3 research outputs found

    The role of vascular endothelial growth factor (VEGF) in investigating undiagnosed lymphocytic pleural effusions

    No full text
    Vascular endothelial growth factor (VEGF) may play a role in pleural fluid formation, as it represents a potent inducer of capillary permeability. We aimed to investigate the diagnostic utility of VEGF levels in pleural fluid and serum in patients with pleural effusions with initially negative diagnostic work up. Methods: Seventy-one patients with exudative lymphocytic pleural effusions undiagnosed after initial diagnostic work up were enrolled in this prospective study and their clinical course was followed up to 24 months. VEGF levels were measured in serum and pleural fluid by using immunoenzymometric assay. Results: During the follow up period, in 43 patients the pleural effusion was eventually attributed to malignancy while in the rest 28 patients it was due to non-malignant causes (benign and unknown origin). Patients with malignancy had significantly higher VEGF levels in pleural fluid compared to patients with non-malignant effusions (1,506 vs. 588 pg/dL, P=0.0001), while no statistically significant difference was found in the VEGF serum levels between the two groups. Conclusions: Pleural VEGF levels may be helpful in identifying malignant pleural effusion (MPE) in patients with negative diagnostic work up at the initial assessment and help in selecting patients for more invasive procedures.Ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας αποτελεί μια κυτταροκίνη η οποία αποτελεί ισχυρό μεσολαβητή της αγγειογένεσης, ασκώντας μια σειρά από λειτουργίες στο αγγειακό ενδοθήλιο, όπως την επιβίωση, τον πολλαπλασιασμό, τη νεοαγγειογένεση. Ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας όχι μόνο διαθέτει πιθανή αγγειοδιασταλτική ικανότητα, αλλά επίσης αυξάνει τη διαπερατότητα των μεσοθηλιακών κυττάρων. Εκφράζεται από πολλά είδη καρκινικών κυττάρων, όπως του παγκρέατος, του στομάχου, του παχέος εντέρου, του πνεύμονα, του μαστού, του προστάτη. Οι υπεζωκοτικές συλλογές μπορούν να εμφανιστούν ως επιπλοκή πολλών διαφορετικών παθήσεων. Η διάγνωση των υπεζωκοτικών συλλογών αποτελεί ένα δύσκολο πρόβλημα στην καθημερινή κλινική πράξη. Οι συμβατικές μέθοδοι δεν είναι πάντα ικανές να καθορίσουν την αιτία των υπεζωκοτικών συλλογών. Μια ποικιλία βιοδεικτών έχουν κατά καιρούς προταθεί να διευκολύνουν στη διαφορική διάγνωση μιας υπεζωκοτικής συλλογής. Ο ρόλος του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα στο σχηματισμό κακοήθων υπεζωκοτικών συλλογών βρίσκεται υπό έρευνα. Υψηλά επίπεδα αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα έχουν παρατηρηθεί σε υπεζωκοτικές συλλογές τόσο καλόηθους όσο και κακοήθους αιτιολογίας, αλλά υψηλότερα επίπεδα έχουν παρατηρηθεί κυρίως σε συλλογές κακοήθους προέλευσης. Στόχος της παρούσας διατριβής ήταν ο υπολογισμός των επιπέδων του αγγειακού ενδοθηλιακού παράγοντα στο πλευριτικό υγρό και τον ορό ασθενών με λεμφοκυτταρικές υπεζωκοτικές συλλογές, οι οποίες θεωρήθηκαν άγνωστης προέλευσης μετά την πρώτη διαγνωστική προσέγγιση του ασθενή και η σύγκριση των τιμών που προέκυψαν με την τελική έκβαση των ασθενών. Στη μελέτη συμμετείχαν 71 ασθενείς με εξιδρωματικές λεμφοκυτταρικές υπεζωκοτικές συλλογές. Η παρούσα διατριβή απέδειξε ότι ανάμεσα σε αυτή την ομάδα ασθενών οι οποίοι εμφάνιζαν αδιάγνωστες υπεζωκοτικές συλλογές κατά την πρώτη διαγνωστική προσέγγιση όσοι εμφάνιζαν υψηλές τιμές αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα ανέπτυξαν κατά τη διάρκεια της μελέτης κάποιας μορφής κακοήθειας˙ σε αντίθεση η ομάδα των ασθενών οι οποίοι κατά την πρώτη διαγνωστική παρακέντηση εμφάνιζαν χαμηλές τιμές στη διάρκεια της δίχρονης μελέτης είχαν καλοήθη έκβαση. Δηλαδή ανέπτυξαν κάποιας μορφή καλοήθους πάθησης στην οποία αποδόθηκε η υπεζωκοτική συλλογή ή η υπεζωκοτική συλλογή απέδραμε και οι ασθενείς δεν ανέπτυξαν κάποιου είδους κακοήθειας. Δεύτερον, δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά των τιμών του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα του πλευριτικού υγρού ανάμεσα στους ασθενείς που στη διάρκεια της μελέτης ανέπτυξαν καρκίνο του πνεύμονα, σε αυτούς που ανέπτυξαν μεσοθηλίωμα ή άλλης μορφής κακοήθειας. Τρίτον, αποδείχτηκε ότι ανάμεσα στις άλλες μεταβλητές του πλευριτικού υγρού (πρωτεῒνες, LDH, γλυκόζη) που συγκρίθηκαν με την τελική έκβαση των ασθενών μόνο ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας σχετιζόταν ισχυρά με την ύπαρξη κακοήθειας. Τέλος, όσον αφορά τον ορό των ασθενών δεν αποδείχτηκε στατιστικά σημαντική διαφορά των τιμών του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα ανάμεσα στις δύο ομάδες των ασθενών Με τη μελέτη μας επιβεβαιώνεται ότι ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας έχει ισχυρές αγγειογενετικές, μιτογόνες ιδιότητες, ενώ παίζει ίσως τον πιο σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό υπεζωκοτικών συλλογών μη φλεγμονώδους αιτιολογίας που οφείλονται σε αυξημένη διαπερατότητα των μεμβρανών του υπεζωκότα

    The Alonissos Study: Cross-Sectional Study of the Community Respiratory Health Status in a Greek Healthcare Access Underprivileged Island

    No full text
    In this study, we investigated the self-reported (questionnaire-based) prevalence of Obstructive Sleep Apnoea Syndrome (OSAS) and the prevalence of Chronic Obstructive Pulmonary Diseases (COPD) in the context of demographics and adherence to the Mediterranean diet in the general population of Alonissos, a non-profit line island in Greece (i.e., with scarce boat transportation to the mainland). In this cross-sectional study, 236 inhabitants of Alonissos participated (circa 10% of the island’s population), and 115 males and 121 females were evaluated with appropriate questionnaires for OSAS, COPD, and adherence to the Mediterranean diet and subsequently underwent spirometry testing to establish COPD diagnosis. The self-reported prevalence of OSAS and COPD was 9.44% and 18.8%, respectively. However, only 8.99% of the participants were diagnosed with COPD based on their spirometry testing. Adherence to the Mediterranean Diet was moderate. The high prevalence of COPD and OSAS in this underprivileged island in terms of healthcare access highlights the need for improvements in health promotion and primary healthcare provision in non-profit line Greek islands

    Nationwide Survey in Greece about Knowledge, Risk Perceptions, and Preventive Behaviors for COVID-19 during the General Lockdown in April 2020

    No full text
    Background: The aim of this study was to investigate the knowledge, attitudes, and practices of the Greek general population toward coronavirus disease 2019 (COVID-19) during the lockdown period in April 2020, to examine factors associated with misperceptions and to determine behavioral patterns that may require interventions. Methods: A cross-sectional study of the general Greek population (N = 1858) was conducted. A geographically stratified cluster sampling was implemented. A questionnaire was composed consisting of 35 questions. Data collection took place from 15 April to 2 May 2020. A random-digit dialing survey was conducted by 29 interviewers. Results: The majority of respondents (62.7%) answered ≥12/17 questions correctly. Participants aged 18–44 years, male gender, specific occupations (freelancer, unemployed, housewife, retiree) and those who sought information about COVID-19 from less than two sources received lower aggregated scores on knowledge questions. Regarding attitudes toward future vaccination, 18.9% declared that were against it, while 81.1% that they may consider or will be vaccinated. About 40% were not using a face mask and only 42% washed their hands appropriately. Conclusion: Adjusting information campaigns targeting especially people below 45 years of age can help to sensitize them and realise their role to control the spread. Further targeted surveys are needed to adjust/design prevention campaigns
    corecore