχυκαρδίας, συγκριτικά με την R14del μετάλλαξη που εκδηλώνεται με μετρίου βαθμού διάταση και μετρίου βαθμού ελάττωση του κλάσματος εξωθήσεως της αριστερής κοιλίας συνοδευμένα από επεισόδια κοιλιακής ταχυκαρδίας

    Effect of Postablation Statin Treatment on Arrhythmia Recurrence in Patients With Paroxysmal Atrial Fibrillation

    No full text
    Background: Statins have been proposed as a means to prevent postablation atrial fibrillation (AF) recurrences, mainly on the basis of their pleiotropic effects. The objective of this subanalysis of a prospectively randomized controlled study population of patients undergoing radiofrequency ablation for paroxysmal AF was to test the hypothesis that statin treatment is associated with longer time to recurrence. Methods and Results: This is a subanalysis over an extended follow-up period of a prospective randomized study (ClinicalTrials.gov Identifier NCT01791699). Among 291 patients, 2 propensity score-matched subgroups of patients who received or did not receive statins after pulmonary vein isolation were created. In the unmatched cohort, there was no difference in the rate of recurrence between statin-treated and not treated patients, with a 1-year recurrence estimate of 19% and 23%, respectively (Gehan statistic 0.59, P = 0.443). In the propensity-matched cohort (N = 166, 83 per group), recurrence-free survival did not differ significantly between groups (839 days, 95% confidence interval 755-922 days, in the no statin group vs. 904 days, 95% confidence interval 826-983 in the statin group; P = 0.301). The 1-year recurrence rate estimate was 30% in the no statin group versus 27% in the statin group (Gehan statistic 0.56, P = 0.455). Conclusion: Statin treatment does not seem to affect AF recurrence in following radiofrequency ablation for paroxysmal AF, over a follow-up time of about 2.5 years

    Serum levels of retinol-binding protein-4 are associated with the presence and severity of coronary artery disease

    No full text
    Background: The interplay between the novel adipokine retinol-binding protein-4 (RBP4) and coronary artery disease (CAD) is still obscure. We investigated the relationship between RBP4 levels and the presence and severity of angiographically proven CAD and determined its possible role in acute myocardial infarction (AMI). Methods: 305 individuals with angiographically proven CAD (CAD-patients), were classified into 2 subgroups: 1) acute myocardial infarction (AMI, n = 141), and 2) stable angina (SA, n = 164). Ninety-one age-and sex-matched individuals without CAD, but with at least 2 classical cardiovascular risk factors, served as controls (non-CAD group). RBP4 serum levels were measured at hospital admission and were analyzed in relation to the coronary severity stenosis, assessed by the Gensini-score and the number of coronary narrowed vessels. Other clinical parameters, including insulin levels, HOMA-IR, hsCRP, glycaemic and lipid profile, and left-ventricular ejection fraction were also assessed. Results: Serum RBP4 levels were significantly elevated in patients with CAD compared to non-CAD patients (39.29 +/- 11.72 mg/L vs. 24.83 +/- 11.27 mg/L, p &lt; 0.001). We did not observe a significant difference in RBP4 levels between AMI and SA subgroups (p = 0.734). Logistic regression analysis revealed an independent association of CAD presence with serum RBP4 (beta = 0.163, p = 0.006), and hsCRP (beta = 0.122, p = 0.022) levels, in the whole study group. Among variables, hsCRP (beta = 0.220), HDL (beta = -0.150), and RBP4 (beta = 0.297), correlated in both univariate and multivariate analysis with CAD severity (R-2 = 0.422, p &lt; 0.001). Similarly, RBP4 concentrations increased with the number of coronary narrowed vessels (p &lt; 0.05). Conclusion: Patients with CAD, both SA and AMI, showed elevated RBP4 serum levels. Notably, increased RBP4 concentration seemed to independently correlate with CAD severity, but no with AMI
    corecore