18 research outputs found

    Η επίδραση της περιβαλλοντικής ρύπανσης στις γνωστικές λειτουργίες

    No full text
    Ο όρος γνωστική λειτουργία αναφέρεται στην πνευματική δραστηριότητα που εμπεριέχει νοητικές διαδικασίες, όπως η προσοχή, η ταχύτητα επεξεργασίας, η μάθηση και η μνήμη, οι εκτελεστικές λειτουργίες, η λεκτική ευχέρεια και η μνήμη εργασίας. Οι λειτουργίες αυτές είναι απαραίτητες στον άνθρωπο προκειμένου να προσλαμβάνει, να αποθηκεύει, να διαχειρίζεται και να ανακαλεί πληροφορίες. Οι γνωστικές λειτουργίες είναι ζωτικής σημασίας για τις περισσότερες καθημερινές δραστηριότητες στην υγεία, αλλά και στην ασθένεια και εμπλέκονται σε υγιείς καταστάσεις και σε ασθένειες (όπως η άνοια) κατά τη διάρκεια της πορείας ζωής του ανθρώπου ενώ σχετίζονται στενά με το δείκτη νοημοσύνης. Οι γνωστικές λειτουργίες και ικανότητες αναπτύσσονται από τη νεογνική ηλικία μέχρι τη νεαρή ενήλικη ζωή και στη συνέχεια αρχίζουν να εξασθενούν σταδιακά μέχρι την τρίτη ηλικία. Η πορεία αυτή της ανάπτυξης και της εξασθένισης των γνωστικών λειτουργιών επηρεάζεται μεταξύ άλλων από γενετικούς (όπως ο γονότυπος για το αλλήλιο ε4 της Απολιποπρωτεϊνης Ε) και κοινωνικούς παράγοντες (όπως το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο και η επάρκεια περιβαλλοντικών ερεθισμάτων). Νεότερα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι και περιβαλλοντικοί ρύποι επιδρούν με δυσμενή τρόπο πάνω στην ανάπτυξη του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος και ειδικότερα στις γνωστικές λειτουργίες. Η παρούσα διπλωματική εργασία επιχειρεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση της επίδρασης της περιβαλλοντικής ρύπανσης πάνω στις γνωστικές λειτουργίες του ανθρώπου σε όλα τα αναπτυξιακά στάδια (έκθεση στην ενδομήτριο ζωή, στην παιδική ηλικία, περιβαλλοντική και επαγγελματική έκθεση σε ενήλικο μη ηλικιωμένο πληθυσμό και έκθεση στην τρίτη ηλικία). Παράλληλα παρουσιάζονται δεδομένα σχετικά με την έκθεση πειραματόζωων στους ρύπους και σκιαγραφούνται οι αντίστοιχοι προτεινόμενοι μοριακοί μηχανισμοί δράσης τους σε επίπεδο νευρικών κυττάρων. Γίνεται εκτενής αναφορά σε δεδομένα που αφορούν στην έκθεση σε ατμοσφαιρική ρύπανση (αιωρούμενα σωματίδια, όζον, ΝΟ2, SO2, αιθάλη, ατμοσφαιρική ρύπανση από κυκλοφορούντα οχήματα, πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες, καπνός τσιγάρου), στην έκθεση σε βαρέα μέταλλα (μόλυβδος, υδράργυρος, αρσενικό, κάδμιο και μαγγάνιο) και στην έκθεση σε ενδοκρινικούς διαταρράκτες (διοξίνες, PCBs, PBDEs, Δισφαινόλη Α, οργανοφωσφορικά και οργανοχλωριούχα εντομοκτόνα, ζιζανιοκτόνα, πυρεθροειδή και νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα) σε σχέση με τη γνωστική λειτουργία. Τέλος, πέραν της διερεύνησης των περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου για τη γνωστική έκπτωση, αναζητά και προστατευτικούς παράγοντες παρουσιάζοντας στοιχεία που αφορούν στην ευεργετική επίδραση βιταμινών, ορμονών, χημικών, φυτικών και φαρμακευτικών ουσιών καθώς και του φιλικού στον άνθρωπο περιβάλλοντος (χώροι πρασίνου) επί της γνωστικής λειτουργίας.The term cognitive function refers to intellectual activity involving cognitive processes, such as attention, processing speed, learning and memory, executive functions, verbal fluency and working memory. These functions are necessary for humans in order to acquire, store, manage and retrieve information. Cognitive functions are vital to most daily activities in healthy conditions as well as in sickness and are involved in a variety of healthy situations and diseases (such as dementia) through the lifespan of humans. They are also strongly related to the intelligence index. Cognitive functions and abilities develop from infancy to early adulthood and then gradually decline until older age. The course of rise and consequent decline of cognitive functions is influenced, among others, by genetic (such as the apolipoprotein E ε4 allele genotype) and social factors (such as socioeconomic level and adequacy of environmental stimuli). Recent research shows that environmental pollutants also have an adverse effect on the development of the Central Nervous System and in particular on cognitive functions. The present thesis includes a review of published studies relevant to the impact of environmental pollution on human cognitive functions at all developmental stages (prenatal exposure, exposure during childhood, environmental and occupational exposure in adulthood and exposure in older adults). At the same time, evidence on the exposure of experimental animals to pollutants is presented and corresponding proposed molecular mechanisms of action upon the nerve cells are outlined. Data relating to exposure to air pollution (such as suspended particulate matter, ozone, NO2, SO2, black carbon, air pollution related to vehicles exhausts, polycyclic aromatic hydrocarbons, cigarette smoke), exposure to heavy metals (such as lead, mercury, arsenic, cadmium and manganese) and exposure to endocrine disruptors (such as dioxins, PCBs, PBDEs, Bisphenol A, organophosphates and organochloride insecticides, herbicides, pyrethroids and neonicotinoid insecticides) are extensively investigated. Finally, in addition to revealing the environmental risk factors for cognitive decline, the present review illustrates the current knowledge about protective and beneficial effects of vitamins, hormones, chemicals, herbal and pharmaceutical products as well as healthy environments (green spaces) upon the cognitive functions

    Das Land der Griechen durch die Augen deutschsprachiger Schriftstellerinnen des 19. und frühen 20. Jahrhunderts

    No full text
    Τα περιηγητικά κείμενα γερμανόφωνων γυναικών συγγραφέων που επισκέφθηκαν την Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο 1849-1914, καθώς και η γυναικεία συγγραφική και ταξιδιωτική δραστηριότητα της συγκεκριμένης περιόδου βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος της παρούσας έρευνας, η οποία διενεργήθηκε μέσα από την οπτική των Σπουδών Φύλου. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη: Στο πρώτο θεωρητικό μέρος, το οποίο αποτελεί και τη βάση για την ανάλυση και κατανόηση των περιηγητικών κειμένων που παρουσιάζονται στο δεύτερο μέρος της διατριβής, αναλύεται το κοινωνικό υπόβαθρο της εποχής (με έμφαση στη γυναίκα και το ταξίδι), αλλά και η αφηγηματοποίηση της γυναικείας ταξιδιωτικής εμπειρίας. Η ιστορία του ταξιδιού, η θέση της γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, τα μέσα που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες για να ταξιδέψουν καθώς και οι προσπάθειες παρακώλησής τους στην υλοποίηση των ταξιδιωτικών σχεδίων τους, παρουσιάζονται διεξοδικά. Αναδεικνύεται, έτσι, η δυσκολία του γυναικείου ταξιδιού τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, καθώς το ταξίδι θεωρείτο σφοδρή παραβίαση και παρέκκλιση της γυναίκας από τον ρόλο που της είχε αποδοθεί. Η απαιτούμενη άδεια από τον πατέρα ή τον σύζυγο, οι οικονομικές δυσκολίες αλλά και η απόκτηση ταξιδιωτικών εγγράφων αποτελούσαν για πολλές ταξιδιώτισσες ανυπέρβλητες δυσκολίες. Κατά συνέπεια κατέφευγαν σε στρατηγικές, όπως ήταν η απόκρυψη του πραγματικού προορισμού τους ή τα ταξίδια σε μεγαλύτερη ηλικία ώστε να έχουν εκπληρώσει τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις. Πολλές από τις γυναίκες ταξιδιώτισσες επέλεγαν την ασφάλεια του οργανωμένου ταξιδιού, που άρχισε να γνωρίζει σημαντική ανάπτυξη στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ενώ πολλές ταξίδευαν εφοδιασμένες με συστατικές επιστολές που τους επέτρεπαν την επαφή με σημαντικούς εκπροσώπους και φορείς της γερμανικής κοινότητας στην Ελλάδα, όπως ήταν π.χ. η οικία Σλίμαν. Αναλυτικά διερευνήθηκαν τα κίνητρα που οδήγησαν στην απόφαση ενός ταξιδιού. Η επιθυμία για αλλαγή και διαφυγή από την καθημερινότητα που τους είχε επιβληθεί, τα παιδικά βιώματα, η εκπλήρωση παιδικών ονείρων, λόγοι υγείας καθώς και επαγγελματικοί λόγοι αποτέλεσαν μερικά απ’ τα σημαντικότερα κίνητρα των γυναικών συγγραφέων. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το ταξίδι αποτέλεσε υπέρβαση και απελευθέρωση των γυναικών από τα στενά όρια, στα οποία υποχρεωτικά κινούνταν, παρέχοντάς τους συνάμα την ευκαιρία της γνωριμίας με το άλλο / ξένο. Διεξοδικά αναλύθηκαν επίσης ζητήματα γυναικείας γραφής και λογοτεχνικοποίησης της ταξιδιωτικής εμπειρίας, καθώς όχι μόνο το ταξίδι αλλά, πολύ περισσότερο, η δημοσίευση των γυναικείων περιηγητικών κειμένων είχε αρκετές δυσκολίες. Οι διαπνεόμενοι από έμφυλη διάσταση «απολογητικοί» πρόλογοι, στους οποίους οι γυναίκες συγγραφείς επιχειρούσαν να δικαιολογηθούν για τη συγγραφική τους δραστηριοποίηση, διαβεβαιώνοντας ότι δεν εγείρουν καμία επιστημονική αξίωση μέσω των κειμένων τους και ότι αρκούνται στις περιγραφές των εντυπώσεών τους (εφόσον ο θεωρητικός στοχασμός αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών), ή ακόμα και η υιοθέτηση ψευδώνυμων, αποτέλεσαν σημαντικές στρατηγικές, οι οποίες συνέβαλαν στην επίτευξη του στόχου τους: τη δημοσίευση των κειμένων τους. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής αναλύονται τα περιηγητικά κείμενα των Anna Forneris, Ida Pfeiffer, Maria Schuber, Rosa von Gerold, Mathilde Weber, Rosa von Förster, Sophie Döhner, Bernhardine Schulze-Smidt, Cattina von Seybold, Isolde Kurz και Gräfin Olga Meraviglia, για τα περισσότερα από τα οποία η έως σήμερα έρευνα είχε δείξει περιορισμένο ενδιαφέρον. Εκτός από ντοκουμέντα γυναικείας ταξιδιωτικής γραφής, τα κείμενα αυτά αποτελούν και ντοκουμέντα για την εικόνα της Ελλάδας, καθώς εδώ καταγράφονται πολλές όψεις της κοινωνικής ζωής και της ελληνικής καθημερινότητας της εποχής. Παρόλο που η οπτική των γυναικών συγγραφέων διέφερε συχνά από αυτή των ανδρών, η διερεύνηση της αρχαίας Ελλάδας αποτέλεσε σημείο σύγκλισης και για τα δύο φύλα. Οι γυναίκες συγγραφείς, οι περισσότερες από τις οποίες διέθεταν πολλές γνώσεις της ελληνικής μυθολογίας, λογοτεχνίας και ιστορίας, έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αρχαιότητα, επισκέπτονταν μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, τους οποίους περιέγραφαν λεπτομερώς. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στα περισσότερα περιηγητικά κείμενα στον αρχαιολόγο Ερρίκο Σλίμαν και στις ανακαλύψεις του. Οι ταξιδιώτισσες έδειξαν, ωστόσο, παράλληλα έντονο ενδιαφέρον και για την καθημερινότητα των σύγχρονών τους Ελλήνων, ιδιαίτερα για τη θέση της γυναίκας, την εξωτερική της εμφάνιση καθώς και για το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα και για την ανατροφή των παιδιών, ζητήματα, τα οποία σπάνια θίγονται σε ανδρικά ταξιδιωτικά κείμενα. Σε πολλά από τα εξεταζόμενα κείμενα επιχειρούνται συγκρίσεις με γερμανόφωνες χώρες ως προς πολλές όψεις της κοινωνικής ζωής. Κάποιες από τις συγγραφείς μάλιστα (ιδιαίτερα η Mathilde Weber) τολμούν να διατυπώσουν κριτική στην πατριαρχική κοινωνία, ακόμη και στην αρχαιότητα, ως απαρχή ενός πολιτισμού που τοποθέτησε τη γυναίκα στο περιθώριο, θεώρηση, που αποκλίνει σαφώς από τον γενικευμένο αρχαιολατρικό ενθουσιασμό της εποχής.The travel texts of German-speaking female writers who visited Greece during the period 1849-1914, as well as female writing and travelling activity during this period, are the focus of the current research, which was conducted from the perspective of Gender Studies. This thesis consists of two parts. The first part, which constitutes the basis for the analysis and understanding of the travel texts, presented in the second part of the thesis, analyses the social background of the reference period (with emphasis on women and journey), as well as the narration of the female travel experience. The history of travel, the position of women within a male-dominated society, the means women used to travel and the attempts to harass their travel plans are presented in detail. Thus, the difficulty of the women's journey is highlighted during this period, as travel was considered a serious violation and a deviation of the woman from the role she had been assigned. The required permission from the father or husband, the financial difficulties and the acquisition of travel documents were insurmountable difficulties for many female travellers. As a consequence, they resorted to strategies such as hiding their real destination or travelling at an older age to fulfil their family obligations. Many of the women travellers opted for the security of organised travel, which began to experience significant development in the second half of the 19th century, while many travelled with letters of recommendation that allowed them to contact important representatives and institutions of the German community in Greece, such as the Schliemann House. The motives behind the decision to travel were investigated in detail. The desire for change and escape from their imposed daily routine, childhood experiences, the fulfilment of childhood dreams, health reasons and professional reasons were some of the most important motivations of the female writers. In any case, however, the journey was a transgression and a liberation of women from the narrow boundaries within which they necessarily moved, while at the same time providing them with the opportunity to get to know the other/foreign. Issues of women's writing and the literalization of the travel experience were also thoroughly analysed, as not only the journey but, more importantly, the publication of female travel texts had several difficulties. The gendered 'apologetic' prefaces, in which women writers attempted to justify their writing by assuring that they made no scientific claims through their texts and that they were content to describe their impressions (since theoretical reflection was the exclusive prerogative of men), or even the adoption of pseudonyms, were important strategies, which contributed to the achievement of their goal: the publication of their texts. The second part of this thesis analyses the travel texts of Anna Forneris, Ida Pfeiffer, Maria Schuber, Rosa von Gerold, Mathilde Weber, Rosa von Förster, Sophie Döhner, Bernhardine Schulze-Smidt, Cattina von Seybold, Isolde Kurz and Gräfin Olga Meraviglia, most of which have been of limited interest until nowadays. Apart from being documents of female travel writing, these texts are also documents of the image of Greece, as they record many aspects of social and everyday life of this period. Although the perspective of female writers often differed from that of male, the exploration of ancient Greece was a point of convergence for both sexes. The female writers, most of whom had a great knowledge of Greek mythology, literature and history, showed a special interest in antiquity, visiting museums and archaeological sites, which they described in detail. Special mention is made in most of the travel texts to the archaeologist Heinrich Schliemann and his discoveries. At the same time, however, the female travellers also showed a keen interest in the everyday life of their contemporary Greeks, especially the position of women, their physical appearance, the educational system in Greece and the upbringing of children, issues that are rarely addressed in men's travel texts. In many of the texts examined, comparisons are made with German-speaking countries in many aspects of social life. Some of the authors (especially Mathilde Weber) even dare to criticise patriarchal society, even in antiquity, as the beginning of a civilisation that marginalised women, a view that clearly deviates from the generalised archaic enthusiasm of the time

    Σχέση φυσικής κατάστασης - φυσικής δραστηριότητας σε παιδιά ηλικίας 8-12 ετών.

    No full text
    Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ φυσικής δραστηριότητας (ΦΔ) και φυσικής κατάστασης (ΦΚ) σε παιδιά ηλικίας 8 εώς 12 ετών και ο εντοπισμός πιθανών διαφορών ως προς την ηλικία και το φύλο των συμμετεχόντων, με πλαίσιο αναφοράς το σχολικό μάθημα της φυσικής αγωγής (ΦΑ). Στην έρευνα έλαβαν μέρος 216 παιδιά (106 αγόρια και 109 κορίτσια) ηλικίας 8 έως 12 ετών (Μ.Ο=10.22, ΤΑ=1.27) από δύο διαφορετικά Δημοτικά Σχολεία της Ελλάδας, τα οποία ταξινομήθηκαν σε δύο ηλικιακές κατηγορίες (1η: 8-10 ετών, 2η: 10-12 ετών). Η ΦΔ των συμμετεχόντων αξιολογήθηκε με την χρήση βηματομέτρων Omron HJ-720IT, για επτά συνεχόμενες μέρες. Η ΦΚ αξιολογήθηκε με την χρήση δύο τυποποιημένων διαδικασιών, το παλίνδρομο τεστ καρδιοαναπνευστικής αντοχής και την πρηνή στήριξη χωρίς χρονικό όριο. Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι το επίπεδο της ΦΔ των παιδιών δεν ήταν ικανοποιητικό. Ειδικότερα, μόνο η ηλικιακή κατηγορία είχε στατιστικά σημαντική επίδραση τόσο στη συνολική ΦΔ (F=5.24, p<.05) όσο και στη δοκιμασία της πρηνής στήριξης (F=12.96, p<.05). Αντίθετα, δεν διαπιστώθηκαν διαφορές μεταξύ των δύο φύλων ως προς τη ΦΔ (p>.05) και τη δοκιμασία της πρηνής στήριξης (p>.05). Αναφορικά με την ΦΚ, διαπιστώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές φύλου στην δοκιμασία του παλίνδρομου τεστ αντοχής (F=11.12, p<.05), με τα αγόρια να υπερέχουν (Μ=28,77) σε σχέση με τα κορίτσια (Μ=25,43). Στην παρούσα έρευνα, σε συμφωνία με προηγούμενες έρευνες, διαπιστώθηκε ότι η σχέση μεταξύ ΦΚ και ΦΔ ήταν χαμηλή. Η διερεύνηση αυτής της σχέσης είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς έρευνες δείχνουν ότι αν προαχθούν αυτές οι δύο συνιστώσες προάγεται γενικότερα η ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού, με οφέλη στις γνωστικές, συναισθηματικές και κινητικές λειτουργίες. Επομένως, για την υιοθέτηση ενός ποιοτικού δια βίου τρόπου ζωής, αυτή η ηλικία είναι η πλέον κατάλληλη για την καλλιέργεια των παραπάνω παραγόντων. Το μάθημα της ΦΑ και ειδικότερα η θεματική ενότητα «Κλασικός Αθλητισμός» μπορεί να αποτελέσει ευεργετικό πλαίσιο για την καλλιέργεια αυτών των δύο συνιστώσεων και την ισχυροποίηση της παραπάνω σχέσης.ΟΧ

    Effect of Heme Oxygenase-1 Depletion on Complement Regulatory Proteins Expression in the Rat

    No full text
    Heme oxygenase has been implicated in the regulation of various immune responses including complement activation. Using a transgenic rat model of HO-1 depletion, the present study assessed the effect of HO-1 absence on the expression of complement regulatory proteins: decay accelerating factor (DAF), CR1-related gene/protein Y (Crry) and CD59, which act to attenuate complement activation. Protein expression was assessed by immunohistochemistry in kidney, liver, lung and spleen tissues. DAF protein was reduced in all tissues retrieved from rats lacking HO-1 (Hmox1−/−) apart from spleen tissue sections. Crry protein was also reduced, but only in Hmox1−/− kidney and liver tissue. C3b staining was augmented in the kidney and spleen from Hmox1−/− rats, suggesting that the decrease of DAF and Crry was sufficient to increase C3b deposition. The observations support an important role of HO-1 as a regulator of the complement system
    corecore